Εμβαθυνοντας στα προβληματα συμπεριφορας και διαχειρισης κρισεων στο σχολικο περιβαλλον

Μέσα από τις ομιλίες των Γ. Καλαμάτα, Ε. Τσακιρίδη και Ε. Σεραφείμ - «Για να χαίρεται κάθε παιδί να πηγαίνει σχολείο!»

Ημερίδα διεξήχθη το Σάββατο 25 Νοεμβρίου έχοντας ως κεντρικό άξονα την Εκπαιδευτική Ψυχολογία και, πιο συγκεκριμένα, τα προβλήματα συμπεριφοράς και τη διαχείριση κρίσεων στο σχολικό περιβάλλον. Η εκδήλωση με ομιλητές τους κ. Γλυκερία Καλαμάτα, ψυχολόγο ΑΠΘ, κ. Τσακιρίδη Ελευθέριο, λογοθεραπευτή και Δρ. Ευαγγελία Σεραφείμ, σχολική σύμβουλο ΠΕ φιλοξενήθηκε από τη Λέσχη Κομοτηναίων που κατακλύστηκε από την τεράστια προσέλευση κυρίως εκπαιδευτικών και φοιτητών όλων των τμημάτων του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου σε διοργάνωση της ΔΑΠ ΝΔΦΚ Ελληνικής Φιλολογίας.

Η ημερίδα ήταν αφιερωμένη σε ένα καίριο ζήτημα που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι σύγχρονοι εκπαιδευτικοί όλων των βαθμίδων εκπαίδευσης, που δεν είναι άλλο από τη διαχείριση προβλημάτων συμπεριφοράς των μαθητών και του στρες. 

Διαχείριση κρίσεων στο σχολικό περιβάλλον 

Ο όρος «κρίση», είπε η κ. Καλαμάτα επιχειρώντας να ξεκινήσει την εισήγησή της με έναν ορισμό, είναι μία προσωρινή κατάσταση αναστάτωσης κατά την οποία το άτομο αδυνατεί να χειριστεί τις συνήθεις μεθόδους του. Επέρχεται έπειτα από ένα απρόβλεπτο, μη ελέγξιμο και δυσάρεστο συμβάν, συνέχισε η ομιλήτρια εμβαθύνοντας στις αιτίες, σωματοποιείται, ενώ οδηγεί και σε μία σειρά αρνητικών συναισθημάτων. «Η κρίση επιφέρει όχι μόνο ψυχολογική αποσταθεροποίηση, αλλά και αλλαγή προς το καλύτερο, αφού το άτομο αναπτύσσει νέες στρατηγικές επίλυσης», υπογράμμισε αναφερόμενη στα αποτελέσματα που επιφέρει μία κρίση ,«τα ψυχικά αποθέματα και η κοινωνική στήριξη, βέβαια, αποτελούν καίριους παράγοντες».
 

Υπάρχουν όμως, όπως παρατήρησε η ψυχολόγος, ανάμεσα στις αντιδράσεις παιδιών και εφήβων, διαφορές που δεν συνδέονται ξεκάθαρα με το γεγονός της κρίσης. «Στην προσχολική ηλικία οι αντιδράσεις εκφράζονται μη λεκτικά, συχνά μέσω του παιχνιδιού που σχετίζεται με το τραυματικό γεγονός, ενώ στη σχολική ηλικία εκδηλώνονται, σωματοποιούνται και περιγράφονται λεκτικά», τόνισε συνεχίζοντας την τοποθέτησή της η κ. Καλαμάτα, «κατά την προεφηβική και εφηβική ηλικία οι εκδηλώσεις μοιάζουν με αυτές των ενηλίκων, ενώ έχουν παρατηρηθεί επιθετικές αλλά και αυτοτραυματικές συμπεριφορές».
 
Οι κρίσεις, υπογράμμισε η ψυχολόγος θέλοντας να κάνει μία σύνδεση με τον σχολικό χώρο, προκαλούν μία δυσπροσαρμοστική σχολική συμπεριφορά, μπορούν ,όμως, να αντιμετωπιστούν σταδιακά με τις κατάλληλες στρατηγικές. Μέσω παρεμβάσεων και στήριξης από επαγγελματία, εξήγησε, τα παιδιά θα κατανοήσουν το γεγονός και θα πειστούν ότι τα συναισθήματά τους για την κρίση είναι φυσιολογικά και αναμενόμενα. «Εξάλλου μία κρίση επιφέρει και θετικά αποτελέσματα», κατέληξε καθώς ολοκλήρωσε την τοποθέτηση της, «αφού ο μαθητής αναθεωρεί τον εαυτό του, ωριμάζει και θέτει νέες προτεραιότητες». 

Ο ρόλος και οι δυνατότητες του Σχολικού Συμβούλου 

Μία μικρή εισαγωγή παραθέτοντας ορισμένα στατιστικά στοιχεία έκανε η Δρ. Σεραφείμ παίρνοντας με τη σειρά της το λόγο. Εν συντομία ανέφερε πως ένας στους πέντε μαθητές αναμένεται να εκδηλώσει κάποιο πρόβλημα σε σχέση με την ψυχική του υγεία, τη σχολική και κοινωνική του προσαρμογή, ενώ έρευνες στις οποίες αναφέρθηκε η σχολική σύμβουλος έκαναν φανερό ότι τα ποσοστά των παιδιών με προβλήματα ψυχικής υγείας, σχολικής και ψυχοκοινωνικής προσαρμογής κυμαίνονται μεταξύ 10% – 20% διεθνώς, με την Ελλάδα να παρουσιάζει παρόμοια ποσοστά. Ο σχολικός εκφοβισμός, πρόσθεσε έπειτα, αποτελεί επίσης ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που παρατηρείται στα σχολεία με αρκετά σημαντικά ποσοστά 9- 10% διεθνώς αλλά και στην Ελλάδα.
 
Τον ρόλο του σχολικού συμβούλου απέναντι σε μορφές ανεπιθύμητης συμπεριφοράς ανέλυσε εκτεταμένα στη συνέχεια της εισήγησής της. «Ο σχολικός σύμβουλος παρακολουθεί τόσο τη διδασκαλική διαδικασία όσο και την εκπαιδευτική πραγματικότητα και έχοντας πρόσβαση σε δάσκαλο, μαθητή, γονέα και διευθυντή  θέτει στο ‘’σύστημα’’ τις αρχές και τους όρους συνεργασίας και αντιμετώπισης του προκύπτοντος θέματος», υπογράμμισε έχοντας προσωπική εμπειρία επί του θέματος -μιας και ασκεί και η ίδια το επάγγελμα αυτό-, «με βάση την αμοιβαία εμπιστοσύνη δασκάλου και σχολικού συμβούλου είναι δυνατόν να μειωθούν ή και να εκλείψουν οι ανεπιθύμητες συμπεριφορές στο σχολικό εκπαιδευτικό σύστημα. Για να χαίρεται κάθε παιδί να πηγαίνει στο σχολείο…». 

Τα αποτελέσματα των διαταραχών ομιλίας στην παιδική ψυχολογία 

Για τις διαταραχές στην ομιλία και τα αποτελέσματά τους στην παιδική ψυχολογία στο πλαίσιο του σχολικού περιβάλλοντος μίλησε με τη σειρά του ο λογοπεδικός  και λογοπαθολόγος , κ. Λευτέρης  Τσακιρίδης. Την εισήγησή του ξεκίνησε απαριθμώντας τις κυριότερες από αυτές, τραυλισμός, μαθησιακές δυσκολίες, φωνολογικές δυσκολίες  και γλωσσική εξελικτική διαταραχή, παιδιά σε φάσμα αυτισμού, βαρηκοΐα και οριακή νοητική υστέρηση ή κινητικά προβλήματα Στις περιπτώσεις αυτές , η συχνή επικοινωνία μεταξύ εκπαιδευτικού και  οικογένειας,  όπως επίσης  και η συνεργασία με δομές όπως τα Κέντρα Διάγνωσης, Αξιολόγησης και Υποστήριξης,  με σχολικό ψυχολόγο και λογοπεδικό , συνέχισε ο κ. Τσακιρίδης  επιχειρώντας να αναδείξει τρόπους διαχείρισης των διαταραχών, είναι απαραίτητη και καθοριστική, ιδιαίτερα τα πρώτα χρόνια της σχολικής ζωής του μαθητή.
 

Η αποχή από το μάθημα, η άρνηση για συμμετοχή και τα ψυχοσωματικά συμπτώματα, τόνισε αναφερόμενος σε προβλήματα που καλείται να αντιμετωπίσει ένας σύγχρονος εκπαιδευτικός, μπορούν να αποφευχθούν εάν υπάρχει πρώιμη παρέμβαση, αλλά ακόμη και σε μεγαλύτερη ηλικία, πάλι μπορούν να αντιμετωπιστούν με πολύ μεγάλη επιτυχία, από έναν λογοπεδικό. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι να υπάρχει καλή προετοιμασία τόσο από τους εκπαιδευτικούς όσο και από τους μαθητές της τάξης αυτής, μιας και η παρουσία ενός παιδιού με διάχυτη αναπτυξιακή διαταραχή  μέσα στην τάξη, είπε ο ομιλητής θέλοντας να δώσει ένα παράδειγμα, μπορεί να προκαλέσει προβλήματα ή να αμβλύνει τα ήδη υπάρχοντα προβλήματα και να προκαλέσει  κάποια δυσκολία στη διαχείριση της όλης κατάστασης.
 
Σε τέτοιες περιπτώσεις είναι επιτακτική η ανάγκη να αντιμετωπιστεί η κατάσταση αυτή, διεπιστημονικά, τόσο μέσα από δημόσιους φορείς, όπως τα ΚΕΔΔΥ και το σχολικό σύμβουλο, τόνισε κάνοντας μία σύνδεση με την εισήγηση της Δρ. Σεραφείμ, αλλά και από λογοπεδικό  και σχολικό ψυχολόγο ή παιδοψυχολόγο. Απαιτείται, πρόσθεσε, κατανόηση και χρόνος, προκειμένου να κτιστούν γέφυρες επικοινωνίας.  
 
«Είναι εύλογο να υπάρχουν προβληματισμοί  τόσο από τη μεριά των συγκεκριμένων μαθητών όσο και από την υπόλοιπη εκπαιδευτική και μαθητική κοινότητα», είπε καταλήγοντας, «στις περιπτώσεις αυτές απαιτείται διεπιστημονική αντιμετώπιση, καθοδήγηση και συνεργασία με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς , και θεραπευτές».

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.