Βαγγελης Αυδικος «Δεν πρεπει να χτισουμε το μελλον πανω στη ληθη, πανω στις λευκες σελιδες της ιστοριας»

«"Οι τελευταίες πεντάρες", αφαιρώντας τα ονόματα, είναι ένα βιβλίο που μπορεί να μιλήσει σε όλους»

 Σε έναν τόπο που αγαπά ιδιαίτερα και θεωρεί ως δεύτερη πατρίδα του, όπως εκμυστηρεύθηκε ο ίδιος κατά τη διάρκεια της συνομιλίας μας, επιστρέφει σήμερα ο κ. Βαγγέλης Αυδίκος, υπό διπλή ιδιότητα μάλιστα. Η πρώτη από τις δύο ιδιότητες με τις οποίες επιστρέφει στη Θράκη είναι αυτή του επιστήμονα προκειμένου να λάβει μέρος στο επικείμενο διεθνές συνέδριο του Τμήματος Ιστορίας και  Εθνολογίας του ΔΠΘ για τους Πομάκους της Θράκης.
 
Η δεύτερη είναι αυτή του συγγραφέα, προκειμένου να παρουσιάσει το πιο πρόσφατο βιβλίο του με τίτλο «Οι τελευταίες πεντάρες». Σε αυτή την βιβλιοπαρουσίαση που θα γίνει σήμερα στη Λέσχη Κομοτηναίων στις 20.00 δεν θα είναι μόνος του αλλά θα έχει μαζί του τους  Ζωή Γαβριηλίδου, καθηγήτρια Γλωσσολογίας του Τμ. Ελληνικής Φιλολογίας του ΔΠΘ, Βασίλη Δαλκαβούκη, επίκουρο καθηγητή του Τμ. Ιστορίας και Εθνολογίας του ΔΠΘ, Σπύρο Κιοσσέ, φιλόλογο, Μανόλη Βαρβούνη, καθηγητή Τμ. Ιστορίας και Εθνολογίας του ΔΠΘ, Γιάννη Τσαμπάζη, πρόεδρο του Συλλόγου Ηπειρωτών Ροδόπης, συνοδεία μάλιστα τραγουδιού από τους Μαρία Αλεβίζου και Νίκο Αντωνακάκη.
 
Αυτή η βιβλιοπαρουσίαση ήταν και η αφορμή της συνομιλίας μας . Βέβαια η συζήτηση δεν περιορίστηκε μοναχά στο περιεχόμενο του βιβλίου που πραγματεύεται μία από τις πολλές μικρές ιστορίες που κρύβει ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα –θέμα που ακόμη και σήμερα θεωρείται ταμπού– αλλά  γρήγορα επεκτάθηκε στα μηνύματα που περνάει και τη «φιλοσοφία» που διαπνέει το βιβλίο, στο δωμάτιο του δημιουργού ενός τέτοιου βιβλίου αλλά και τις σκέψεις του συγγραφέα, για τη λογοτεχνία, την ιστορία, τη λαϊκή σοφία…
 
Βαγγέλης Αυδίκος όμως αναλυτικά…
 
ΠτΘ: Τρία χρόνια μετά ξαναγυρίζετε στη λογοτεχνική γραφή. Στο μυθιστόρημα. Ποιο είναι το βασικό θέμα του μυθιστορήματος;
Β.Α.:
Ως αφετηρία έχει ένα ιστορικό γεγονός. Δεν είναι ιστορικό μυθιστόρημα. Δεν είναι αυτός ο στόχος του μυθιστορήματος. Το ιστορικό γεγονός είναι ότι το '44 στην Πρέβεζα, λίγες ημέρες μετά την απελευθέρωση της πόλης, υπάρχει μια σύγκρουση ανάμεσα στις τότε μεγάλες αντιστασιακές οργανώσεις, τον ΕΛΑΣ και τον ΕΔΕΣ, γεγονός που οδήγησε σε μια ακατανόητη για όλους εκτέλεση νεαρών ατόμων της υποδειγματικής ΕΠΟΝ και άλλων συμπολιτών, συνολικά 48 ατόμων, που δεν ήταν όλοι με τον ΕΛΑΣ, ήταν και φιλελεύθεροι άνθρωποι, βενιζελικοί, μέσα σε αυτούς.
 
Για μένα δεν ήταν στόχος να κάνω ένα ιστορικό μυθιστόρημα και να αναπλάσω την εποχή, αλλά να μιλήσω για ένα τραγικό συμβάν, να ασχοληθώ με ένα θέμα που έχουν ασχοληθεί πάρα πολλοί από παλιά στη λογοτεχνία, με διάφορες μορφές, το θέμα της εμφύλιας βίας που οδηγεί σε μια εξαγρίωση του ανθρώπου. Παράλληλα, με ενδιέφερε, παρόλο που ως αφετηρία είναι η Πρέβεζα,  να μιλήσω για τη σοβαρή επίπτωση, για την εξουθένωση της ελληνικής περιφέρειας, της Ελλάδας και τις επιπτώσεις που είχε η εμφύλια βία  σε όλη τη χώρα, σε όλες τις ανθρώπινες σχέσεις. Λέω πολλές φορές ότι αν αφαιρέσεις τα ονόματα, τέτοια περιστατικά, τέτοιες μικρές ιστορίες είναι αυτές που συνθέτουν τη μεγάλη τραγωδία του εμφυλίου πολέμου στην Ελλάδα. 

«Πρέπει να ομολογήσουμε ότι ο εμφύλιος ήταν μια τραγωδία για την Ελλάδα κι ότι τελικά δεν υπάρχουν νικητές και ηττημένοι» 

ΠτΘ: Στο μυθιστόρημά σας δείχνετε το αδιέξοδο της εμφύλιας διαμάχης και γράφετε πως στην εμφύλια διαμάχη, και δεξιοί και αριστεροί, εθνικόφρονες, όπως ήταν το επίθετο που συνόδευε τους ανθρώπους που κυβέρνησαν μετά τη χώρα, ότι αυτή η απλή δολοφονία, δεν χαρακτήριζε την μία ή την άλλη παράταξη…
Β.Α.:
Είναι μια πολύ αγαπημένη συνήθεια στην Ελλάδα τα προβλήματά μας να τα βάζουμε κάτω από το χαλί. Είδαμε πού οδηγεί αυτό και τα σοβαρά ζητήματα που έχουν δημιουργηθεί τελευταία. Το θέμα για μένα είναι ότι οφείλουμε να θυμόμαστε, οφείλουμε να συζητάμε, κρατώντας τις διαφορές και τις διαφορετικές απόψεις. Οφείλουμε όμως παράλληλα να αποδεχτούμε ότι τότε έγινε μια τραγωδία, μια δολοφονία, που η ιστορία θα κρίνει τι φταίει και πώς έγινε. Πρέπει να ομολογήσουμε ότι ο εμφύλιος ήταν μια τραγωδία για την Ελλάδα κι ότι τελικά από τον εμφύλιο δεν υπάρχουν νικητές και ηττημένοι. Όλοι είναι ηττημένοι και κυρίως η Ελλάδα, γιατί στερήθηκε τη μισή χώρα η οποία μπήκε στο περιθώριο και θεωρήθηκε ότι είναι ύποπτη για «κομμουνιστικάς ιδέας», ότι δεν ήταν έμπιστη. Προϋπόθεση λοιπόν είναι να δεχτούμε αυτή τη διαπίστωση και να μεταδώσουμε στα παιδιά μας αυτή την ιστορία, γιατί η δική μου αγωνία είναι ότι πρέπει η νέα γενιά να μάθει. Δεν πρέπει να χτίσουμε το μέλλον πάνω στη λήθη, πάνω στις λευκές σελίδες της ιστορίας. Η νέα γενιά πρέπει να μάθει, να κατανοήσει, να πάει μπροστά.
 
Η λογοτεχνία λοιπόν, επειδή δεν υπόκειται σε αυστηρά επιστημονικά μοντέλα όπως η ιστορία, έχει τη δυνατότητα να είναι ένα βήμα πιο μπροστά και να θέτει και τα οντολογικά ζητήματα, τα ζητήματα της ύπαρξης, τα ζητήματα της τραγωδίας.  Ένα ερώτημα που προκύπτει από αυτή τη διαπίστωση είναι αν έχει η λογοτεχνία το δικαίωμα ή τη δυνατότητα να ασχοληθεί με τέτοια ζητήματα, να θέτει τέτοια ζητήματα. Η δική μου άποψη είναι ότι η λογοτεχνία έχει χρέος να το κάνει και αυτό χαρακτηρίζει μια δημοκρατική κοινωνία και τη φροντίδα για το μέλλον. Η δική μου έγνοια δεν ήταν να μιλήσω από αγάπη προς την πόλη μου. Πιστεύω ότι «Οι τελευταίες πεντάρες» είναι ένα βιβλίο που απευθύνεται σε όλη την Ελλάδα, παντού. Αφαιρώντας τα ονόματα, είναι ένα βιβλίο που μπορεί να μιλήσει σε όλους. 

«Η λογοτεχνία δεν είναι δικαστής» 

ΠτΘ: Δυσκολευτήκατε στη συγγραφή αυτού του μυθιστορήματος σε σχέση με το θέμα που διαπραγματεύεστε σε αυτό;
Β.Α.:
Πάρα πολύ. Είναι ένα θέμα από μόνο του πολύπλοκο με πολλές παραμέτρους, και συμπονάω όλους τους ήρωες. Μακάρι να ήταν τα πράγματα διπολικά, άσπρο – μαύρο, και να τελειώναμε. Ξέρω τι συνέβη εκείνη την περίοδο, αλλά στη λογοτεχνία είναι διαφορετικά τα πράγματα. Όπως και στη ζωή, οι άνθρωποι πολλές φορές μπορεί να οδηγηθούν είτε από δω είτε από κει. Θεωρώ ότι η ζωή είναι σαν ένα κουβάρι που είναι τόσο πλεγμένο, με τόσους πολλούς κόμπους, που όσο το ξετυλίγεις, δεν είναι τόσο εύκολο να το ξεχωρίσεις και να το βάλεις σε καθαρές μεριές. Είναι μπλεγμένες οι ζωές των ανθρώπων σε μια πόλη, σε μια κοινωνία. Σε τέτοιες υποθέσεις πιστεύω ότι χρειάζεται να κατανοήσεις τους ανθρώπους, να τους συμπονέσεις, να δεις την προσωπική τους πορεία. Αυτό πιστεύω ότι πρέπει να κάνει ένας συγγραφέας, να αγαπάει τους ήρωές του, να τους συμπονάει, ακόμα και τους «κακούς», για να καταλάβει ότι αυτοί συχνά είναι γεννήματα κάποιας εποχής ή μπορεί να έχουν και τις καλές στιγμές τους. Η λογοτεχνία δεν είναι δικαστής. Θα πρέπει να προσπαθεί να μπαίνει μέσα από τις χαραμάδες, να βλέπει και να αναδεικνύει τις πτυχές, την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης ύπαρξης.
 
ΠτΘ: Η μεγάλη επιτυχία του μυθιστορήματος είναι ότι απευθύνεται σε όλους, αναδεικνύει τον ανθρώπινο πόνο, αναδεικνύει ότι η αλήθεια δεν είναι στις άκρες και κυρίως αναδεικνύει ότι αυτοί οι ήρωες οι αδικαίωτοι, δικαιούνται ένα μνημόσυνο, δικαιούνται να είναι στη ζωή μας.
Β.Α.:
Το μνημόσυνο σημαίνει μνήμη, θύμηση.  Σημαίνει ότι ουσιαστικά επαναφέρουμε στη ζωή μας τους νεκρούς, όποιοι κι αν είναι, απ' όποια παράταξη. Όταν όλοι αποφασίζουν να εντάξουν τους νεκρούς στη ζωή τους, μέσω ενός μνημόσυνου, αυτό σημαίνει μια αρχή για να μπορέσουμε να ξεπεράσουμε αυτή την πληγή που ακόμα ματώνει. 

«Η λαϊκή σοφία είναι αξεπέραστη και η ζωή έχει πράγματα που επιβεβαιώνουν πόσο πολύπλοκη είναι η ίδια» 

ΠτΘ: Στη σελίδα της ταυτότητα του βιβλίου διαβάζουμε ότι είχατε 14 πληροφορητές, μιλήσατε δηλαδή με ανθρώπους της καθημερινότητας. Όντως η δουλειά σας ως ερευνητή και μελετητή ήταν και ένα μικρό εχέγγυο για αυτό το εξαιρετικό μυθιστόρημα, που νομίζω ότι θα πρέπει να το διαβάσουν και οι νεότεροι  για να κατανοήσουν την ατμόσφαιρα μιας δύσκολης, τραγικής  εποχής…
Β.Α.:
Κανείς δεν μπορεί να απεκδυθεί τον εαυτό του, την επαγγελματική του ταυτότητα. Βεβαίως,  έχω μιλήσει στο Τμήμα Δημιουργικής Γραφής της Φλώρινας, στο μεταπτυχιακό, για τη σχέση της εθνογραφίας και της μυθοπλασίας και διευκολύνει το γεγονός ότι ξέρω τον τρόπο να κουβεντιάζω με τους ανθρώπους. Πολλοί συγγραφείς και σήμερα και παλαιότερα αντλούν στοιχεία μέσω προσωπικής έρευνας. Απλά εμένα με διευκολύνει το γεγονός ότι έχω αυτή την ιδιότητα.
 
ΠτΘ: Μένετε έκπληκτος με αυτά που ακούτε από τις συζητήσεις σας με αυτούς τους ανθρώπους;
Β.Α.:
Βεβαίως. Η λαϊκή σοφία είναι αξεπέραστη, και η ζωή έχει πράγματα που επιβεβαιώνουν πόσο πολύπλοκη είναι η ίδια, πόσο τα πράγματα δεν είναι «άσπρο-μαύρο».  Αν οι κάθε μορφής ηγήτορες  είχαν  επαφή με αυτή τη λαϊκή σοφία, θα ήταν πάρα πολύ ωφελημένοι και θα μπορούσαν να παίρνουν καλύτερες αποφάσεις στη ζωή τους. Γι' αυτό πολλές φορές οι λαϊκές αφηγήσεις μπορεί να είναι από μόνες τους μια λογοτεχνική αναπαράσταση. 

«Να κουβεντιάσουμε για μεγάλα ζητήματα της κοινωνίας με ωριμότητα και σοβαρότητα» 

ΠτΘ: Η παρουσία σας στη Θράκη δεν θα περιοριστεί μόνο στη παρουσίαση του βιβλίου σας αλλά θα συμμετέχετε και στο συνέδριο για τους Πομάκους της Θράκης που διοργανώνει το Τμήμα Ιστορίας  και Εθνολογίας του ΔΠΘ. Πώς βλέπετε το συνέδριο που θα γίνει το επόμενο τριήμερο;
Β.Α.:
Είναι πολύ θετικό το γεγονός ότι γίνεται αυτό το συνέδριο, θεωρώ ότι δεν υπάρχουν θέματα ταμπού, θα πρέπει να κουβεντιάσουμε για μεγάλα ζητήματα της κοινωνίας με ωριμότητα και σοβαρότητα. Χρειάζεται όλοι να δείξουν αυτοσυγκράτηση και κυρίως να μην οδηγηθούμε σε πάσης φύσεως  ανιστόρητους «εθνικισμούς». 

«Την επίσκεψή μου στη Θράκη  την αφιερώνω σε έναν μεγάλο φίλο μας και ποιητή που έχει φύγει από τη ζωή, τον Θανάση Τζούλη»

Εγώ έχω δυο πατρίδες. Η μία είναι η Ήπειρος που με γέννησε και η άλλη είναι η Θράκη που με αγάπησε και την αγαπώ. Έτσι νοιώθω. Η Θράκη είναι που με «έφτιαξε» επιστημονικά. Θέλω την επίσκεψή μου στη Θράκη να την αφιερώσω σε έναν μεγάλο φίλο μας και ποιητή που έχει φύγει από τη ζωή, τον Θανάση Τζούλη. Άλλωστε θεωρώ ότι οι Ηπειρώτες είναι δεμένοι με τον τόπο τους και είναι μαθημένοι να λένε ιστορίες. Τα παραμύθια, οι άνθρωποι, οι λαϊκές αφηγήσεις, όλα αυτά τα κουβαλάμε ως Ηπειρώτες. 

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.