Αρλετα, κοιτα να ντυνεσαι καλα

Έπειτα από μια λαμπρή πορεία στη μουσική, έπειτα από τραγούδια που ερμήνευσε και έμειναν κλασικά, η σημαντική τραγουδοποιός έφυγε από τη ζωή. Η ιστορία της, η διαδρομή της, οι νότες...

Η Αρλέτα δεν είναι, πια, μαζί μας. Η Αργυρώ Νικολέτα Τσάπρα, όπως ήταν το πλήρες ονοματεπώνυμό της, πάλευε εδώ και χρόνια με τα προβλήματα της υγείας της. Και τους τελευταίους μήνες η κατάστασή της ήταν κρίσιμη.

Η Αρλέτα νοσηλευόταν στην εντατική του νοσοκομείου Αγία Oλγα, καθώς είχε υποστεί εγκεφαλικό επεισόδιο παράλληλα με έμφραγμα.

Τον θάνατό της ανακοίνωσε η αγαπημένη της φίλη, η στιχουργός Σάννυ Μπαλτζή.

Η Αρλέτα έφυγε σε ηλικία 72 ετών.

Σε συνέντευξη που είχε δώσει τον Νοέμβριο του 2016 είχε δηλώσει ότι ζει «από θαύμα». «Ηδη έχω κερδίσει τρεις φορές τον “κύριο” που λέγεται θάνατος, τι να πω, νομίζω ότι μάλλον έχουν σωθεί οι φορές μου» είχε πει, προφητικά, η ίδια.

Ο Φερνάντο Πεσόα είχε γράψει «βλέπουμε όλο αυτό το θαυμάσιο παγκόσμιο ρολόι στον ουρανό κάθε βράδυ, όλο αυτό το θαύμα γύρω μας, και είναι σαν να βλέπουμε ένα υπέροχο ρολόι, αλλά δεν πιστεύουμε ότι υπάρχει ρολογάς». Η Αρλέτα πίστευε βαθιά ότι υπάρχει «ρολογάς».

Τον δικό της θάνατο η Αρλέτα, όπως είχε δηλώσει η ίδια, δεν τον φοβόταν, αλλά μόνο των αγαπημένων της ανθρώπων – είχε χάσει πολλούς. Δεν την ενδιέφερε πώς θα τη θυμόταν το κοινό, δεν την αφορούσε, δεν την απασχολούσε. Το μόνο που επιθυμούσε ήταν να τη θυμόμαστε με ευχαρίστηση.

Τα τελευταία χρόνια, η Αρλέτα αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα με την υγεία της. Τον Φεβρουάριο του 2008 είχε τεθεί σε κίνδυνο η ζωή της όταν έπαθε εγκεφαλική αιμορραγία, λίγο πριν από προγραμματισμένη συναυλία της. Τότε, είχε υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση στο νοσοκομείο του Βόλου. Παρά την κρισιμότητα της κατάστασής της, κατάφερε να αναρρώσει. Μάλιστα, είχε επιστρέψει στο τραγούδι που τόσο αγαπούσε, με sold out παραστάσεις σε Τεχνόπολη, στον κήπο του Μεγάρου Μουσικής, αλλά και στο Half Note, παρέα με τον φίλο και χρόνια συνεργάτη της Λάκη Παπαδόπουλο. «Το ότι ζω αυτή τη στιγμή μάλλον είναι θαύμα»
έλεγε τότε, με το ιδιαίτερο χιούμορ της. Ο «Λάκης με τα ψηλά ρεβέρ», μάλιστα, έγραφε νέα τραγούδια για την Αρλέτα και όλοι πιστεύαμε ότι θα μπορέσει να τα αποτυπώσει σε μια δισκογραφική δουλειά. Αλλά δεν πρόλαβαν ποτέ να την ολοκληρώσουν.

Η Αρλέτα γεννήθηκε στις 3 Μαρτίου 1945, στην Αγίου Κωνσταντίνου, στην Ομόνοια, όπου έζησε μέχρι 12 χρόνων. Μετά πήγε στα Εξάρχεια όπου και πέρασε όλη της τη ζωή και θεωρούσε ότι είναι και η πατρίδα της.

Ενώ σπούδασε ζωγραφική στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών, την κέρδισε το τραγούδι. Επίσης, ήθελε να γίνει και δημοσιογράφος. Το τραγούδι μπήκε από πολύ νωρίς στη ζωή της, καθώς από παιδί έμαθε να τραγουδά από τον πατέρα της, ο οποίος μπορεί να ήταν γιατρός στο επάγγελμα, αλλά ήταν και εξαιρετικός τραγουδιστής. Τα μοναδικά ερεθίσματα ήταν ένα ραδιόφωνο που έπαιζε οπερέτες και τα δημοτικά τραγούδια που άκουγε στο χωριό από όπου καταγόταν, τον Ορχομενό Βοιωτίας. Οταν ήταν μικρή δεν τραγουδούσε μόνη της, αλλά κρυβόταν πάντα πίσω από τους «προστάτες» της, τον πατέρα και την αδερφή της. Καμιά φορά τραγουδούσε μόνο για τη μητέρα της, η οποία έκλαιγε όταν την άκουγε να τραγουδάει και μετά της έκανε όλα τα χατίρια….

Οταν ακόμα ήταν πρωτοετής στην Καλών Τεχνών συναντήθηκε για πρώτη φορά με τον Γιώργο Παπαστεφάνου σε μια εκδρομή, όπου την άκουσε να τραγουδά το «Αξιον Εστί». Ενθουσιάστηκε και τη ρώτησε αν θέλει να κάνει δίσκο. Κάπως έτσι έκανε τον πρώτο της με τίτλο «Τραγουδά η Αρλέτα». Εκεί, ξεκίνησαν όλα…

Τη δισκογραφική της καριέρα, λοιπόν, την ξεκίνησε τη δεκαετία του ‘60 συμμετέχοντας στο λεγόμενο Νέο Κύμα της ελληνικής μουσικής. Στα πρώτα της δισκογραφικά βήματα συνεργάστηκε με αρκετούς γνωστούς συνθέτες, όπως ο Γιάννης Σπανός, ο Μάνος Χατζιδάκις, ο Μίκης Θεοδωράκης. Η μουσική της Αρλέτας έτυχε ιδιαίτερης επιτυχίας σε μπουάτ των Αθηνών. Για την ακρίβεια, είχε μια δική της μπουάτ που η χούντα την έκλεισε, για τρία χρόνια. Βέβαια, η ίδια υποστήριζε ότι δεν είχε απόλυτη μουσική συνάφεια με το Νέο Κύμα – θύμιζε ότι είχε κάνει τρεις δίσκους με αυτή τη μουσική κουλτούρα και άλλους, περίπου, δεκαοκτώ εκτός αυτής. Δεν της άρεσαν οι ταμπέλες, τις σιχαινόταν. Αργότερα, της είχαν αποδώσει ότι ήταν η «Τζόαν Μπαέζ της Ελλάδας». Η ίδια, το απέριπτε.
 
Είναι αδύνατο να καταγραφούν οι εμφανίσεις της σε μουσικές σκηνές, εκεί όπου της άρεσε να παίζει τις μουσικές της, εκεί όπου νικούσε το ότι ήταν ένας μοναχικός άνθρωπος. Μια γυναίκα που, ανάμεσα στα υπόλοιπα, μισούσε τα αδιέξοδα και τις… μπάμιες. Αγαπούσε, αντίστοιχα, να γράφει. Το 1997 κυκλοφόρησε το βιβλίο «Από πού πάνε για την Ανοιξη» με κείμενα, στίχους, σχέδια και ζωγραφιές της, από τις εκδόσεις «Καστανιώτη».
 
Το 1981 ηχογράφησε τον πρώτο δίσκο με δικό της υλικό («Ενα Καπέλο με Τραγούδια»). Το 1984 και το 1985 γνώρισε μεγάλη επιτυχία με τραγούδια που της έγραψαν ο συνθέτης Λάκης Παπαδόπουλος και η στιχουργός Μαριανίνα Κριεζή στους δίσκους «Περίπου» και «Τσάι Γιασεμιού».
 
Κάποιες από τις επιτυχίες της που θα θυμόμαστε για πάντα είναι οι: «Μια Φορά Θυμάμαι», «Τα Μικρά Παιδιά», «Το Λέει Και Το Τραγούδι», «Ο Λύκος», «Το Τραγούδι Της Δραχμής», «Καφενείο», «Σερενάτα», «Batida de Coco», «Μπαρ το Ναυάγιο», «Λεωφορείο το 2».

Ποιο ήταν το αγαπημένο σας τραγούδι από την Αρλέτα; Το δικό μου, με διαφορά, ήταν και θα είναι για πάντα αυτό…

Κι αν κάθομαι ακόμα και σου γράφω, είναι γιατί σε πόνεσα πολύ. Κοίτα να ντύνεσαι καλά, Αρλέτα. Ερχεται κρύο…


Πηγή: www.protagon.gr

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.