Κυπριακο: Ποιος εμπαιζει ποιον;

Είναι δυνατό τη μια μέρα να συνομιλούν στο Κραν Μοντανά για την επίλυση του Κυπριακού προβλήματος και την επομένη να βρίσκονται αντιμέτωποι στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας με αφορμή την έναρξη των ερευνών για φυσικό αέριο; Πόσο προετοιμασμένες ήσαν οι ενδιαφερόμενες πλευρές για τη διάσκεψη στο Κραν Μοντανά και εξέφραζαν την αισιοδοξία τους; Αν μάλιστα ληφθεί υπόψη ότι το θέμα των ενεργειακών πηγών, δηλαδή της αναλογικής κατανομής τους ανάμεσα στις δύο κοινότητες της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν συμπεριλαμβάνονταν καν στην ατζέντα της διάσκεψης αλλά ούτε της διάσκεψης του Μον Πελερέν του περασμένου Γενάρη, τότε είναι προφανές ότι οι διασκέψεις αυτές είχαν εικονικό χαρακτήρα αφού αγνόησαν το κύριο πρόβλημα που έχει οδηγήσει τις ελληνοτουρκικές και τις ενδοκυπριακές σχέσεις στα όριά τους με την έναρξη των ερευνών στο οικόπεδο 11 από την κοινοπραξία Total και ENI. Διότι η σημερινή ένταση στην κυπριακή ΑΟΖ ήταν αναμενόμενη από τον περασμένο Δεκέμβριο με την εκχώρηση αδειών για έρευνες στην κυπριακή AOZ από την κυβέρνησή της Κυπριακής Δημοκρατίας στους ενεργειακούς κολοσσούς ExxonMobil, Total και ΕΝΙ, δηλαδή αναμένονταν οι αντιδράσεις των Τούρκων πριν από τις δύο διασκέψεις στην Ελβετία!! Εύλογα λοιπόν διερωτάσαι εάν οι άμεσα ενδιαφερόμενοι ενέπαιξαν τη διεθνή κοινότητα ή συνέβη το αντίθετο και τους λόγους που οδήγησαν στο προδιαγεγραμμένο ναυάγιο των συνομιλιών. 

Το θέμα λοιπόν της διαχείρισης των ενεργειακών πηγών θα έπρεπε να προταχθεί όλων των άλλων θεμάτων, όπως συνέβη με τα θέματα εγγυήσεων, επεμβατικών στρατευμάτων και στρατευμάτων κατοχής. Διότι το θέμα των ενεργειακών πηγών έχει μια ιδιαιτερότητα έναντι των άλλων που υφίστανται από το 1974. Ενώ οι άλλες πτυχές του Κυπριακού προβλήματος, όπως π.χ. του εδαφικού, του περιουσιακού, της διακυβέρνησης κ.α. υφίστανται παγίως από τη δημιουργία του προβλήματος μέχρι σήμερα, το πρόβλημα της αξιοποίησης του ενεργειακού πλούτου είναι πρόσφατο και εξελίσσεται ραγδαία: Συμφωνίες για τις έρευνες υπογράφονται, ναυτικές δυνάμεις συγκεντρώνονται, έρευνες διεξάγονται και εύλογα θα πρέπει να αναμένουμε στο άμεσο μέλλον συμφωνίες για την αξιοποίησή τους.

Κι αν ακόμη το Κυπριακό πρόβλημα δεν επιλυθεί ποτέ, δηλαδή οι διαφορές για το εδαφικό, το περιουσιακό, τη διακυβέρνηση παραμείνουν διατηρώντας τη σημερινή de facto κατάσταση στην Κύπρο, είναι αυτονόητο ότι η ειρήνη στην Αν. Μεσόγειο απαιτεί απαντήσεις στο ενεργειακό ζήτημα και μάλιστα άμεσες. Διότι η ένταση θα κλιμακωθεί και εμπλέκονται ξένες δυνάμεις οι οποίες θα λειτουργήσουν ως υποβολείς των ανταγωνιστικών συμφερόντων τους προς τις δύο κοινότητες, στρέφοντας τη μια εναντίον της άλλης κάθε φορά που θεωρούν ότι οι συμφωνίες “αδικούν” τα συμφέροντά τους. Επομένως το δόγμα Αναστασιάδη «πρώτα η λύση (του Κυπριακού), και μετά η συζήτηση για το αέριο» το οποίο αποδέχτηκε και ο κ. Σαμαράς ως πρωθυπουργός (τότε) της χώρας μας, πολιτική που συνεχίζει να ασπάζεται η Αθήνα, οδηγεί τις συνομιλίες σε αδιέξοδο και δημιουργεί εντάσεις στην ευρύτερη περιοχή που ίσως η σύγκρουση συμφερόντων τις καταστήσει ανεξέλεγκτες. Γι’ αυτό το δόγμα “Η Κύπρος αποφασίζει και η Ελλάδα στηρίζει και συμπαρίσταται” είναι απαράδεκτο. Δεν μπορεί να αποφασίζει η Λευκωσία για τον Ελληνισμό, εμπλέκοντας και την Ελλάδα,  αλλά μόνον το εθνικό κέντρο, η Αθήνα.

Γιατί όμως ο ΟΗΕ πρωτοστάτησε στην πραγματοποίηση της διάσκεψης στο Κραν – Μοντανά, παρέστη μάλιστα ο ίδιος ο ΓΓ του, όπως και η ΕΕ δια της υπεύθυνης της εξωτερικής πολιτικής κ. Μογκερίνι αλλά και η Μ. Βρετανία δια του ΥΠΕΞ της ως εγγυήτρια δύναμη, όταν το αδιέξοδο της διάσκεψης ήταν προδιαγεγραμμένο; Βολεύει τις ισχυρές δυνάμεις, που διασφαλίζουν τα συμφέροντά των εταιρειών τους στην περιοχή, η ένταση μεταξύ των δύο κυπριακών κοινοτήτων για το φυσικό αέριο διότι  παρέχει τα προσχήματα της παρουσίας τους; Πραγματικά διερωτώμαι αν μετά την κατάληψη και της Ράκα οι δυνάμεις της Δύσης θα αποχωρήσουν από την περιοχή  ή θα παραμείνουν. Διότι η καταπολέμηση του ISIS παρείχε το πρόσχημα σε δυνάμεις, όπως π.χ. η Γαλλία και η Αγγλία που αποχώρησαν κακήν κακώς το 1956 από την περιοχή κατ’ επιταγή των δύο –τότε– υπερδυνάμεων, να επανέλθουν σήμερα που ο ενεργειακός πλούτος της Αν. Μεσογείου παρουσιάζει μεγάλο οικονομικό ενδιαφέρον. Δεδομένου ότι τα συμφέροντα των εταιρειών τους είναι ανταγωνιστικά θα πρέπει να τα διασφαλίσουν με τη στρατιωτική τους παρουσία στην περιοχή. Το ενεργειακό υπερβαίνει τη λύση του Κυπριακού γι’ αυτό και δεν ενδιαφέρει πλέον η δυνατότητα συνύπαρξης των δύο κοινοτήτων.

Αλεξανδρούπολη, 20 Ιουλίου 2017

*Ο Δημήτρης Μακροδημόπουλος είναι σ. Πολιτικός Μηχανικός ΑΠΘ, τ. Αρχιμηχανικός ΟΣΕ

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.