«Τα πανεπιστημια, η παραβατικοτητα, το ασυλο και η νεα κυβερνηση»

«Με έπιασε ένα νέο παιδί που μου είπε ότι πέρασε στο πανεπιστήμιο, στο ΑΠΘ και μου είπε: ‘Σου ζητώ ένα πράγμα: να μην έχω μπαχαλάκηδες, να μην έχω ναρκωτικά στο πανεπιστήμιο.’ Του υποσχέθηκα ότι στο πρώτο μας νομοσχέδιο θα είναι η κατάργηση του ασύλου» ανέφερε ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε συνέντευξή του στον τηλεοπτικό σταθμό ΣΚΑΙ τη Δευτέρα 1 Ιουλίου.

Για μια ακόμη φορά ο τότε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και νυν πρωθυπουργός, λίγο πριν τις εκλογές της 7ης Ιουλίου επέλεξε να επενδύσει στο δόγμα «νόμος και ασφάλεια». Η κίνησή του αυτή μόνο ως έξυπνη και στρατηγική μπορεί να χαρακτηριστεί, καθώς φαίνεται πως ικανοποίησε δύο πολύ μεγάλες ομάδες ψηφοφόρων: τους μελλοντικούς φοιτητές –δηλαδή τους σημερινούς 17αρηδες και 18αρηδες- όπως επίσης και τους γονείς αυτών, που επιθυμούν πάνω από όλα –όπως είναι φυσικό- την ασφάλεια των παιδιών τους.

Με αφορμή, λοιπόν, αυτές τις προεκλογικές δηλώσεις του κυρίου Μητσοτάκη, αλλά και την αρκετά ενδιαφέρουσα εκπομπή του Open Mind που παρακολούθησα το βράδυ της 11ης Ιουλίου και τις δηλώσεις του κυρίου Καμίνη περί του νόμου Διαμαντοπούλου για το ακαδημαϊκό άσυλο, αποφάσισα ως φοιτήτρια στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΔΠΘ και άρα ως άμεσα ενδιαφερόμενη και επηρεαζόμενη από τις αποφάσεις της κυβέρνησης να παραθέσω κάποια γεγονότα και ταυτοχρόνως την κριτική που αυτά συνεπάγονται.

Ας ξεκινήσουμε, λοιπόν, από τα βασικά. Στο άρθρο 3 του Νόμου 3549/2007 (ΦΕΚ Α 69/20.03.2007) αναφέρεται ότι το ακαδημαϊκό άσυλο αναγνωρίζεται για την κατοχύρωση των ακαδημαϊκών ελευθεριών και για την προστασία του δικαιώματος στη γνώση, τη μάθηση και την εργασία όλων ανεξαιρέτως των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας των πανεπιστημίων. Επιπλέον αναφέρεται, ότι δεν επιτρέπεται η οποιαδήποτε παρέμβαση δημόσιας δύναμης στους πανεπιστημιακούς χώρους, παρά μόνο μετά από πρόσκληση του Πρύτανη ή εφόσον έχει τελεστεί αυτόφωρο έγκλημα.

Σε αυτό το σημείο και αφού έχει αναφερθεί η ισχύουσα νομοθεσία για το άσυλο, θα ήθελα να θέσω και ένα αρκετά μείζον –κατά τη γνώμη μου- ερώτημα που θα έπρεπε να απασχολεί τους πάντες ανεξάρτητα από το αν είναι φοιτητές ή όχι : Με την κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου η κυβέρνηση αποσκοπεί μόνο στην καταστολή των ομάδων που προκαλούν τα επεισόδια και τις αναταραχές στα πανεπιστήμια ή και στον έλεγχο των –ελεύθερα μέχρι τώρα- διακινούμενων ιδεών και ιδεολογιών;

Το παραπάνω ερώτημα προκύπτει εύλογα και αβίαστα, ιδίως αν σκεφτεί κανείς ότι στο παρελθόν το ζήτημα της διατήρησης της ασφάλειας και της δημόσιας τάξης έχει χρησιμοποιηθεί ουκ ολίγες φορές ως πρόφαση, με απώτερο στόχο τον έλεγχο των διακινούμενων ιδεών από τις εκάστοτε κυβερνήσεις.

Αυτός είναι και ο λόγος που το άσυλο δεν κατοχυρώθηκε μόνο για να προστατεύει τις ακαδημαϊκές ελευθερίες, την εκπαιδευτική διαδικασία και την ερευνητική δραστηριότητα. Αυτό είναι κάτι που εξυπακούεται. Το άσυλο δημιουργήθηκε για να προστατεύονται οι πολιτικές ιδέες και οι πολίτες που διώκονται για τις πολιτικές τους πεποιθήσεις. Επίσης για να μπορούν πολιτικοί χώροι, συλλογικότητες και άνθρωποι να έχουν ένα χώρο που να μπορούν να εκφράσουν τις πολιτικές τους απόψεις αλλά και που να μπορεί να φιλοξενήσει τις δραστηριότητες τους, χωρίς πιθανούς πολιτικούς και οικονομικούς περιορισμούς που θα συναντούσαν αλλού.

Πέρα από αυτό, όμως, το ακαδημαϊκό άσυλο αποδείχθηκε βασικός πυλώνας της εξέγερσης και αντίστασης των φοιτητών του Πολυτεχνείου το Νοέμβριο του 1973, η οποία οδήγησε τελικά και στην πτώση της Δικτατορίας των Συνταγματαρχών και στην νίκη της Δημοκρατίας.

Η προστασία του όμως θεσμοθετήθηκε για πρώτη φορά από το ΠΑΣΟΚ το 1982 με το νόμο 1268. Βέβαια η απαγόρευση των αστυνομικών δυνάμεων εντός των πανεπιστημίων –χωρίς την άδεια της Συγκλήτου- αποτελούσε από τον 19ο αιώνα ακόμη εθιμικό δίκαιο των ελληνικών ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης.

«Το πανεπιστημιακό άσυλο είναι ένα δικαίωμα ιερό, με ιστορία αιώνων στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, και το δυσφημίζουν ή συμβάλλουν στον εκφυλισμό του όσοι ανεύθυνα και επιπόλαια το μετατρέπουν ή αφήνουν να μετατραπεί ή καλύπτουν ιδεολογικά τη μετατροπή του από άσυλο των ιδεών σε άσυλο βιαιοπραγιών και καταστροφών», Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου – Εισηγητής Αντ. Μανιτάκης, Ψήφισμα για το Ζήτημα του Πανεπιστημιακού Ασύλου, Αθήνα 2007, σελ. 4.

Από τη στιγμή της θεσμοθέτησης του και μέχρι σήμερα, το ακαδημαϊκό άσυλο έχει καταργηθεί συνολικά 4 φορές, η πιο χαρακτηριστική από τις οποίες ήταν το Νοέμβριο του 1985 μετά την δολοφονία του Μιχάλη Καλτεζά από τον αστυνομικό Αθανάσιο Μελίστα, όταν η επιτροπή ασύλου επί πρυτανείας Μιχάλη Σταθόπουλου αποφάσισε να «σπάσει» την κατάληψη στο Χημείο Αθηνών, αίροντας έτσι το πανεπιστημιακό άσυλο.


Όπως δήλωσε άλλωστε και ο Γιάνης Βαρουφάκης (επικεφαλής του ΜεΡΑ25): «Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να μπαίνουν τα ΜΑΤ στα πανεπιστήμια.[…] Όταν ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας θέλει κράτος καταστολής, εμείς πρέπει να είμαστε απέναντι σε αυτό.» Πράγματι αυτό οφείλουμε να κάνουμε, διότι η καταστολή των προοδευτικών πολλές φορές φοιτητών και των αντισυμβατικών ή αντίθετων προς την εκάστοτε εξουσία πολιτικών ιδεολογιών τους συνεπάγεται την καταστολή της πολυφωνίας. Και η κατάργηση της πολυφωνίας δεν είναι τίποτε άλλο από την αρχή του τέλους της δημοκρατίας.

Σε αντίστοιχες δηλώσεις με αυτές του κυρίου Βαρουφάκη προέβη και ο πρώην δήμαρχος Αθηνών και νυν βουλευτής του Κινήματος Αλλαγής Γιώργος Καμίνης μέσα από τον πάνελ του Open Mind. Ο κύριος Καμίνης δήλωσε συγκεκριμένα, ότι θεωρεί απόλυτα θεμιτό το νόμο Διαμαντοπούλου, διότι ο Πρύτανης του εκάστοτε πανεπιστημίου είναι ένας αιρετός, εκλεγμένος από την πανεπιστημιακή κοινότητα και απόλυτα ευθυνόμενος για ό,τι συμβαίνει σε αυτήν. Επιπλέον τόνισε ότι το πανεπιστήμιο –ως χώρος ελεύθερης διακίνησης ιδεών- δεν μπορεί να γίνει σαν μια οποιαδήποτε άλλη δημόσια υπηρεσία, όπου οι αστυνομικοί μπαινοβγαίνουν όποτε θέλουν.

Αντίθετα, ο βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας, Κώστας Τσιάρας δήλωσε ότι όλοι γνωρίζουν πως τα πανεπιστήμια έχουν μετατραπεί σε χώρους παραβατικότητας και ότι μοναδικός τρόπος να μπει μια τάξη σε αυτό είναι η άρση του ασύλου και η άμεση επέμβαση της αστυνομίας.

Σε αυτό το σημείο όμως πρέπει να επισημανθούν δυο πράγματα. Πρώτον, η χαοτική κατάσταση στην οποία βρίσκεται για παράδειγμα το ΑΠΘ δεν είναι η ίδια σε όλα τα πανεπιστημιακά ιδρύματα της χώρας. Υπάρχουν, δηλαδή και πολλά πανεπιστήμια τα οποία λειτουργούν ομαλά και χωρίς προβλήματα, όπως είναι για παράδειγμα το ΔΠΘ και το Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας. Άρα μήπως οι Πρυτάνεις ευθύνονται αποκλειστικά για την αυτήν την κατάσταση; Δεύτερον, έχει αναφερθεί ήδη ότι ο νόμος Διαμαντοπούλου προβλέπει την άμεση επέμβαση της αστυνομίας για αυτόφωρα εγκλήματα και με πρόσκληση του πρυτάνεως για οποιαδήποτε άλλη αναταραχή δημιουργηθεί. Οπότε η κατάσταση βρίσκεται και πάλι στο χέρι του κάθε Πρύτανη.

Συμπερασματικά, λοιπόν, γίνεται εμφανές ότι το πρόβλημα έγκειται στη δράση –ή μάλλον στην αδράνεια- των πρυτάνεων. Αυτοί καλούνται να λάβουν τις απαραίτητες αποφάσεις για την ομαλότερη λειτουργία των πανεπιστημίων, όπως επίσης και να αναλάβουν τις ευθύνες για την δυσλειτουργία τους. Επομένως, η λύση στο πρόβλημα της βίας και των ναρκωτικών στα πανεπιστήμια δεν είναι η άρση του ασύλου, αλλά η επιβολή αυστηρότερων αστικών και ποινικών ευθυνών στους πρυτάνεις, καθώς εκλέγονται για να επιτελούν ένα και μοναδικό έργο: τη διασφάλιση της ομαλής λειτουργίας των πανεπιστημίων.
 

*Η Ειρήνη Στεργίου είναι φοιτήτρια του τμήματος Πολιτικών Επιστημών του ΔΠΘ

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.