Το σηριαλ με τους στρατιωτικους «βολευει» και τις δυο χωρες;

Ας μην προσποιούμαστε ότι δεν αντιλαμβανόμαστε τους λόγους για τους οποίους η Τουρκία συνέλαβε τους δύο στρατιωτικούς μας στον Έβρο με αφορμή ένα συνηθισμένο συμβάν: Για να αποδείξει, προφανώς, στην Αθήνα ότι τα θέματα εθνικής εμβέλειας, όπως οι «8» που απέδρασαν από τη γείτονα μετά το πραξικόπημα, αντιμετωπίζονται άμεσα από τον εκάστοτε πρωθυπουργό της χώρας ο οποίος δεν ενεργεί ως Πόντιος Πιλάτος μεταθέτοντας το πρόβλημα στη Δικαιοσύνη. Διότι μια απόφαση δικαστηρίου, όπως εν προκειμένω του Αρείου Πάγου για τη μη έκδοση των 8 Τούρκων στρατιωτικών, η οποία μπορεί να φέρει τη χώρα σε σύγκρουση με μία άλλη, είναι πολιτική απόφαση. Μπορεί να αφήνει ανέγγιχτη την πολιτική ηγεσία του τόπου; Ή μήπως η Δικαιοσύνη ασκεί την εξωτερική πολιτική της πατρίδας; Ο πολιτικός είναι αυτός που ζητά τη λαϊκή εντολή για να αναλάβει τις ευθύνες διακυβέρνησης της χώρας. Ο δικαστής είναι ένας κρατικός λειτουργός που πρέπει να ερμηνεύει το νόμο και να εκδίδει σύννομες αποφάσεις. Είναι ολοφάνερο ότι σε θέματα με εθνικές προεκτάσεις, η πολιτική επικαλύπτει όλες τις άλλες εξουσίες.  Αν μάλιστα αληθεύουν οι αποκαλύψεις της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, πριν ένα χρόνο περίπου, για επαναπροωθήσεις από τον Έβρο Τούρκων γκιουλενιστών που ζητούσαν άσυλο στη χώρα μας, τις οποίες είχε καταγγείλει και ο Επίτροπος του Συμβουλίου της Ευρώπης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα Νιλς Μουίζνιεκς, τότε είναι πρόδηλο ότι η παραπομπή των «8» στη Δικαιοσύνη έγινε καθ’ υπαγόρευση έξωθεν. Είναι χαρακτηριστική η επιστολή που έστειλε στον Αλέξη Τσίπρα ο πρόεδρος της παράταξης των Φιλελευθέρων στην Ευρωβουλή Γκι Φερχόφσταντ παραμονές της δίκης στον Άρειο Πάγο υπενθυμίζοντας τις «θεμελιώδεις ευρωπαϊκές αξίες που μοιραζόμαστε στην Ε.Ε. και οι οποίες υποχρεώνουν όλα τα μέλη της Ε.Ε. να μην εκδίδουν κανέναν, ανεξάρτητα απ’ το αν είναι ένοχος ή όχι, σε μια χώρα όπου κινδυνεύει να βασανιστεί ή να αντιμετωπίσει απάνθρωπη ή απαξιωτική μεταχείριση». Έχουν εθιστεί οι ευρωπαίοι εταίροι μας να απευθύνουν στις εκάστοτε ελληνικές κυβερνήσεις εντολές εν είδη παραινέσεων, λησμονώντας ότι «οι θεμελιώδεις ευρωπαϊκές αξίες» ήσαν πάντα ανύπαρκτες όταν συγκρούονταν με τα στενά συμφέροντα των ευρωπαϊκών κρατών από τον 16ο αιώνα μέχρι και σήμερα. Λησμονώντας, επί πλέον, ότι οι ευρωπαϊκές χώρες, όπως το Βέλγιο, η πατρίδα του Γκι Φερχόφσταντ, είναι στο απυρόβλητο των γεωπολιτικών εξελίξεων σε πλήρη αντίθεση με την Ελλάδα η οποία βρίσκεται στο κέντρο του κυκλώνα λόγω της γεωγραφικής της θέσης και της ιστορίας της. Είναι αυτονόητο ότι δεν απειλούν οι ίδιοι κίνδυνοι την Δ. Ευρώπη και την Ελλάδα. Την ίδια ακριβώς λογική ακολούθησε η Τουρκία, παραπέμποντας ένα θέμα παραβίασης των ελληνοτουρκικών συνόρων από δύο στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας μας στη Δικαιοσύνη, η οποία μάλιστα κωλυσιεργεί χαρακτηριστικά παρακολουθώντας τις εξελίξεις για τους «8» στην Αθήνα.
 
Όμως εκείνο που πραγματικά εντυπωσιάζει είναι η διαπίστωση ότι μια υπόθεση που κάθε εξέλιξή της αναθερμαίνει την ένταση της χώρας μας με την Τουρκία αντί να επισπευσθεί χρονικά επιμηκύνθηκε. Ξεκίνησε από τον Άρειο Πάγο με το αίτημα έκδοσης της Τουρκίας, συνεχίστηκε για το άσυλο στην αρμόδια Επιτροπή Ασύλου, παρενέβη το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής ζητώντας να «παγώσει» η απόφαση χορήγησης ασύλου καταθέτοντας και αιτήσεις αναστολής και ακύρωσής της, για να οδηγηθεί έτσι η υπόθεση στο Διοικητικό Εφετείο και εκείθεν στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Με κύριο χαρακτηριστικό σε ολόκληρη την πορεία της διαδικασίας, την έκδοση αποφάσεων κάθε φορά όχι για το σύνολο των Τούρκων αξιωματικών αλλά επιμερίζοντας σε κάθε στάδιο την υπόθεση ατομικά για τον καθένα ή κατά ομάδες, που επιμήκυνε ακόμη περισσότερο τη διαδικασία συντηρώντας την ένταση στις σχέσεις των δύο χωρών. Μήπως εξυπηρετούσε σκοπιμότητες αυτή η τακτική; Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ ο Τούρκος ΥΠΕΞ ανακοίνωσε την αναστολή της συμφωνίας επανεισδοχής μεταναστών με την Ελλάδα με αφορμή την απελευθέρωση και των τελευταίων Τούρκων αξιωματικών, το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής απάντησε ότι η αναστολή είναι άνευ σημασίας αφού «η κοινή δήλωση ΕΕ-Τουρκίας δεν επηρεάζεται από τη δήλωση του Μεβλούτ Τσαβούσογλου διότι υπάρχει κεφάλαιο στην κοινή δήλωση που καλύπτει το θέμα των επανεισδοχών», δηλαδή υπερκαλύπτει το διμερές πρωτόκολλο επανεισδοχής Ελλάδας-Τουρκίας. Αν μάλιστα προσθέσουμε ότι ο Τούρκος ΥΠΕΞ «δικαιολόγησε» ταυτόχρονα την ελληνική κυβέρνηση λέγοντας ότι «στην Ελλάδα, η κυβέρνηση θέλει πραγματικά να επιλύσει την κατάσταση αλλά την ίδια στιγμή βλέπουμε ότι η Ελλάδα υφίσταται σοβαρές πιέσεις από τη Δύση» τότε συμπεραίνουμε ότι πρόκειται για κινήσεις εντυπωσιασμού εκατέρωθεν;
 
Η αλήθεια είναι ότι και οι δύο πλευρές έχουν αποκομίσει «οφέλη» μέχρι σήμερα. Διότι αφενός ο Ερντογάν και το ΑΚΡ συντηρούν προεκλογικά τα εθνικιστικά τους χαρακτηριστικά αφετέρου η Αθήνα μετέτρεψε την τουρκολαγνεία σε φάρμακο λησμονιάς της κρίσης και των δεινών της. Ο Ούλριχ Μπεκ στην «Επινόηση του Πολιτικού» γράφει χαρακτηριστικά ότι «εν όψει της απειλής του εχθρού όλες οι αντιθέσεις και οι αντιφάσεις διαλύονται… Οι εικόνες του εχθρού έχουν απόλυτη προτεραιότητα στις συγκρούσεις, υπερβαίνουν τις ταξικές συγκρούσεις..», «ξεχνά» δηλαδή ο λαός τα προβλήματά του, δεν αντιδρά. Προσθέτει μάλιστα ότι επειδή η συναίνεση σπανίζει σε όλες τις δημοκρατίες, ιδιαίτερα σε κατάσταση κρίσης όπως η χώρα μας,  αυτή αναδύεται μετά βεβαιότητας από την εικόνα του εχθρού. Για την Τουρκία ειδικότερα θα μπορούσαμε να δανειστούμε πάλι τη διαπίστωση του Μπεκ, σύμφωνα με την οποία «στην εσωτερική πολιτική, οι εικόνες του εχθρού δημιουργούν, εμπεριέχουν, ανοίγουν πηγές εξωδημοκρατικής, αντιδημοκρατικής συναίνεσης» Πάντως το συμπέρασμα είναι ότι αυτή τη διελκυστίνδα των σκοπιμοτήτων πληρώνουν οι δύο Έλληνες αξιωματικοί που μάταια αναμένουν την απελευθέρωσή τους.


Αλεξανδρούπολη, 8-6-2018

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.