Φαντασματα- υπαρξεις τουτο τον αδυσωπητο αιωνα

Κρύο, υγρασία. Εις το μέσον ενός σκοτεινού τόπου, ανάμεσα σε βουνά και κάμπο… Μυρίζει τζάκι γύρω, μυρίζει και λιοκόκκι…
 
Χρονιά κι αυτή! Μας πασπάλισε με λευκό για να ξορκίσει τη γενική μαυρίλα… Κι εμείς ξεχυθήκαμε στο χιονοπόλεμο ηλεκτρονικώς με πρωτοφανές πάθος! Έβλεπα πριν λίγο φωτογραφίες από την χιονισμένη Αλεξανδρούπολη, τη γειτονιά μου!!! Αη Λευτέρης, Υψηλάντου, εκεί τριγύρω στο παλιό μου σπίτι, ΔΕΗ, το κέντρο της πόλης… Χάθηκα μέσα σ΄αυτήν την ηλεκτρονική πατρίδα, χάρη στο διαδικτυακό φίλο Yannis…
 
Ηθελα να είμαι εκεί, να πάρω την Παπαφλέσσα κι όπου με βγάλει ο δρόμος… Οι δρόμοι της πατρίδας, δρόμοι χιλιοπερπατημένοι με γαλοτσάκια, με τακουνάκια, με ελβιέλες, με πασουμάκια, με άρβυλα, ακόμα και με πόδια γυμνά, έχουν ρουφήξει την ύπαρξη… Κομματιασμένη από νοσταλγία και μιαν απελπισία πως ακόμα κι αν γύριζα, τίποτε δεν θα έβρισκα στη θέση του, πήρα πακέτο κι ανέβηκα στο ταρατσάκι. Έριξα ένα βλέμμα στον σιωπηλό τόπο που με φιλοξενεί, δυτικά σκότος κι ένας αψύς ζέφυρος, ανατολικά υπαινιγμοί φωτός από τους λόφους απολήξεις της ακρώρειας και άπνοια, νότια νύξεις φωτός από την πόλη που κοιμάται… Βοριά δεν βλέπω εδώ, είναι απαγορευμένες οι συντεταγμένες του, ανάμεσα σε μένα και σ’ αυτόν μεσολαβεί ο ορεινός όγκος του Μοριά… Στο χρονικό του μυριάδες ζωές που πέρασαν να δουν και να φύγουν, αφελείς ζωές, βουτηγμένες στη γη στα νερά και στη λάσπη μαθημένες να σιωπούν, να σβήνουν τα ίχνη των περασμάτων τους…
 
Μάζεψα τη μπουγάδα, τα ρούχα υγρά όπως κι ο τόπος, τα άπλωσα στα σώματα της κεντρικής θέρμανσης να μοσχοβολήσει πάστρα το σπίτι… Σκεπτόμουν πως αν απόψε μια νοικοκυρά σαν και μένα είχε αποτολμήσει να απλώσει ρούχα στο σχοινάκι της στην Αλεξανδρούπολη, αυτά σε κλάσματα του δευτερολέπτου θα γίνονταν αγάλματα πάγου…
 
Ήταν κανόνας αυτή η γλυπτική τους χειμώνες στη Θράκη… Μας διασκέδαζε να τα μαζεύουμε κοκαλωμένα το βράδυ, ξεκαρδισμένες από τα σχήματά τους που αντιποιούνταν υπάρξεις ασώματες, αμίλητες, ακούνητες, εκφραστικές. Η μαγεία και μαγκιά του χειμώνα! Η οργή και η περηφάνια του… Η καπατσοσύνη του… Η μαστοριά του!
 
Εκεί μέσα όλοι εμείς, καλοί ή λοβοί να μοιάζουμε λευκοί, λευκότεροι κι από κάθε αθώα περιστερά. Αγαλματάκια της ιστορίας… Κανείς δεν νοιάζεται για όσα ιστορούμε, για όσα μετανοούμε γι’ αυτά που στ’ όνομά τους τάχατες ορκιζόμαστε… Αγαλματάκια ανίσχυρα… Κι εγώ σκεπτόμουν πόσα σκοτεινά σπίτια υπάρχουν εδώ γύρω και παντού, άδεια, μοναχά, με τζάκι και παραγώνι έτοιμο να ανάψει και να ζεστάνει… Να ξεκοκαλώσει τα παγωμένα ρούχα, να ζεστάνει τους αδύναμους τους σπαρμένους μέσα στην παγωνιά… Να καπνίσει η καμινάδα κι οι μπατζάδες τους, και να αθωώσει την απελπισία για την ανημπόρια μας…
 
Τόπος με σπίτια κλειστά και κρύα παραγώνια είναι τόπος νεκρός, φάντασμα του παρόντος και του μέλλοντος… Οπως κι η Αλεξανδρούπολή μου που την περιδιαβαίνω εικονικά -κι ας μ΄αρέσει- με τις κινήσεις του ποντικιού μου…Φαντάσματα σαν τις υπάρξεις μας σε τούτο τον αδυσώπητο αιώνα…
Έβαλα κατσαρόλα για φακές. Μαγείρεψα πάλι για τα σκυλιά. Η Φαίδρα τραυμάτισε το πόδι της. Το απόγευμα την γιατροπόρεψα με αντισηπτικά και φάρμακα. Της είπα; «Δώσε μου το ποδαράκι σου κούκλα μου» κι εκείνη σήκωσε το τραυματισμένο της μέλος με μια γλύκα ανείπωτη… Το λίγο χιόνι της χθεσινής νύχτας έλιωσε. Αυτό ήταν. Επανερχόμαστε αλατισμένοι, σχεδόν παστοί στα ειωθότα. Απέναντί μας γυάλινες οθόνες κλαίνε, γελάνε, βρίζουν, κραυγάζουν…

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.