H συλλογη διηγηματων «Αλικα Κοκκινα» της Μαριας Τολουδη παρουσιαστηκε στην Κομοτηνη

Από τον «ΠτΘ», την Κάπα Εκδοτική και τον Σύλλογο Εβριτών ν.Ροδόπης - Με ομιλητές τον Μιχάλη Αναστασιάδη, τη Γεωργία Ντεμίρη και τον Χρήστο Χατζηπέμου

Η συλλογή διηγημάτων «Άλικα Κόκκινα» της Εβρίτισσας συγγραφέα κ. Μαρίας Τολούδη παρουσιάστηκε το απόγευμα της Πέμπτης, 15 Μαρτίου στην Κομοτηνή, με πρωτοβουλία της 2k Project και τη συνεργασία του «Παρατηρητή της Θράκης», της Κάπα Εκδοτικής και του Συλλόγου Εβριτών ν.Ροδόπης.
 
Η Μαρία Τολούδη βρέθηκε ανάμεσα σε γνωστούς και φίλους. Φίλους ζωής αλλά και φίλους που απέκτησε μέσα από την συγγραφική της πορεία, η οποία δεν περιορίζεται στην συγγραφή ποιημάτων και διηγημάτων, αλλά «επεκτείνεται» και στο δημοσιογραφικό χώρο, μιας και έχει «διανύσει» αρκετά χιλιόμετρα στις σελίδες του τοπικού τύπου της Περιφέρειας ΑΜ-Θ.
 
Ανάμεσα σε παλιούς και νέους φίλους η Μαρία Τολούδη μίλησε για τα «Άλικα κόκκινα», μία συλλογή 48 συνολικά διηγημάτων, με το ομώνυμο διήγημα να πρωταγωνιστεί, αφιερωμένα στην καθημερινότητά μας. Εικόνες οικείες σε όλους που «απαθανάτισε» και μετέφερε δια της γραφίδος της στα διηγήματά της. Εικόνες που αφορούν στη μοναξιά, τη μετανάστευση, την επιθυμία, την ανάγκη, την προσμονή, το πάθος και πολλά πολλά άλλα.
 

Παλιούς και νέους φίλους, μεταξύ αυτών ο Συντονιστής της Νομαρχιακής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ κ. Σταμάτης Σακελλίων, ο αρχιτέκτονας κ. Κώστας Κατσιμίγας και η σύζυγός του Ντίνα Σκαπαριώτου, ο μηχανικός κ.Σταύρος Τσάγκος και η σύζυγός του Άρτεμις Σηλυβού, η κ. Μαρία Τριανταφυλλίδου,  ο Αναπληρωτής Καθηγητής Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας του ΤΕΦ του ΔΠΘ κ. Γιώργος Τσομής, ο Σταύρος Δελής κ.ά.
 
Με τον ηθοποιό Φιλοποίμενα Ανδρεάδη να εισαγάγει το κοινό με τον μοναδικό του τρόπο δια της ανάγνωσης στον κόσμο της συγγραφέως όπως τον καταγράφει στα διηγήματα, αλλά και να μας αποχαιρετά, με τον επίλογο της εκδήλωσης να γίνεται και πάλι  από τον ίδιο. 
 

Στο ενδιάμεσο πέραν της συγγραφέα για το βιβλίο, αλλά και για την ίδια την συγγραφέα μίλησαν ο κ.Μιχάλης Αναστασιάδης,  φιλόλογος  και υποψήφιος διδάκτορας του ΤΕΦ/ΔΠΘ, ο οποίος ξεκίνησε την εισήγησή του από την αισθητική του βιβλίου, το κόκκινο χρώμα του εξωφύλλου το οποίο περιγράφει επακριβώς τον τίτλο της Συλλογής, και την εστίασή του σε στιγμές και πρόσωπα της καθημερινότητας, η κ. Γεωργία Ντεμίρη, μεταπτυχιακή φοιτήτρια του Τμήματος Ελληνικής Φιλολογίας του ΔΠΘ, της οποίας η εξαιρετική ανάγνωση παρατίθεται ακολούθως,  αλλά και ο πρόεδρος του Συλλόγου Εβριτών ν.Ροδόπης κ. Χρήστος Χατζηπέμου, που αναφέρθηκε στον ευχάριστο τρόπο με τον οποίο προσλαμβάνονται τα διηγήματα, χαρίζοντάς χρώμα και φως στην σκληρή και τρεχάτη καθημερινότητά μας, υπό τον συντονισμό της δημοσιογράφου κ.Νατάσσας Βαφειάδου.
 
Τοποθετήσεις, αφορμή για συζήτηση η οποία επακολούθησε με το κοινό να καταθέτει την άποψή του για τα όσα η κ. Τολούδη καταγράφει με φόντο το κόκκινο, το χρώμα του πάθους, του αίματος αλλά και της ζωής. 

Γεωργία Ντεμίρη «Άλικα κόκκινα»: γραφή σχεδόν κινηματογραφική 

«Εμφανίστηκε ένα πρωινό του Δεκέμβρη άγγελος από βορρά. Ξανθιά,  οστεώδης, με γυμνές τις τορνευτές γάμπες της να ισορροπούν πάνω σε ψηλοτάκουνα τελείως εκτός ώρας, τόπου κι εποχής πέδιλα. Το σώμα της, παρά τον λιγοστό όγκο του, σταματούσε τον ήλιο λες και ήθελε να τονίσει το φως των ματιών της. Τεράστιες γαλάζιες λίμνες βαριά σκιασμένες από το ρίμελ. Φιγούρα «μοντιλιάνι». Παρ’ όλο το εύθραυστο της ύπαρξής της, είχε μια δυναμική και διεκδικητικότητα η στάση της αταίριαστη με την παρουσία της. Η συνέχεια τις δικαιολογούσε». Σ’ αυτή τη συνέχεια αναφέρεται η Μαρία Τολούδη, στο βιβλίο της, δείχνοντας πως η ύπαρξη του ατόμου αν κι ασυνεχής με το πέρασμα του χρόνου, οικειοποιείται τις συνέχειες των άλλων υπάρξεων. Τα 48 διηγήματα με τις ιστορίες τους, μοιάζουν να εγγράφονται με την τεχνική του βλέμματος και της εικόνας σε ώρες, τόπους κι εποχές, όπου τα όρια της συγκεκριμενοποίησης  παύουν να υφίστανται.  Και τι έχει μείνει; «Τα Άλικα Κόκκινα».
 

Το άλικο, συγκεκριμένα, ως απόχρωση του βαθύ κόκκινου, θεωρείται χρώμα βασικό και το ξέρουν όλοι, καθώς συναντάται στα έμβια όντα όπως τα λουλούδια, τα φύλλα των φυτών και οι καρποί των δέντρων. Η μυθολογία, τα παραμύθια, η λαογραφία, η λογοτε­χνία, τις εικόνες, τις παρομοιώσεις, τις μεταφορές τις συνταιριάζει πάντα και με τη βοήθεια τού κόκκινου χρώ­ματος. Στη Δυτική Μακεδονία μάλιστα, προ πάντων στα βουνίσια της χωριά, ένα από τα πιο αγαπημένα χρώματα των γυναικών ως το τέλος του μεσοπό­λεμου (1939) ήταν το άλικο. Στα σπίτια το πιο επίσημο δωμάτιο ήταν ντυ­μένο σχεδόν στα άλικα· στρωσίδια, βελέντζες, προσκέφαλα. Τα προικιά των κοριτσιών το ίδιο. Το χτυπητό, το ανοιχτό, το φλογάτο κόκκινο ή το κόκκινο της φωτιάς, όπως το έλεγαν αλλιώς, κυριαρχούσε παντού. Η άλικη κλωστή δεν έλειπε από πουθενά: «Κατέβηκαν στον σταθμό της Αλεξανδρούπολης, τεσσάρων και πέντε χρόνων, τον Σεπτέμβρη του ’22, κουβαλώντας τη ραπτομηχανή από το βαγόνι. Μπροστά πήγαινε η χήρα μάνα και ο θείος με τους μπόγους και τις βαλίτσες. Η ραπτομηχανή ασήκωτη για τα μικρά χεράκια. Ένα φορτίο που δεν το ξεφορτώθηκαν σ’ όλη τους τη ζωή. Τρανή μοδίστρα από την Αδριανούπολη η κυρία Αυγή, πάλεψε με το βελόνι και πέρασε κατοχές και εμφύλιο, γνωρίζοντας δόξες τις δεκαετίες του ’50 και του ’60.  […] Άσπρισαν τα μαλλιά, μαράθηκαν τα κορίτσια και το μόνο στολίδι, το δαχτυλίδι της γιαγιάς στο αριστερό μικρό δαχτυλάκι και η τέχνη του βελονιού στο δεξί. Τα όνειρα τα έραψαν».
 
«Κόκκινη κλωστή» όμως, θεωρείται και το ίδιο το αίμα που ενώνει τα κύτταρα μεταξύ τους. Αυτό το κόκκινο υγρό, το οποίο κυλά σε όλο το σώμα, προς και από οποιαδήποτε κατεύθυνση, ταξιδεύοντας περίπου χίλιες φορές την ημέρα, και μεταφέροντας οξυγόνο, επομένως σηματοδοτεί τη ζωή. Με την ίδια κίνηση εμφανίζεται κι η γραφή της συγγραφέως μας.
 

Ήρωες καθημερινοί της επαρχίας, της υπαίθρου του Έβρου, πάθη, έρωτες, ακυρώσεις, όνειρα και ο θάνατος. Όλα αυτά περιπλέκονται σε ένα είδος κειμενικής γραφής, η οποία παρουσιάζεται σχεδόν κινηματογραφικά θα λέγαμε και αποδίδει την πραγματικότητα, όπως είναι, είτε εμείς την αντιλαμβανόμαστε είτε όχι, με ή χωρίς εμάς. Η ιστορία, μέσω ενός λόγου συμπυκνωμένου και ταυτόχρονα λιτού, οδηγεί σ’ αυτό που είναι πριν και μετά, κάνοντάς μας να θέλουμε να επιστρέψουμε πίσω για ν’ έρθουμε αντιμέτωποι με τα ερωτήματα: «Ποια σύνορα καταργούνται; Της ψυχής, του σώματος, του φύλου, του έθνους, του κράτους; Τα σύνορα του μύθου και της πραγματικότητας; Αυτό, ναι καταργήθηκε. Έπαψαν οι μύθοι, Μια σκληρή πραγματικότητα υπάρχει στην περίπτωση που αναζητήσεις τον μύθο», όπως αυτά αποτυπώνονται στη δέκατη πέμπτη σελίδα  του βιβλίου. Τα ερωτήματα  παραμένουν στο κενό του αναπάντητου, όπως και οι μορφές του Μοντιλιάνι, στον οποίο αναφέρθηκα παραπάνω. Τα έργα του, ως αντικατοπτρισμός του παρόντος, μπορούν και αποδίδουν με απόλυτη ακρίβεια την εποχή και τους ανθρώπους της. Το απύθμενο βάθος της ψυχής, το κενό που λίγο λίγο αφήσαμε να διαμορφωθεί εντός μας και μοιάζει να γεμίζει μ’ εικόνες. Ο συγγραφικός  λόγος εξακολουθεί να δίνει σχήμα, μορφή και νόημα σε προσωρινές εικόνες… σε «οράματα και λείψανα»: «Κάτω από μια συκιά, μια ψηλή γυναίκα, σωματώδης, με ανασηκωμένα μανίκια, μαζεμένη φούστα και μεσοφόρια, έσκαβε με έναν κασμά. Τα μαλλιά της συγκρατούσε λευκό μαντίλι και οι άσπρες γάμπες της άστραφταν δίπλα σε χώματα βγαλμένα από πρόσφατα ανοιγμένο λάκκο, χώματα παράξενα, κόκκινα άλικα».
 
Φτάνοντας κοντά στα όρια της φαινομενολογίας, παρατηρούμε πως ξεχωρίζει η συνείδηση ενός ατόμου που δεν υποδέχεται παθητικά αντικείμενα από τον εξωτερικό κόσμο, αλλά είναι πάντοτε η συνείδηση κάποιου πράγματος, κατευθύνει, και στοχεύει προς το αντικείμενο. Το άτομο στην συγκεκριμένη περίπτωση βρίσκεται ανάμεσα σε δύο είδη γνώσεων, η πρώτη των αισθήσεων και η δεύτερη της διάνοιας, οι οποίες απαρτίζουν την ατομική θεωρία του Δημόκριτου. Συναντάμε στη σελίδα 124: «Δυο φλόγες ανεξήγητα πώς, διέσχιζαν γύρω στις δώδεκα τον καταγάλανο ουρανό μας. Ανερμήνευτο φαινόμενο, κατέγραψαν οι επιστήμονες. Έτσι το περιέγραψαν τα δελτία ειδήσεων. Δεν έλαβαν υπόψη τους όνειρα, έρωτες, κι αυτό που είπε ο Δημόκριτος… ότι υπάρχουν δύο είδη γνώσης, η μία μέσω των αισθήσεων και η άλλη μέσω της διάνοιας. Από αυτές, εκείνη που αποκτάται μέσω της διάνοιας την αποκάλεσε γνήσια, αποδίδοντάς της αξιοπιστία για την εκφορά της σωστής κρίσης, ενώ εκείνη που αποκτάται μέσω των αισθήσεων την ονόμασε νόθα, μην αναγνωρίζοντάς της το αλάθητο για τη διάγνωση του αληθινού». Σε αυτή τη νόθα γνώση νομίζω αναφέρεται το βιβλίο μας, όπου ανήκουν η όραση, η ακοή, η οσμή, η γεύση, η αφή, υπάρχει το γλυκό, συμβατικά το πικρό, συμβατικά το θερμό, συμβατικά το ψυχρό, συμβατικά το χρώμα. Στην πραγματικότητα του άλικου κόκκινου υπάρχουν τα άτομα και το κενό.
 
Η εικόνα σταματάει και απομονώνεται,  ο φακός με το εναρκτήριο πάτημά του, ζουμάρει ανθρώπους που μας μοιάζουν και τους μοιάζουμε, και διαμορφώνουν τη ζωή μας. Η τοποθέτησή τους διαφέρει σε κάθε ιστορία των διηγημάτων μας και όπως δηλώνει μια από τις αφηγήτριές μας: «Εδώ θα βρεις όλα τα επαγγέλματα. Αυτά που χάθηκαν και δεν υπάρχουν. Θα συναντήσεις όλους αυτούς που κάνουν μια ήσυχη, αγνή ζωή. Το να ψάχνεις θέλει χρόνο. Χρειάζεται υπομονή να νιώσεις τον χρόνο, να γιατρευτείς και να ψάχνεις. Και τότε θα το βρεις δίπλα σου. Αρκεί να ξέρεις τι έχεις χάσει. Ξέρεις;».  Αρκεί να ξέρουμε, λοιπόν, τι έχουμε χάσει και τι έχουμε κερδίσει  καθώς κλείνουμε μέσα στους άλλους τη δική μας αιωνιότητα, ξέρουμε; «Έναν καιρό ήμουν άγγελος, τώρα αγγελίζουν άλλοι. Έλα, ταίρι μου, και πιάσ’ το χέρι μου».

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.