Θανασης Πανδρευμενος, συγγραφεας «Ενα βιβλιο για την νοσταλγια των νιατων μας»

«Το βιβλίο καθρέφτης της φοιτητικής ζωής της Θεσσαλονίκης εκείνης την δεκαετία του ‘60» - «Ο καθένας μπορεί να δει μέσα στο βιβλίο τον ίδιο του τον εαυτό»

Τις αναμνήσεις των φοιτητικών του χρόνων στην Θεσσαλονίκη, την δεκαετία του ’60, παρουσιάζει σήμερα, Τετάρτη, 26 Απριλίου και ώρα 20:00 στην αίθουσα εκδηλώσεων του Ιδρύματος Παπανικολάου, ο Κομοτηναίος συγγραφέας κ. Θανάσης Πανδρευμένος.
 
Αναμνήσεις όπως τις κατέγραψε και τις παρουσιάζει, ως επί το πλείστον χιουμοριστικά, στις σελίδες του νέου βιβλίου με τίτλο «Ημερολόγια ενός ταξιδιού» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Μέθεξις».
 
Το βιβλίο και τον συγγραφέα θα παρουσιάσουν η φιλόλογος κ. Ρένα Μάινα-Σαμαρά και η πρόεδρος του ΔΗΠΕΘΕ Κομοτηνής κ. Σοφία Μενεσελίδου, ενώ  αποσπάσματα από το βιβλίο θα διαβάσει η ηθοποιός κ. Μυρσίνη Λαντζουράκη.
 
Με αφορμή την παρουσίαση αυτή, ο κ. Πανδρευμένος βρέθηκε στο στούντιο του «Ράδιο Παρατηρητής 94 fm» και μίλησε για τις αναμνήσεις του αυτές, καθώς και την ανάγκη τόσο του ιδίου όσο και των όσων τις έζησαν μαζί του, να τις καταγράψει, με τον ίδιο ωστόσο να επισημαίνει πως πρόκειται για αναμνήσεις κοινές, όλων όσων σπούδασαν τα χρόνια εκείνα στην συμπρωτεύουσα.
 
Θανάσης Πανδρευμένος όμως…
 
ΠτΘ: Ποιο είναι αυτό το ταξίδι που καταγράφετε μέσα στο ημερολόγιο σας αυτό;
Θ.Π.:
Ο τίτλος του βιβλίου δηλώνει αυτό που είναι το βιβλίο. Το ημερολόγιο ενός ταξιδιού. Ένα ταξίδι στο όνειρο. Ένα ταξίδι που κράτησε κάπου έξι χρόνια. Βρισκόμαστε στα μισά της δεκαετίας του '60, στη Θεσσαλονίκη και ταξιδεύουμε ανάμεσα στην Κομοτηνή και τη Θεσσαλονίκη. Οι δύο πόλεις γίνονται και αφετηρίες και προορισμοί. Μέσα από το βιβλίο αυτό ζούμε φοιτητικές ιστορίες και εύθυμες – όπως τις νομίζουμε σήμερα – περιπέτειες μιας νεανικής τότε παρέας. Αναπολούμε την ατμόσφαιρα μιας εποχής όπως τη ζήσαμε τότε, στη Θεσσαλονίκη και στην Κομοτηνή. Στην ουσία το βιβλίο αυτό είναι ένας καθρέφτης της φοιτητικής ζωής της Θεσσαλονίκης εκείνης της περιόδου, η οποία ήταν βέβαια ιδιαίτερη. Η Θεσσαλονίκη εν αντιθέσει με την Αθήνα είχε συγκροτημένη πανεπιστημιούπολη και επομένως αρκετά διαφορετική φοιτητική ζωή.
 
Από τότε βέβαια πέρασε σχεδόν μισός αιώνας και η μνήμη μου είναι επιλεκτική. Κάποια γεγονότα ωραιοποιούνται, κάποια που μας πλήγωσαν και μας ενόχλησαν, ίσως περισσότερο από όσο θα έπρεπε. Αυτές οι αναμνήσεις και η προσπάθεια όλων μας για το πολυπόθητο πτυχίο, καλύπτονται πια από μια τρυφερή νοσταλγική διάθεση, γιατί η πραγματικότητα τότε ήταν διαφορετική. 

«Κατέγραψα όσα έζησα, υπό το βλέμμα του φοιτητή» 

ΠτΘ: Πρόκειται αποκλειστικά για την καταγραφή πραγματικών γεγονότων;
Θ.Π.:
Γράφοντάς το βιβλίο νομίζω ότι κατέγραψα αυτό που έζησα. Κάποια πράγματα ήταν αστεία, άλλα συγκινητικά και κάποια άλλα αρκετά σκληρά. Όταν έγραφα το βιβλίο έλεγα ότι όταν εκδοθεί  τα λεφτά που ενδεχομένως θα βγουν από τις πωλήσεις του θα πάνε στις αποζημιώσεις από τις αγωγές που κάνουν οι διάφοροι  που αναφέρονται στο βιβλίο. Κάποια στιγμή βέβαια τα στρογγύλεψα τα πράγματα, γιατί πολλοί άνθρωποι ζουν και ίσως πληγωθούν από αυτά που γράφω, γιατί τα γράφω μέσα από το βλέμμα του φοιτητή που ήμουν τότε. Ίσως κάποιος άλλος να τα έβλεπε διαφορετικά. Στην ουσία είναι η ουσιαστική καταγραφή των γεγονότων. Δεν έχει μυθιστορία το βιβλίο. 

«Όλη η Θεσσαλονίκη είναι μέσα στο βιβλίο» 

ΠτΘ: Το βιβλίο θα μπορούσε να αποτελέσει και έναν οδηγό της τότε συμπρωτεύουσας, καθώς πέραν της φοιτητούπολης, περιγράφετε μαγαζιά, δρόμους, γνωστά τότε «λημέρια» των φοιτητών…
Θ.Π.:
Είναι μια καταγραφή της Θεσσαλονίκης του τότε. Μέσα στο βιβλίο υπάρχουν οι κινηματογράφοι που ήταν η κύρια διασκέδαση μας τότε και δεν υπάρχουν πια ή έχουν μετατραπεί σε κάτι άλλο, όπως το «Εγνατία» που είναι πια θέατρο ή  το Ανατόλια που έχει γίνει βιβλιοπωλείο και ο  Έσπερος που έχει γίνει γκαράζ. Η πόλη άλλαζε ραγδαία εκείνη την εποχή, ήταν η εποχή της αντιπαροχής. Έζησα την Θεσσαλονίκη με τις μονοκατοικίες και τη Θεσσαλονίκη με τις πολυκατοικίες που τότε χτίζονταν. Πολλές φορές ψάχνοντας σπίτι – γιατί κάθε σαιζόν αλλάζαμε σπίτι, όπως γίνεται με τους φοιτητές –  μπαίναμε σε γιαπιά που μας έλεγαν ότι ως την περίοδο που άρχιζαν τα μαθήματα θα είχαν ολοκληρωθεί. Καταγράφω επίσης, τα μικρά μαγαζιά τα οποία χάθηκαν, τα μπακάλικα στις γειτονιές, τους δρόμους στους οποίους έγιναν μεγάλες διανοίξεις και χάθηκαν. Υπήρχαν όμως κάποια σημεία αναφοράς που παρέμειναν τα ίδια, όπως είναι ο Λευκός Πύργος, η νέα παραλία στο ξενοδοχείο ΤΑΠ- ΟΤΕ, όπως λεγόταν τότε, που και σήμερα κρατούν αυτή την ατμόσφαιρα. Αναφέρομαι σε περιοχές  που είναι γύρω από το ξενοδοχείο «Μινέρβα», τα Λαδάδικα, τους δρόμους και τα στενά που έσφυζαν από ζωή, μικρές βιοτεχνίες της Θεσσαλονίκης, οι οποίες έχουν εξαφανιστεί και έχουν μετατραπεί  πια σε μπαράκια. Τα καρότσια που πουλούσαν πραμάτεια στους δρόμους, τα φρούτα που αγοράζαμε από τη Μοδιάνου κ.ο.κ. Υπάρχουν πολύ έντονες περιγραφές στο βιβλίο. Γενικά όλη η πόλη είναι μέσα σε αυτό.
 
ΠτΘ: Η Κομοτηνή πώς εμπλέκεται σε όλο αυτό;
Θ.Π.:
Η Κομοτηνή εμπλέκεται, γιατί μοιραία στην Κομοτηνή ερχόμασταν Πάσχα, Χριστούγεννα και για διακοπές, πάντα κουβαλώντας κάποιον κολλητό. Και βέβαια και στην αρχή του βιβλίου, στην περίοδο των εισαγωγικών εξετάσεων, που τότε γινόταν με έναν τελείως διαφορετικό τρόπο από τον σημερινό.

ΠτΘ: Γιατί νοιώσατε την ανάγκη να γράψετε το βιβλίο αυτό; Ήταν μια προσωπική σας ανάγκη να «διασώσετε» τις μνήμες αυτές;
Θ.Π.:
Περισσότερο ήταν γνώμες και πιέσεις φίλων να περισωθεί αυτή η περίοδος. Αυτοί θέλανε να δουν κάτι από τις δικές τους περιπέτειες ούτως ώστε να θυμούνται, να γελούν, να διασκεδάζουν και τελικά κατέληξε ως ένας καθρέφτης όλης της εποχής. Γράφοντάς καταλάβαινα ότι δεν μιλούσα μόνο για μας, μιλούσα για μια πόλη που μας δέχτηκε – η Θεσσαλονίκη είναι φτωχομάνα άλλωστε – και για μια Κομοτηνή που και εκείνη άλλαξε. Υπήρχε βέβαια και η δική μου ανάγκη και προσωπικά το διασκέδαζα, όπως θέλω να πιστεύω ότι και οι αναγνώστες θα διασκεδάσουν γιατί δεν είναι μόνο δικές μου αναμνήσεις. Ο καθένας μπορεί να δει μέσα στο βιβλίο τον ίδιο του τον εαυτό. Πολύς κόσμος που έχει σπουδάσει στη Θεσσαλονίκη θα το χαρεί και θα καταλάβει τι είναι αυτό το βιβλίο. 

«Η νοσταλγία είναι διάχυτη μέσα στο βιβλίο» 

ΠτΘ: Πώς νοιώθετε  για αυτή την επιστροφή στο παρελθόν; Είναι στιγμές που αναπολείτε με νοσταλγία;
Θ.Π.:
Η νοσταλγία είναι διάχυτη μέσα στο βιβλίο. Ήμασταν νέοι και τα βλέπαμε όλα όμορφα, οπότε μοιραία υπάρχει η νοσταλγία. Στην ουσία νοσταλγούμε τα νιάτα μας, δεν νοσταλγούμε την πόλη της Θεσσαλονίκης που φυσικά ήταν τόσο ωραία. Υπήρχαν ωραία πράγματα, αλλά υπήρχαν και άλλα που τα ζούσαμε, τα βλέπαμε, μας ενοχλούσαν, αλλά τα καταπίναμε. Όταν μεγαλώνεις βλέπεις προς τα πίσω και όλα σου φαίνονται όμορφα, παρά το γεγονός ότι δεν ήταν.
 
ΠτΘ: Γεγονότα όπως; Και πώς μεταφέρεται τα άσχημα αυτά γεγονότα στο χαρτί;
Θ.Π.:
Νομίζω ότι ακόμα και τα άσχημα τα βλέπω μέσα από μια χιουμοριστική ματιά. Για παράδειγμα ήταν η εποχή που έγινε η Χούντα. Παραμονές Πάσχα, ετοιμαζόμασταν όλοι να έρθουμε στα σπίτια μας. Σαν φοιτητές βλέπαμε το φλιτζάνι, ο ένας του άλλου και είδαμε τον δρόμο εμποδισμένο. Γελούσαμε και λέγαμε πως δεν είναι δυνατόν. Και ήρθαν όντως τα πάνω κάτω. Ήρθαμε στην Κομοτηνή και είδαμε ανθρώπους που έλειπαν από τα σπίτια τους, γιατί η Χούντα είχε μαζέψει όποιους θεωρούσε ότι θα την έβλαπταν. Ήταν άνθρωποι νοικοκυραίοι, φίλοι της οικογένειας, του πατέρα μου, οι οποίοι έλειπαν. Και κάπου μέσα σε όλα αυτά, έγινε το Πάσχα, όπου όταν έψησαν αρνί στο σπίτι μιας φίλης, ήρθε ένας χωροφύλακας ο οποίος με ζητούσε. Φυσικά και πανικοβληθήκαμε, αλλά ήταν  τελικά για κάτι άσχετο. Είχαν έρθει κάτι συγγενείς μας από την Ξάνθη και δεν ήξεραν πού βρισκόμασταν, πήγαν στην αστυνομία και πώς μας βρήκε η αστυνομία δεν το καταλάβαμε ποτέ. Κάποια τέτοια γεγονότα λοιπόν «περνούν» μέσα από μια χιουμοριστική ματιά.
 
ΠτΘ: Δυσκολευτήκατε να ασχοληθείτε συγγραφικά με ένα διαφορετικό είδος, σε σχέση με τα προηγούμενα συγγραφικά σας δημιουργήματα; Γιατί κινηθήκατε προς τα εκεί;
Θ.Π.:
Ήταν διαφορετικό, αλλά υπήρξε ώθηση από το περιβάλλον μου. Φιλίες που δημιουργήθηκαν τότε ήταν αρκετά ισχυρές και ζουν ακόμη και σήμερα. Ήταν ίσως και η φύση της σχολής τέτοια, που έπρεπε να δουλεύουμε σε ομάδες, με ένα κοινό θέμα, ένα κοινό σκοπό, και με όλη την αγωνία, δένεσαι. Κρατήσαμε αυτές τις επαφές, και υπήρχε μια πίεση γιατί είχα γράψει το βιβλίο της «Αθανασίου Διάκου Αδιέξοδος Β», που μιλούσε για τις ιστορίες της πόλης, για ανθρώπους της Κομοτηνής και ζητούσαν να γράψω κάτι και για την Θεσσαλονίκη, εν είδει μνήμης. Προσωπικά δεν δυσκολεύτηκα. Τα γεγονότα ερχόντουσαν αυτόματα.  Το βιβλίο ακολουθεί τη ροή ενός ημερολογίου. Από φοιτητική χρονιά σε φοιτητική χρονιά.  

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.