Ισιδωρος Ζουργος «Ο συγγραφεας ειναι παντου και περισσοτερο στα προσωπα τα οποια απεικονιζει»

Mε αφορμή τη σημερινή παρουσίαση του μυθιστορήματος του «Λίγες και μία νύχτες» - «Οι τίτλοι μου έχουν υπόγεια και φανερά δίκτυα επικοινωνίας με το περιεχόμενο του βιβλίου»

Στην Κομοτηνή θα βρεθεί σήμερα, ο συγγραφέας κ. Ισίδωρος Ζουργός, επανερχόμενος στα Θρακικά εδάφη, μετά από σχεδόν τρία χρόνια. Αφορμή της παρουσίας του στην πόλη μας η παρουσίαση του νέου του μυθιστορήματος με τίτλο «Λίγες και μία νύχτες» που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πατάκη, οι οποίες μαζί με τα βιβλιοχαρτοπωλεία «Βαφειάδης» είναι και οι οικοδεσπότες της παρουσίασης.
 
Ένα μυθιστόρημα ευρωπαϊκό, υπό την έννοια ότι ο πρωταγωνιστής του, στη διάρκεια της πολυκύμαντης ζωής του, θα ταξιδέψει και θα ζήσει σε πολλά μέρη της Ευρώπης, αλλά με έντονη υποσημείωση στην ελληνική ιστορία, των αρχών του 20ου αιώνα και πολύ περισσότερο στην Θεσσαλονίκη που αποτελεί και το κέντρο της ιστορίας του βιβλίου.
 
Ένα βιβλίο, δύο όμως ιστορίες, οι οποίες όπως τόνισε ο ίδιος μιλώντας στο «Ράδιο Παρατηρητής 94 fm»  «παίζουν» μεταξύ τους, με τη δεύτερη μάλιστα, «κάποιες φορές πολύ γλυκά και περίτεχνα» να υπονομεύει και την κύρια. Μία ιστορία με πρωταγωνιστή ένα 11χρονο αγόρι, την ενηλικίωση του οποίου, ο αναγνώστης παρακολουθεί, βιώνοντας μαζί του τις λίγες νύχτες του σε έναν κόσμο παραμυθιού που ζει, αλλά και τη μία, κατά την οποία ενθυμάται.
 
Ισίδωρος Ζουργός όμως…
 
ΠτΘ: Ο τίτλος μας παραπέμπει στο «Χίλιες και μία νύχτες». Για πιο λόγο επιλέξατε αυτό τον τίτλο;
Ι.Ζ.:
Το έχω ως αρχή πάντα, οι τίτλοι μου να είναι συμβατοί και να έχουν υπόγεια και φανερά δίκτυα επικοινωνίας με το περιεχόμενο του βιβλίου. Μπορώ πάνω σε αυτό να σας πω για τις συνδέσεις των παραμυθιών της ανατολής, καθώς ο συνειρμός μας πάει στις «Χίλιες και μία νύχτες». Η υπόθεση του μυθιστορήματος ξεκινάει στη Θεσσαλονίκη τον Απρίλιο του 1909, όταν εμφανίζεται δέσμιος, για να φυλακιστεί στη Θεσσαλονίκη ο έκπτωτος σουλτάνος Αβδούλ Χαμίτ. Ένα ιστορικό γεγονός το οποίο έχει πολύ μεγάλη σημασία για την ίδια την πόλη, καθώς για πρώτη φορά η πόλη αυτή ζει τέτοια πανευρωπαϊκής σημασίας γεγονότα, γιατί ο σουλτάνος Αβδούλ Χαμίτ είχε κλείσει τριάντα χρόνια στην εξουσία, ήταν γνωστός και στην Ασία και στην Αφρική και στην Ευρώπη λόγω του πολυκύμαντου βίου του. Άρα αυτό το γεγονός από μόνο του είναι κάτι πολύ σημαντικό για τη δημοσιογραφία και την επικαιρότητα της εποχής. Εκείνο τον Απρίλιο που φτάνει από την κυβέρνηση των Νεότουρκων αιχμάλωτος, φυλακίζεται σε μια πολυτελέστατη έπαυλη στη συνοικία των Εξοχών της Θεσσαλονίκης. Σύμφωνα με το βιβλίο, ο κηπουρός, αυτής της μεγάλης βίλας, είχε ένα γιο, ο οποίος ήταν τότε έντεκα χρονών. Το παιδί αυτό ξαφνικά μπροστά του βλέπει έναν άλλο κόσμο, γιατί η εμφάνιση του σουλτάνου συνοδεύτηκε και με πάρα πολλούς αξιωματούχους, συνοδεύτηκε από μια κοσμοσυρροή, η οποία στα μάτια ενός παιδιού φτωχού της εποχής εκείνης, είχε κάτι το μαγικό και παραμυθένιο. Έτσι, μπροστά στα μάτια εκείνου του παιδιού περνάνε λίγες νύχτες που θυμίζουν παραμύθι, και έτσι ξεκινάει η βασική σύνδεση με τον τίτλο που είπαμε. Οι λίγες νύχτες του Λευτέρη Ζέβγου που πρωταγωνιστεί, ξεκινούν τον Απρίλιο του 1909, και όλα τελειώνουν, σύμφωνα με την αφήγηση του βιβλίου, κάποιο βράδυ καλοκαιριού του 1979 στην ίδια περίπου περιοχή. Μόνο που τώρα ο συγγραφέας είναι γέρος, είναι τυφλός και ζει σε ένα ρετιρέ μιας πολυκατοικίας που χτίστηκε εκεί που ήταν κάποτε η συνοικία των Εξοχών.  Εκείνη την τελευταία νύχτα με την οποία ασχολούμαστε είναι αυτή που έχει τη σύνδεση με τον τίτλο. Λίγες νύχτες μαγικές πραγματικά για τα μάτια ενός φτωχού παιδιού τον Απρίλιο του 1909, οι οποίες θα συνοδεύσουν και την πορεία της ζωής του κατόπιν, και μια νύχτα, η τελευταία, η οποία είναι σύνοψη της ζωής και της δράσης αυτού του ανθρώπου που έζησε μια ζωή γεμάτη περιπέτειες, άξιες κανείς να τις διηγηθεί. Εννοείται ότι ο πρωταγωνιστής του βιβλίου είναι ένα πρόσωπο συγγραφικής επινόησης και δεν έχει να κάνει με κάποιο υπαρκτό πρόσωπο. 

«Υπάρχει μια δεύτερη αφήγηση, η οποία παίζει με την κύρια και σε κάποιες φορές πολύ γλυκά και περίτεχνα την υπονομεύει» 

ΠτΘ: Ολοκληρώνετε το βιβλίο με μια ημέρα το 1979. Πρόκειται για μια δεύτερη ιστορία, μέσα στην κεντρική ιστορία…
Ι.Ζ.:
Ουσιαστικά αυτή η τελευταία νύχτα η οποία αναφέρεται, η μία νύχτα του τίτλου, είναι η νύχτα κατά την οποία ο εύπορος πια και πολύ γέρος Ζεύγος, ακούει από έναν νεαρό συγγραφέα την ανάγνωση ενός μυθιστορήματος, το οποίο έχει ως θέμα τη ζωή του. Ο ίδιος ο Λευτέρης Ζεύγος τα τελευταία χρόνια της ζωής του, δίνει εντολή και πληρώνει κάποιον νεαρό συγγραφέα να γράψει τη μυθιστορηματική βιογραφία της ζωής του, ενώ προηγουμένως τον έχει εφοδιάσει με πάρα πολλές αφηγήσεις για τις περιπέτειές του. Έτσι, εκείνη τη μία νύχτα,  το βιβλίο έχει τελειώσει, και ο συγγραφέας, όπως και ο βιογραφούμενος, κάθονται ο ένας απέναντι  στον άλλον, και περνούν μια νύχτα, όπου ο ένας διαβάζει τα αποσπάσματα της βιογραφίας του, ενώ ο βιογραφούμενος συγκινείται μεν αλλά και πάρα πολλές φορές διαφωνεί με τον συγγραφέα, για το είδος της αφήγησης που έχει επιλέξει εκείνος να κάνει. Άρα πολύ σωστά έχει διατυπωθεί από πολλούς αναγνώστες ότι ουσιαστικά είναι μια δεύτερη αφήγηση, η οποία παίζει με την κύρια αφήγηση του βιβλίου, και σε κάποιες φορές πολύ γλυκά και περίτεχνα, κατά τη γνώμη μου, την υπονομεύει. 

«Σε οποιοδήποτε μυθιστόρημα ο συγγραφέας υπάγεται στα πάντα, ακόμα και από τον τρόπο που περνάει το φως μέσα από τα φύλλα» 

ΠτΘ: Στο πρόσωπο του Ορέστη, του συγγραφέα της ιστορίας, τοποθετείτε τον μυθιστορηματικό σας εαυτό;
Ι.Ζ.:
Νομίζω ότι δεν υπάρχει συγγραφέας που να γλιτώνει από αυτές τις σταθμίσεις ή τις συγγένειες και οι περσόνες που επινοεί για τα βιβλία του έχουν σίγουρα κάτι λιγότερο ή περισσότερο δικό του. Προφανώς κι εγώ έχω βρεθεί στο ρόλο του συγγραφέα, αλλά έχω βρεθεί επίσης και στο ρόλο του βιογραφούμενου, διότι σε οποιοδήποτε μυθιστόρημα ο συγγραφέας υπάγεται στα πάντα, ακόμα και από τον τρόπο που περνάει το φως μέσα από τα φύλλα, ακόμα στις μυρωδιές που έχουν οι γειτονιές και τα σπίτια. Ο συγγραφέας είναι παντού, και περισσότερο βέβαια στα πρόσωπα τα οποία απεικονίζει. 

«Ήθελε με κάποιον τρόπο αναγνώσματα που έχω σωματοποιήσει, να τα βάλω, να ξαναϋπάρξουν, να ζήσουνε μια δεύτερη ζωή» 

ΠτΘ: Σε κάποιο σημείο του βιβλίου βλέπουμε ότι εμφανίζεται και ο Γιούγκερμαν, ο γνωστός ήρωας του Καραγάτση. Πώς τον εμπλέξατε και κυρίως, γιατί στην πορεία του βιβλίου;
Ι.Ζ.:
Αυτός ήταν ένας πειραματισμός τον οποίο είχα ξεκινήσει στο προηγούμενο βιβλίο μου, το «Σκηνές από τον βίο του Ματίας Αλμοσίνο». Ένιωσα την επιθυμία κάποια στιγμή, κάποια αναγνώσματα που είχα στην κυριολεξία σωματοποιήσει, με κάποιον τρόπο να τα βάλω να ξαναϋπάρξουν, να ζήσουν μια δεύτερη ζωή, σε κάποιο από τα βιβλία. Γι' αυτό στο «Σκηνές από τον βίο του Ματίας Αλμοσίνο» παίρνω πρόσωπα και καταστάσεις από το πολύκροτο έργο του Διονυσίου Ρώμα τον «Περίπλου» και το συνταιριάζω σε ένα κεφάλαιο εκείνου του βιβλίου. Για την ακρίβεια ο Ματίας Αλμοσίνο και η συντροφιά του, οι δικοί μου ήρωες σε εκείνο το βιβλίο, σε ένα μόνο κεφάλαιο συναντιούνται με τον Βαρτάγκελλο Νταβιτσέντσα και κάποιους άλλους γύρω από αυτόν,  και για έναν ολόκληρο κεφάλαιο τα δυο βιβλία έχουν συναντηθεί. Στο επόμενο ο καθένας παίρνει τον δρόμο του. Αυτό είναι ένα παιχνίδι το οποίο φέρνει τα βιβλία κοντά. Προωθεί λίγο τη «συναναστροφή» των βιβλίων. Αυτό το παιχνίδι μου φάνηκε πάρα πολύ ενδιαφέρον και αποφάσισα να το ξανακάνω και σε αυτό το μυθιστόρημα. Αυτή τη φορά βέβαια αποφάσισα να φωτίσω ένα άλλο πρόσωπο της ελληνικής πεζογραφίας. Αυτή τη φορά διάσημο, τουλάχιστον στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό, και μιλάμε για τον Βασίλη Κάρλοβιτς Γιούγκερμαν, τον γνωστό ήρωα του Καραγάτση. Ο Βασίλη Κάρλοβιτς Γιούγκερμαν, ήταν ένας ήρωας, ο οποίος εδώ και πάρα πολλές δεκαετίες με έχει στοιχειώσει ,αναγνωστικά, και ήθελα να του δώσω και εκείνου μια ευκαιρία να ξαναζήσει μέσα από τις σελίδες του βιβλίου. Γι' αυτό λοιπόν επινόησα τη φιλία ανάμεσα στον Λευτέρη Ζεύγο και στον Βασίλη Κάρλοβιτς Γιούγκερμαν, γιατί θεωρώ ότι κατά βάθος έχουν πολλούς συνδετικούς κρίκους και ιδιοσυγκρασίας, αλλά και περιπετειών ζωής. 

«Η αρχική στόχευση και φιλοδοξία είναι αμιγώς λογοτεχνική» 

ΠτΘ: κ. Ζουργέ, πολλά από τα στοιχεία που εμπεριέχει το βιβλίο, ως προς τον τόπο για παράδειγμα ή κάποιους αληθινούς χαρακτήρες, θα μπορούσαν να λειτουργήσουν και εκπαιδευτικά προς τον αναγνώστη. Ως εκπαιδευτικός θεωρείτε ότι σήμερα η μυθιστορία μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο στην εκπαίδευση κυρίως των νέων παιδιών;
Ι.Ζ.:
Η αρχική στόχευση και φιλοδοξία αμιγώς είναι λογοτεχνική. Με ενδιαφέρει να κάνω μυθοπλασία, ένα είδος που το λατρεύω και προσπαθώ να το υπηρετήσω όλα αυτά τα χρόνια. Δεν μου είναι διόλου δυσάρεστο, ίσως μου είναι ευχάριστο, όταν ακούω πολλές φορές από αναγνώστες, ότι πέρα από το λογοτεχνικό κομμάτι, μάθαμε και πάρα πολλά πράγματα για κάποιες εποχές που αλλιώς δεν θα μαθαίναμε. Υπάρχει και αυτή η διάσταση στο μυθιστόρημα. Δεν είναι η κυρίαρχη φυσικά, είναι μια «παράπλευρη ωφέλεια». Το να μαθαίνεις κάποια πράγματα με έναν τρόπο πολύ πιο ευχάριστο, από το να διαβάζεις ιστορικά γεγονότα ή δοκίμια. Το μυθιστόρημα του εσωτερικού περιβάλλοντος, δίνει και αυτή την ικανοποίηση, ότι μαθαίνεις με έναν πολύ ωραίο τρόπο πράγματα τα οποία τελικά δεν θα τα συναντούσες εάν δεν είχε γραφτεί το Α΄ ή το Β΄ μυθιστόρημα.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.