Ονειρικο φιλημα

Short stories

Είχε την προηγούμενη νύχτα δει στον ύπνο του την αγαπημένη του θεία, που είχε πεθάνει το περσινό καλοκαίρι. Τον απασχολούσε αυτό το όνειρο. Τι μπορεί να σήμαινε το φιλί που του έδωσε, σκεφτόταν.
 
Τις πρωινές ώρες σ΄ όλη τη διαδρομή, από το σπίτι ως την αγορά, παρατηρούσε τους χώρους γύρω του. Συχνά κοίταζε τον ουρανό, τα μικρά άσπρα συννεφάκια που έφευγαν, κρύβοντας κάποτε τον ανοιξιάτικο ήλιο. Προσπαθούσε να καταλάβει αν συνδέονταν αυτά που σκεφτόταν ή αυτά που συνέβαιναν γύρω του με το όνειρο.
 
Στο μαγαζί, με τον έμπορο κάποια στιγμή, μίλησε για την καταγωγή του.
 
«Στο χωριό σου αγόραζα καρπούζια κάποτε. Ένα καλοκαίρι, ο Γιάννης  ̶ που ξεχνώ το επώνυμό του ̶   έμενε κοντά στην πλατεία με τα πεύκα, μετά το φαγητό το μεσημέρι επέμενε να συνεχίσει τη φιλοξενία, ήθελε να κοιμηθώ εκεί. Τι δροσιά, που απόλαυσα εκείνο το μεσημέρι!» του είπε ο έμπορος.
 
Αυθόρμητα του ήλθε στο μυαλό του «ο κατεβατός», ο άνεμος που περνάει τα μεσάνυχτα από την πλατεία του χωριού του κατεβαίνει ψηλά από τις κορυφές του Ερύμανθου και σκορπίζει δροσιά το καλοκαίρι, τις νύχτες του καύσωνα.
 
Στο δρόμο του γυρισμού για το σπίτι του, το βραδινό όνειρο ξαναήλθε στη μνήμη του. Τι συμβολίζει άραγε, ποια σχέση θα μπορούσε να έχει με τα γεγονότα αυτού του συνηθισμένου πρωινού, εξακολουθούσε να είναι προβληματισμένος.
 
Η θεία του ήταν αδελφή του πατέρα του, ήταν το μόνο πρόσωπο που τον συνέδεε τελευταία με την παλιότερη οικογένειά του.
 
Θυμάται το σπίτι της, ένα διώροφο τεράστιο που έμεναν εκεί οι οικογένειες τριών αδελφών. Ανέβαινες μια παλιά σκάλα ξύλινη που έτριζε και έφτανες στους δροσερούς χώρους του σπιτιού.
 
Τι σπουδαία μαγείρισσα που ήταν! Τα ψάρια τα καθάριζε εντελώς από κόκαλα και τα ανασυνέθετε σαν έργο τέχνης, με επάλειψη από μαγιονέζα δικής της παρασκευής και έμπνευσης.
 
Το βλέμμα της πόσα βάσανα έκρυβε, πόσες απογοητεύσεις! Στο ήρεμο πρόσωπό της αποτυπώνονταν η εμπειρία και η σοφία της εγκαρτέρησης, ενός αιώνα σχεδόν καταπίεσης μιας ευαίσθητης γυναικείας φύσης. 
 
Το περασμένο καλοκαίρι τον περίμενε. Πολλές ιστορίες είχε να του διηγηθεί. Ήταν ιστορίες για την οικογένειά του, για την κατοχή και τον εμφύλιο, για την κωμόπολη και μετά για τα δύσκολα χρόνια της εσωτερικής μετανάστευσης στην Αθήνα.
 
Πόσο ζωντανές και ακριβείς με λεπτομέρειες ήταν οι αφηγήσεις της. Είναι ζωηρή ακόμη στη μνήμη του μια διήγησή της. Σαν κινηματογραφική ταινία έρχεται στο μυαλό του η περιγραφή της για έναν εικοσάχρονο αντάρτη του Δημοκρατικού Στρατού. Ένα κατάχλωμο πρόσωπο με σώμα που έτρεμε ολόκληρο, όταν αυτός ανέβηκε στο σπίτι τους και ζήτησε να του δώσουν να πιει λίγο ποτό, να στυλωθεί από τον πανικό που ένιωθε. Οι άλλοι άνθρωποι του σπιτιού έντρομοι περίμεναν να συμβούν τα χειρότερα, μα αυτός έφυγε λέγοντας μόνο ξέψυχα «ευχαριστώ».
 
Αλλά η θεία δεν άντεξε άλλο τις μέρες του περσινού καύσωνα. Ήταν πολύ κουρασμένη πια. Την τελευταία βδομάδα κλείστηκε στην κάμαρά της και προσευχόταν μπροστά στα εικονίσματα, χωρίς να ζητάει τίποτα από τα παιδιά της. Ένιωθε ήρεμα και βουβά με τη σοφία της ότι είχε πλησιάσει το τέλος.
 
Ο μεγάλος γιος της και ξάδελφός του την ώρα της κηδείας ανέφερε ότι η μάνα του όλα τα παλιά γεγονότα του τα ‘χε διηγηθεί. Με ύφος φευγάτο στο τέλος του είπε: «Έχω κι εγώ μια ιστορία για τη δική σου μάνα, ο τίτλος της είναι ‘’Χριστούγεννα 1958’’ και είναι για τα πολλά χρήματα που μου έδωσε για κάλαντα. Εσύ τώρα πρέπει να την γράψεις…»
 
«Τι σύμπτωση! Ήταν η εβδομάδα που σχεδίαζε να ταξιδεύσει στην κωμόπολη και πρόφτασε μόνο την κηδεία της! Τι κρίμα, δεν μπόρεσε να ακούσει καμιά ιστορία της θείας, από αυτές που είχε υποσχεθεί να του αφηγηθεί!», σκέφτηκε και μετά αισθάνθηκε ότι καταλαβαίνει καλύτερα τα σύμβολα και το φιλί εκείνο του χθεσινού ονείρου.+

*Ο Ηλείος Νίκος Μπακιός αρθρογραφεί και γράφει συνήθως  «μικρές ιστορίες», που φιλοξενούνται σε αθηναϊκές εφημερίδες, blogs και  ηλεκτρονικά περιοδικά.     
Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ  

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.