Η Ελλας προωρισται να αποθανει και θα αποθανει

Μετά την πτώχευση του 1893, από το βήμα της Βουλής ο πρωθυπουργός Χαρίλαος Τρικούπης έλεγε, σε πείσμα της οικονομικής διάλυσης του ελληνικού κράτους (πόσο πρωτότυπο!), των εξωτερικών πιέσεων και των διεθνών αναταραχών, πως «η Ελλάς προώρισται να ζήσει και θα ζήσει»*, προσπαθώντας να εμφυσήσει κουράγιο στον ταλαιπωρημένο λαό και να στείλει ένα ισχυρό μήνυμα (έστω λεκτικό) στους πάσης φύσεως εχθρικούς εξωτερικούς παράγοντες. Εν αγνοία του, βέβαια, άφησε ως παρακαταθήκη μία φράση, η οποία συνοψίζει, με τραγική ειρωνεία, την ανθεκτικότητα του τόπου αυτού, του λαού του και τη δυνατότητά του να αναγεννάται μέσα από αποκαΐδια.
 
Ο Τρικούπης χρησιμοποίησε το ρήμα «προώρισται», ενσταλάζοντας έναν τόνο μοιρολατρικό στο όλο μήνυμα, για λόγους μάλλον ρητορικούς. Σαν να ήταν θεϊκή ή συμπαντική επιλογή η επιβίωση του κράτους αυτού. Δεν ήταν όμως. Ούτε είναι. Η επιβίωση του ελληνικού κράτους εις το χρονικό διηνεκές υπήρξε επιλογή των κατοίκων του. Όπως επιλογή αποτελεί και η καταστροφή του. Ούτε σενάρια συνωμοσίας, ούτε υποχθόνιες παγκόσμιες δυνάμεις, ούτε θεϊκές παρεμβάσεις, όπου και όποτε μας βολεύει. Ούτε κι ο κακός άνεμος. Για την τραγωδία που βιώνουμε δεν μας φταίει ο άνεμος και τα παιχνίδια του. Εμείς είμαστε υπεύθυνοι. Ή καλύτερα ανεύθυνοι. Εκ παντείων συνεπειών ανεύθυνοι. Είμαστε ο λαός που δεν φέρει ευθύνη για τις πράξεις του και τις συνέπιες τους, από τις προσωπικές μέχρι τις συλλογικές, τις κρατικές. «Η ευθύνη βαραίνει τον Δήμο» είπε ο Περιφερειάρχης. «Η ευθύνη βαραίνει την Περιφέρεια» είπε ο Δήμαρχος. Η αλήθεια είναι πως κανείς τους δεν ξέρει πού βαραίνει η ευθύνη, διότι κανείς αξιωματούχος δεν ξέρει τις ευθύνες και τις υποχρεώσεις του, μόνο τα δικαιώματα και τις απόλαβες του – ίδιον του ελληνικού εθνικού χαρακτήρα. Το δημαρχιλίκι, το περιφεριλίκι θεωρείται γέρας προς κάρπωση. Ποιος το ανέλαβε συλλογιζόμενος τις ευθύνες; Όταν δεν συμβαίνει τίποτα, τι να τον κάνω τον Δήμαρχο, τον Περιφερειάρχη μου, τον Αρχηγό της Αστυνομίας; Στις εκδηλώσεις να τον βλέπω; Περιττό νομίζω… Ξέρετε τι λένε για τον καπετάνιο και τη φουρτούνα. Εγώ προσθέτω πως «ο καλός ο καπετάνιος παίρνει όλη την ευθύνη πάνω του» – «Ψάχνω να βρω λάθη μα δεν βρίσκω!» ακούσαμε από τα ανώτατα πολιτικά αλλά και υπηρεσιακά στόματα. Φανταστείτε να «έβρισκαν» και λάθη, ΠΟΣΟΥΣ θα θρηνούσαμε. Ο κύριος Δήμαρχος δεν ήξερε τι έπρεπε να κάνει πριν και κατά την καταστροφή, ο κος Περιφερειάρχης το ίδιο, ο Διοικητής της Αστυνομίας δεν έκανε ποτέ κοινή άσκηση με τον Διοικητή της Πυροσβεστικής κι ο κος Υπουργός όταν έγινε υπουργός ζήτησε να ενημερωθεί για λιμουζίνες και «όριο» μετακλητών. Ποια Κέντρα Επιχειρήσεων και καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης; «Σε μένα θα συμβούν αυτά;» – ένα ακόμη ίδιον του εθνικού χαρακτήρα.
 
Δεν ρίχνω την αποκλειστική ευθύνη σε κανέναν, όσο υψηλά ιστάμενος κι αν είναι. Εγώ, άλλωστε, δεν «έχασα» το σπίτι μου, δεν «έχασα» το αυτοκίνητό μου, δεν θρηνώ τον αδερφό, τον ανιψιό ή τη μάνα μου, εγώ είμαι ο τελευταίος που δικαιούται να σηκώνει το δάχτυλο και επιρρίπτει ευθύνες. Κατηγορώ μόνο τον εαυτό μου, ως ένα από τα έντεκα εκατομμύρια άτομα που αποτελούν αυτό το κράτος, το κράτος που νομίζει πως ο κόμπος δεν φτάνει στο κτένι, πως τα σχέδια αποφυγής καταστροφών είναι ασήμαντα εμπρός στα σχέδια πλουτισμού και καλοπέρασης, πως οι ελλείψεις και οι παραλείψεις μπορούν αιωνίως να κρύβονται κάτω  από το χαλί. Λες και θέλουμε να κρυφτούμε από κάποιον, λες και τα πολεοδομικά σχέδια και ο σχεδιασμός εκκένωσης γίνονται επειδή «μας τα φορά» η Τρόικα, οι «Θεσμοί», η Μέρκελ, εμείς δεν τα χρειαζόμαστε, από τη ζήλεια τους μας τα επιβάλλουν! Το κράτος που πιστεύει πως τα ες αεί επιδόματα και οι διορισμοί στο δημόσιο φέρνουν πίσω τους νεκρούς. Να σε κάψω – στην κυριολεξία – Γιάννη, να σε αλείψω λάδι, δηλαδή, και λάδι με το αζημίωτο, φυσικά. Εγώ λάδι, εσύ σταυρό. Όχι αυτόν τον βαρύ που σέρνεις εσύ, όχι! Ποιος τον υπολογίζει αυτόν; Τον άλλον, τον πανάλαφρο, δίπλα από τα ονόματα που μπαίνει. Η Ελλάς, λοιπόν, προώρισται να αποθάνει και θα αποθάνει – κανένα ίχνος μοιρολατρίας – από επιλογή της, από επιλογή μας, μηδενός εξαιρουμένου. Το τραγικότερο, άλλωστε, που άκουσα αυτές τις μέρες ήταν «Βρέξε Θεέ μου για τη φωτιά αλλά όχι πολύ, μην πνιγούν στη Μάντρα»…
 
* Κατ’ άλλους: «Η Ελλάς θέλει να ζήσει και θα ζήσει»
* Ο Βαγγέλης Σιδερούδης είναι φοιτητής Διεθνών Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών  του Παντείου Πανεπιστημίου

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.