Πολιτικη λιτοτητας; Γιατι;

Γιατί επιβάλλεται λιτότητα σε συνθήκες αποπληθωρισμού και μειωμένης ζήτησης ενώ μετά το 1973, όταν οι ΗΠΑ κατάργησαν το διεθνές σύστημα σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών που αποτελούσε το νομισματικό πυλώνα του Bretton Woods, βιώνουμε μια περίοδο κατά την οποία το 90% του κυκλοφορούντος χρήματος είναι “εικονικό” πλασματικό και μπορεί να “τυπώνεται” επ’ άπειρον από όποιον είναι εξουσιοδοτημένος για την έκδοσή του; Είναι χαρακτηριστικό ότι η ΕΚΤ “τυπώνοντας” χρήμα με την ποσοτική χαλάρωση, προσπαθεί να ανεβάσει τον πληθωρισμό στην Ευρώπη στο 2% αλλά παρά την προσπάθεια ο πληθωρισμός δεν έχει υπερβεί το 0,5%. Γιατί τότε δεν πολλαπλασιάζει τα ποσά που “τυπώνει” για την αγορά των κρατικών ομολόγων μέσω των τραπεζών των κρατών της Ευρωζώνης, ώστε να ξεφύγει η Ευρωζώνη από τη μέγγενη του αποπληθωρισμού αλλά τα μειώνει; Γιατί αυτή η εμμονή στη λιτότητα; Διότι η πολιτική λιτότητας υπαγορεύεται από το κεφάλαιο και αποσκοπεί να μειώσει τη ζήτηση ώστε η προσφορά του κεφαλαίου μέσω της παραγωγής να είναι ελεγχόμενη και να μην οδηγεί σε κρίσεις υπερσυσσώρευσης, δηλαδή με άλλα λόγια για να γεφυρωθεί η αντίφαση ανάμεσα στην παραγωγή και στην πραγματοποίηση της αξίας της, ώστε τα προϊόντα που παράγονται να πωλούνται στο σύνολό τους. Διότι πάντα η αξία των παραγόμενων προϊόντων υπερβαίνει την αγοραστική αξία των κοινωνιών αφού ο εργαζόμενος παράγει μεγαλύτερη αξία από το ημερομίσθιό του. Ενώ μέχρι πρόσφατα ενισχύονταν η ζήτηση, τώρα η πολιτική οδηγεί στη συγκράτησή της με την πολιτική λιτότητας. Και πώς αναπληρώνει το κεφάλαιο τα κέρδη που χάνει με τη μειωμένη παραγωγή; Με τη συσσώρευση κεφαλαίου μέσω της υπεξαίρεσης των κοινωνικών αγαθών (παιδεία, υγεία, κ.α.) που ιδιωτικοποιεί και τις δραστηριότητες του χρηματοπιστωτικού τομέα.
 
«Και οι κυβερνήσεις», θα διερωτηθείτε, «δεν πασχίζουν για την ευημερία των πολιτών;». Την απάντηση μας τη δίνει ο Ζακ Ρανσιέρ. «Η κάποτε σκανδαλώδης θέση του Μαρξ ότι οι κυβερνήσεις είναι απλώς ατζέντηδες του διεθνούς κεφαλαίου», γράφει, «αποτελεί σήμερα πασιφανές γεγονός στο οποίο συμφωνούν “φιλελεύθεροι” και “σοσιαλιστές”. Η απόλυτη ταύτιση της πολιτικής με τη διαχείριση του κεφαλαίου έχει πάψει να αποτελεί το επαίσχυντο κοινό μυστικό των κατά τα άλλα διαφορετικών “μορφών” δημοκρατίας. Αποτελεί την ανοιχτά διακηρυγμένη αλήθεια μέσω της οποίας οι κυβερνήσεις μας αποκτούν νομιμοποίηση». Δεν αποτελεί η Ευρωζώνη το πλέον αξιόπιστο παράδειγμα για όλα αυτά;
 
Όμως με τη λιτότητα και τα υφεσιακά μέτρα που επιβάλλονται μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη; Μπορεί η Ελλάδα να μειώσει το χρέος και την ανεργία; Διότι το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ, που εκφράζεται με κλάσμα με αριθμητή το χρέος και παρανομαστή το ΑΕΠ, μειώνεται όσο αυξάνει ο παρονομαστής. Αυτό μπορεί να συμβεί μόνον με την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό. Ο Paul Krugman στο βιβλίο του «Τέλος στην Ύφεση, Τώρα!», υποστηρίζει ότι «δεν είναι και τόσο τραγικό το χρέος να συνεχίσει να αυξάνεται, αρκεί να αυξάνεται πιο αργά από το άθροισμα του πληθωρισμού και της οικονομικής ανάπτυξης», δηλαδή ο αριθμητής να αυξάνεται πιο αργά από τον παρονομαστή. Μάλιστα αναφέρει ως παράδειγμα το χρέος των 241 δις. δολαρίων των ΗΠΑ στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, το οποίο αντιστοιχούσε στο 120% του ΑΕΠ, και δεν αποπληρώθηκε! Πώς; Το χρέος, ο αριθμητής του κλάσματος, ήταν το 1962 περίπου όσο και το 1946, δηλαδή παρέμεινε σταθερός. Όμως ο παρανομαστής, το ΑΕΠ, αυξήθηκε χάρη σε έναν συνδυασμό ήπιου πληθωρισμού και σημαντικής οικονομικής ανάπτυξης με αποτέλεσμα η αναλογία χρέους προς ΑΕΠ να πέσει το 1962 κατά 60% και να συνεχίσει να μειώνεται τις δεκαετίες του 1960 και του 1970.
 
Η χώρα μας σήμερα έχει αποπληθωρισμό και η ανάπτυξή της είναι μηδενική, ενώ κάθε προσπάθεια να ανακάμψει παραγωγικά εγκλωβίζεται στα μνημόνια παρά τις διακηρύξεις περί του αντιθέτου. Διότι μέσα από τα μνημόνια δεν υπάρχει διέξοδος. Μέχρι σήμερα, τρία μνημόνια βύθισαν τη χώρα στην ύφεση. Μάλιστα εκτόξευσαν το χρέος από το 120% του ΑΕΠ στο 177%, τροχοπεδώντας την παραγωγική ανάκαμψη και αποδεικνύοντας ότι τα μνημόνια παράγουν χρέος. Αυτό σημαίνει πως και αν ακόμη το χρέος είχε μηδενιστεί, η λήψη των υφεσιακών μέτρων θα το αναπαρήγαγε. Προς τι λοιπόν τόσος θόρυβος για τη μείωση του χρέους αφού θα αναπαραχθεί;
 
Η μνημονιακή εμπειρία λοιπόν της χώρας αποδεικνύει ότι η πορεία της είναι αδιέξοδη. Αυτό επιβεβαίωσε το τελευταίο Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου το οποίο προσδοκά ότι με τα βραχυπρόθεσμα μέτρα που υιοθέτησε, το χρέος της χώρας θα μειωθεί κατά 20 ποσοστιαίες, δηλαδή 40 δις ευρώ, μέχρι το 2060! Ακόμη κι αν τα βραχυπρόθεσμα αυτά μέτρα λαμβάνονταν σωρευτικά σήμερα θα μείωναν το χρέος στο 157%, θα ήταν δηλαδή και πάλι μη βιώσιμο. Αποσιωπούν όμως να αναφέρουν ότι η μετατροπή των επιτοκίων για μεγάλο μέρος των δανείων από κυμαινόμενο σε σταθερό που αποφασίστηκε στο Eurogroup θα επιβαρύνει βραχυπρόθεσμα τους προϋπολογισμούς με 400 εκ. ευρώ ετησίως, όπως έχει παραδεχθεί πρόσφατα ο επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ. Για ποια ελάφρυνση λοιπόν μιλάμε όταν θα υπάρξει αρχικά επιβάρυνση της οικονομίας; Εξ άλλου ποιος μπορεί να προφητεύσει το μέγεθος του χρέους το 2060, κάτω από τα υφεσιακά και αντιαναπτυξιακά μέτρα που επιβάλλονται, ώστε να αξιολογήσει την αξία των 40 δις ευρώ τότε; Σε όλα αυτά ήλθε να προστεθεί η αποδοχή από το Eurogroup, το ΔΝΤ και την ελληνική κυβέρνηση πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5% που θα απαιτήσει ένα νέο πακέτο σοβαρών διαρθρωτικών μέτρων επιδεινώνοντας τα αδιέξοδα..
 
Πότε θα αποπληρωθεί λοιπόν το χρέος με αυτά τα δεδομένα; Ποτέ! «Δείτε με ποιόν τρόπο η Ευρώπη αντιμετωπίζει την ελληνική κρίση», γράφει ο Σλαβόι Ζίζεκ. «Ασκεί πίεση στην Ελλάδα για την εξόφληση του χρέους αλλά ταυτόχρονα καταστρέφει την οικονομία της εξασφαλίζοντας με αυτό τον τρόπο ότι το χρέος δεν θα εξοφληθεί ποτέ». Τότε γιατί μας δανείζουν συνεχώς; «Το χρέος είναι εργαλείο για να ελέγχεται ο οφειλέτης και να του επιβάλλονται ρυθμίσεις, και επομένως το χρέος παλεύει για τη δική του διευρυμένη αναπαραγωγή», συνεχίζει ο Ζίζεκ. «Όταν δίνεται πίστωση δεν αναμένεται καν ότι ο οφειλέτης θα την εξοφλήσει. Το χρέος αντιμετωπίζεται ευθέως ως μέσον ελέγχου και κυριαρχίας».
 
Να λοιπόν γιατί μας δανείζουν συνεχώς και ανανεώνουν τα μνημόνια. Διότι πέραν του ελέγχου της παραγωγής από το κεφάλαιο μέσω της λιτότητας, για τη χώρα μας υφίσταται και ένας επί πλέον λόγος για τη διαιώνιση της εξάρτησής της: Η γεωπολιτική της θέση. Προφανέστερο είναι το παράδειγμα της Κύπρου η οποία είχε μικρό, βιώσιμο, χρέος και οδηγήθηκε στα μνημόνια εξ αιτίας της υπερδιόγκωσης του τραπεζικού τομέα, τον οποίο δεν ήλεγχε η κυπριακή κυβέρνηση αλλά η ΕΚΤ. Όσον αφορά την “έξοδό” της από τα μνημόνια, σύμφωνα με όσα δήλωσε ο πρόεδρος του ESM, η μεταρρυθμιστική προσπάθεια θα συνεχιστεί στη Μεγαλόνησο, η οποία θα παραμείνει σε εποπτεία, καθώς θα πραγματοποιούνται δύο φορές τον χρόνο μεταμνημονιακοί έλεγχοι έως τη μείωση του χρέους της στο 75% του ΑΕΠ, δηλαδή επί δεκαετίες. Διότι η γεωπολιτική αξία μιας χώρας αποτελεί ευλογία μόνον όταν είναι κυρίαρχη και μπορεί να την αξιοποιήσει. Διαφορετικά αποδεικνύεται κατάρα. Η Ευρώπη χωρίς την Ελλάδα και την Κύπρο είναι εντελώς αποκομμένη από την Ανατολική Μεσόγειο την Εγγύς και τη Μέση Ανατολή. Αυτό το πληρώνουμε με τις σχέσεις εξάρτησης που μας επιβάλλουν με τα μνημόνια και την εποπτεία που θα διαιωνίζεται στο μέλλον. Το είπε εύσχημα και ο τέως ΥΠΕΞ της Γερμανίας όταν ρωτήθηκε προ εξαμήνου αν θα έπρεπε η χώρα μας να ενταχθεί στην Ευρωζώνη και αν θα πρέπει να παραμείνει: «Αυτό είναι πλέον ιστορία», είπε. «Η Ελλάδα είναι μέσα και το κόστος ενός Grexit θα ήταν πολύ υψηλότερο. Ποτέ δεν ήμουν υπέρ αυτής της επιλογής, λόγω της γεωπολιτικής σημασίας της χώρας, που είναι πολύ σημαντική».
 

Αλεξανδρούπολη, 12-12-2016
 
*Ο Δημήτρης Μακροδημόπουλος είναι σ. Πολιτικός Μηχανικός ΑΠΘ, τ. Αρχιμηχανικός ΟΣΕ

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.