Στον ιστο των σχεδιων

Υπήρχε σχέδιο; Υπάρχει; Δεν υπήρξε ποτέ! Ούτε θα υπάρξει συμπληρώνει ένας τέταρτος, κουλουριασμένος στη γωνιά της συλλογικής απάθειας. Δεν θα μιλήσουμε ακριβώς για τους προσωρινούς διαχειριστές της κυβερνητικής-κρατικής εξουσίας ούτε τους επίδοξους σωτήρες που κουβαλάνε πάμπολλα βαρίδια από το χτες.

Ας ψηλαφήσουμε το (όποιο) σχέδιο, όπως το βιώνουμε στην καθημερινότητά μας και τον δημόσιο βίο.
 
Οι λέξεις κουβαλάνε φορτία, σημασίες. Βαραίνουν, ηλεκτρίζουν, ανάλογα με το πεδίο και το ποιος τις εκφέρει…
Άλλοτε αποφορτίζουν – καλή ώρα, τα σχέδια που απεργάζονται δυνάμεις ξένες προς τον ελληνισμό ή τον λαό, για να θυμηθούμε μια παραδοσιακή αφήγηση που μας παρουσιάζει τους άλλους ως υπεύθυνους, λες και θα είμαστε πάντοτε νήπια.
Άλλοτε ανάβουν φωτιές – δημιουργούν εύθραυστα γεγονότα, αλλάζουνε τον κόσμο, καίγονται μαζί με τα υποκείμενα, φτιάχνουνε παρέες, κινήματα, κόσμους αλλιώτικους. Ελεύθερους.
 
Ετυμολογικά, το σχέδιο κατάγεται, από το σχεδόν. Στο περίπου, με άλλα λόγια. Κάτι το πρόχειρο, επί χάρτου, μυαλού ή φαντασίας, το οποίο πρέπει να υλοποιηθεί.

Χρειάζεται, λοιπόν, ένα υποκείμενο να το ολοκληρώσει ή να το μεταμορφώσει. Μαζί με μια διαδικασία. Συλλογική και ατομική, ολιγαρχική ή δημοκρατική.
Το πολιτικό σύστημα της χώρας, που έτυχε να καλείται Ελλάδα, σε κάθε του εκδοχή εκπονεί σχέδια. Για κάθε όψη της κοινωνικής ζωής, με τις αντίστοιχες απολαβές για όσους συμμετέχουν στον μηχανισμό, με υπολογισμένη τη χασούρα, με δεδομένη μια σχέση στην οποία κάποιοι/ες σχεδιάζουν – όσοι κατέχουν ή συμμετέχουν στον συμπαγή μηχανισμό – και κάποιοι – συνήθως, οι πολλοί, ως θεατές, ψηφοφόροι, καταναλωτές – καλούνται να τον υλοποιήσουν.
 
Δεν πρόκειται για μια σχέση στατική. Πώς θα μπορούσε, άλλωστε, όταν σε μια λευκή σελίδα το μολύβι μπορεί να χαράξει άπειρες μορφές, ακόμη και μουτζούρες;
Όταν αυτή η σχέση ανατρέπεται, όταν το σχέδιο αλλάζει, δεν σημαίνει ότι οι πολλοί έχουνε δίκιο. Το αντίθετο. Δεν φτάνει μόνον να το αποδεικνύουν – καλό είναι επίσης να του δίνουν ένα θετικό περιεχόμενο. Ειδάλλως, γεννιούνται τέρατα. Αυθαίρετα στη φύση, ακτές περιφραγμένες, κάμποι πνιγμένοι στα χημικά, πόλεις του τσιμέντου και της σύγχρονης μοναξιάς, παιδιά που υποθέτουν ότι η κηρήθρα είναι σοκοφρέτα, άνθρωποι που ξεχνούν λ.χ. τι συνέβη κατά τη διάρκεια της ναζιστικής Κατοχής.

Είναι το πασίγνωστο – από όλους καταδικαστέο, στα λόγια – φαινόμενο του λαϊκισμού, το τοξικό χωράφι στο οποίο συγκατοικούν οι περισσότεροι, με σκοπό, αφού σπείρουν ελπίδες, να θερίσουν ισχύ. Υποβιβάζοντας τη δημοκρατία σε ολιγαρχία του πλούτου, του κόμματος, του σογιού, της συντεχνίας.
 
Η ατομική απόλαυση μιας αυθαιρεσίας, βέβαια, είναι κάτι το οποίο οφείλουμε να κατανοούμε στον βαθμό που αυτή ανέτρεψε τους σχεδιασμούς όσων, με την πρόσκαιρη εξουσία που τους χαρίζουν τα υψηλά τους δώματα, επιθυμούν οι άλλοι να βρίσκονται κρεμάμενοι επί ξύλου, κάλπης, βιτρίνας.
 
Να δια-μεσολαβούν δηλαδή αναπαράγοντας τους μύθους του παντοδύναμου κράτους και της ελεύθερης αγοράς.
 
«Το μόνο σχέδιο είναι ότι δεν υπάρχει σχέδιο», θα μάθω, δέκα χρόνια πίσω, ένα ξημέρωμα Οκτώβρη, στα Γιάννενα, για να αντιληφθώ αργότερα ότι το σχέδιο εκτυλίχτηκε μπροστά στα μάτια μου, ενώ είχα ηθελημένα πιαστεί στον ιστό. Το σχέδιο υπάρχει από μόνο του, λοιπόν; Μήπως το δημιουργούμε εμείς;
 
Δεν είναι ότι δεν υπάρχει σχέδιο, όπως υποθέτουμε ή επιχειρούν να μας πείσουν όσοι το έχουν ήδη φτιάξει. Το ερώτημα είναι: ποιος σχεδιάζει; Με τι όρους, τι προσόντα, τι τρόπο, σε πόσο χρόνο, δίνοντας λόγο σε ποιον. Πριν απαντήσουμε για το πολιτικό σύστημα και την διάχυτη κρίση του, ας προσαρμόσουμε το ερώτημα σε πιο κοντινά μας πεδία, όπως το σπίτι, το σχολείο, το πανεπιστήμιο, η γειτονιά, το χωριό, η πόλη.
Αν θέσουμε ερωτήματα, ίσως βρούμε απαντήσεις. Εντός ή εκτός σχεδίου. 

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.