Λαικισμος, υπαρχει απαντηση;

Η μεταπολιτευτική Ελλάδα αποτελεί κατεξοχήν παράδειγμα ανυπολόγιστης δημαγωγίας, ενώ το πολιτικό της σύστημα έχει ταυτιστεί με τον πολύπλευρο λαϊκισμό. Πως όμως μπορεί να αντιμετωπιστεί αυτή η παθογένεια; Είναι ο λαϊκισμός απλά ένα δείγμα κομματικής φαυλότητας ή μια σαφής ένδειξη της κοινωνικής και ηθικής χρεωκοπίας;
 
Αρχικά, είναι σημαντικό να προσδώσουμε την απαραίτητη βαρύτητα στο ευρύ αυτό φαινόμενο. Ο λαϊκισμός δεν αναδύθηκε στην επιφάνεια μαζί με την κρίση που απασχολεί τα τελευταία χρόνια το ελληνικό γίγνεσθαι. Αντιθέτως συνιστά μόνιμο επισκέπτη και καταλυτικό παράγοντα στην διαμόρφωση της παρούσας κατάστασης.  Εκφράζει την πελατειακή νοοτροπία, καθώς και την συντεχνιακή και ανορθολογιστική διοίκηση. Ανάγεται πλέον σε κοινωνικοπολιτικό δεινό που απεικονίζει με έντεχνο τρόπο την αυτοκαταστροφική τάση του ελληνικού κράτους.
 
Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι δεν είναι μια απλή κομματική πρακτική. Αποτελεί τον πυρήνα όλων των ζοφερών καταστάσεων που οδηγούν στην καταβαράθρωση του σύγχρονου πολιτικού σκηνικού. Είναι πτυχή της πνευματικής νωθρότητας του νεοέλληνα από την οποία και τροφοδοτείται. Ευτελίζει την δημοκρατία εφόσον συντελεί στην νόθευση της  μέσω της παραπλάνησης της λαϊκής βάσης.
 
Η δαιμονοποίηση του είναι ό,τι πιο εύκολο. Το ζητούμενο είναι η πρόταξη κάποιας αντίδρασης που θα υπερφαλαγγίσει αυτή την πολιτική ασθένεια.
Ας επιστρέψουμε λοιπόν στο αφετηριακό ερώτημα. Υπάρχει κάποια απάντηση και εάν ναι, ποια θα μπορούσε να είναι;
 
Τα τελευταία χρόνια εμφανίζεται η έννοια του αντιλαϊκιστικού λόγου ο οποίος ζητεί την ευρωπαϊκή κανονικότητα, την αξιοκρατία, την διαφάνεια. Οι υπέρμαχοι της πλευράς αυτής απαιτούν νέο κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο που θα απομακρύνεται από την μετριοκρατία. Ένα κράτος σοβαρότητας που έχει την ανάγκη ενός δραστικού εξορθολογισμού.
 
Το ελληνικό κράτος αιτεί όσο ποτέ άλλοτε την μετάβαση σε ένα μεταλαϊκιστικό σκηνικό σταθερότητας, πολιτικής ωριμότητας, διαλλακτικότητας, δημοκρατικού διαλόγου. Ένα τοπίο ισονομίας που θα επιβραβεύει τον άριστο πριμοδοτώντας τον λιγότερο προνομιούχο. Μια διακυβερνητική μορφή που θα προάγει μια εκσυγχρονιστική ατζέντα με σύμμαχο τα ευρωπαϊκά κεκτημένα και όχι την δουλική συμπεριφορά στην ένωση των δύο ταχυτήτων. Μια εκτελεστική αρχή που θα επιβεβαιώνει την ανάγκη για αξιοκρατία στηριζόμενη σε όλες τις παραγωγικές δυνάμεις και όχι στην εκάστοτε οικονομική και πνευματική ελίτ.
 
Ωστόσο ποιος μπορεί να προεξοφλήσει ότι η ελληνική κοινωνία των διχασμών είναι διατεθειμένη να λειτουργήσει κατά αυτόν τον τρόπο; Πως η χώρα των συντεχνιών που γαλουχήθηκε με την αναξιοκρατία, την χρησιμοθηρία, την λογική της λιγότερο κακής επιλογής, μπορεί να συμπεριφερθεί με γνώμονα το συμφέρον του κοινωνικού της ιστού;
 
Πλέον καθίσταται οφθαλμοφανές ότι η γενεσιουργός αιτία του λαϊκισμού είναι η ιδιοσυγκρασία του ελληνικού λαού. Ο Έλληνας που μαχόταν για να χαίρει κομματικής πατρωνίας και παράλληλα την στηλιτεύει. Ο Έλληνας που επιλέγει τον ετεροκαθορισμό, επιτρέπει την επικράτηση καρεκλοκενταύρων, συναινεί στην υφαρπαγή της ψήφου του. Αυτός που αγαπά να αποδοκιμάζει, απορρίπτει ωστόσο να κρίνει, να αναζητήσει, να διερωτηθεί.
 
Βέβαια, κελευστής της ανανέωσης δεν είναι κανείς άλλος παρά ο ίδιος. Αποτελούμε ένα ανώριμο εκλογικό σώμα δίχως πολιτική παιδεία και ιδεολογική συγκρότηση. Έναν μέτοχο του πολιτικού συστήματος χωρίς επίγνωση των δημοκρατικών αξιών, με έμφυτη την ροπή συμπάθειας προς οπορτουνιστές ηγετίσκους.
 
Η απάντηση λοιπόν σε αυτήν την έκφανση κομματικού αμοραλισμού είναι ο κάθε πολίτης. Ας πάψουμε να τρέφουμε αυταπάτες, εναποθέτοντας ελπίδες σε σωτήρες, με ασπίδα την ανεφάρμοστη και καιροσκοπική ρητορική. Χρειάζεται επιτέλους να αντιληφθούμε ότι η υπαιτιότητα για την διαμορφωθείσα κατάσταση βαρύνει κυρίως εμάς. Η αποχή από τον ενεργό βίο, η ωχαδελφιστική θεώρηση των πάντων, η παραμονή στην κατάστασης της κοινωνικοπολιτικής αεργίας διαμορφώνει ισχυρό πλέγμα ασφαλείας για την δημαγωγία. Η συμμετοχική δημοκρατία μπορεί να αντιδράσει βασισμένη στο εγγενές γνώρισμα της, την ίδια την συμμετοχή. Μόνο τότε θα αποφύγουμε το ενδεχόμενο μιας οχλοκρατίας μιας πολιτειακής μορφής που νοηματοδοτείται από την ανάγκη για εξουσία.
 
Όλα αυτά βέβαια μόνο τετριμμένα μπορούν να θεωρηθούν. Άλλωστε είναι η πρώτη φορά που φωτίζονται οι σκιώδεις συνέπειες του πολιτικού αυτού καρκινώματος; Βέβαια, η Ελλάδα των τελευταίων χρόνων διατηρεί ενεργή την νομιμοποίησή της σε εθνολαϊκιστικά μορφώματα που παρατεταμένα προσέβαλαν και προσβάλλουν τους δημοκρατικούς θεσμούς. Η χώρα μας ασθενεί χρόνια, εγκλωβισμένη στην θολοκουλτούρα της,  που παρέχει παράταση ζωής στην δημαγωγία.
 
Κλείνοντας οφείλω να υπογραμμίσω ότι ο λαϊκισμός συνιστά ένα πολυπρόσωπο τερατούργημα. Είναι η απειλή για τις δημοκρατικές αξίες που μετονομάζει τον παρασιτικό πλουτισμό σε προνομιακό βίο, τον νεοναζισμό σε εύλογη λαϊκή αντίδραση, τις υγιείς μεταρρυθμιστικές προθέσεις σε πόλεμο κατά του κράτους.
 
 

*Ο Λάμπρος Παρούτσας είναι φοιτητής της Νομικής Σχολής του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.