Λαυρεντης Μαχαιριτσας Εις μνημην

«Ζούμε μια απόλυτη μοναξιά μέσα σε εκατομμύρια άλλους...» Αποσπάσματα από συνέντευξή του στην Κυριακή Μπεϊόγλου*

Η μουσική και το ίντερνετ

[…]
● Υπάρχει μια τρομοκρατία της κριτικής στην κοινωνία τώρα; Ή πάντα έτσι ήταν;

Υπήρχε πάντα αλλά ειδικά τώρα με το διαδίκτυο επαληθεύεται το ρητό του Αντι Γουόρχολ που λέει ότι «δεκαπέντε λεπτά διασημότητας αντιστοιχούν σε όλους» και πραγματικά πια, υπάρχει το κυνήγι του like. Λες και κάτι έγινε άμα σου κάνει ο άλλος like. Ζούμε μια απόλυτη μοναξιά μέσα σε εκατομμύρια άλλους. Για να σου δώσω να καταλάβεις, εγώ είμαι τρελός με το τένις, βλέπω τένις στην τηλεόραση, και προχθές είχε μια ματσάρα, τελικός, έπαιζε ο Ναδάλ, και να είναι πιτσιρικάδες μες στο γήπεδο -που εγώ δεν ξέρω και τι θα έδινα για να είμαι εκεί- και ήταν συνέχεια πάνω στο κινητό. Τους έδειχνε η κάμερα λες και το έκανε επίτηδες. Για τα δεκαπεντάχρονα το κινητό είναι πια προέκταση του χεριού τους.

 
● Βλέπεις να ανατρέπεται κάποτε αυτό; Να υπάρξει μια μαζική αντίσταση;
Δύσκολα. Κατ’ αρχήν έχει καταστρέψει τη δισκογραφία εντελώς. Ο,τι και να κάνει ένα νέος καλλιτέχνης κοιτάνε αν έχει γκελ στο ίντερνετ! Λένε κάποιοι «δεν είναι ιντερνετικος!». Τι πάει να πει δεν είναι ιντερνετικός; Ας πούμε εγώ τώρα έκανα ένα δίσκο, μια παραγωγή, σε μια τραγουδίστρια που λατρεύω, τη Δήμητρα Παπίου. Η Δήμητρα ευτυχώς δεν έχει ανάγκη να ψάχνει για καριέρα τώρα. Φοβερή περσόνα, θεατρική, και φωνάρα. Πήγαμε σε κάτι εταιρείες που μας έλεγαν «δεν κάνουμε δίσκους», «δεν είναι ιντερνετική» και τέτοια. Λέω «ρε σεις δεν ενδιαφέρεστε για τίποτα πια; Τι κατάσταση είναι αυτή; Πού βρισκόμαστε;». Και καλά εμείς, δέκα, είκοσι άτομα, προλάβαμε, έγινε μια μαγιά και μας κρατάει ακόμα όρθιους. Διότι υπάρχουν τα τραγούδια και τα τραγούδια μας τα παλιά, που αντέχουν στον χρόνο, μας κρατάνε όρθιους-καινούργια επιτυχία είναι πολύ δύσκολο να γίνει. Αλλά με τα νέα παιδιά τι γίνεται;[…]
 
● Μια και το πήγαμε προς τα πίσω, μου είπες ότι θα πας καμιά δεκαριά μέρες στον Πτελεό στον Βόλο. Εκεί γεννήθηκες;
Στον Βόλο γεννήθηκα. Βολιώτης λογίζομαι αν και έναν χρόνο μόνο πήγα εκεί σχολείο γιατί μετά ήρθαμε στην Αθήνα. Ο πατέρας μου έγινε διευθυντής της Κρατικής Συμφωνικής Ορχήστρας. Μουσικός, μεγάλο ταλέντο, αλλά πέθανε πολύ νέος.
 
● Αρα είχες τη μουσική μέσα στο σπίτι από τότε που γεννήθηκες.
Ναι, αλλά συγκεκριμένες μουσικές. Δεν ακουγόντουσαν τα πάντα μέσα στο σπίτι. Υπήρχε μια ψιλοδικτατορία επειδή ο πατέρας μου ήταν της κλασικής μουσικής, η μάνα μου ήταν με τα γαλλικά και τα ιταλικά της, και τα πιο μεγάλα μου αδέρφια μου φέρνανε 45άρια δισκάκια με Ανταμό, Κριστόφ, Λούτσιο Ντάλα, Μπιτλς. Ο πρώτος δίσκος που αγόρασα με δικά μου λεφτά ήταν το «Help» των Μπιτλς.
 
● Ετσι εξηγούνται οι επιρροές αλλά και οι μουσικές αγάπες σου…
Ναι. Δεν μεγάλωσα με ρεμπέτικα, και τα λαϊκά τα άκουγα μόνο στους καλοκαιρινούς κινηματογράφους και στις ταβέρνες όταν πήγαινα στον Βόλο.
 
● Στην Αθήνα σε ποια γειτονιά μεγάλωσες;
Στα Πατήσια και στο Κολωνάκι. Και στην Πλάκα αργότερα, όταν πέθανε ο πατέρας μου, και όταν απολύθηκα από τον στρατό. Εκεί έζησα όλο το κόλπο και εκεί έφτιαξα και το πρώτο μου συγκρότημα. Είχα φτιάξει τους PLG και γυρίζοντας από τον στρατό ετοιμάσαμε και τον πρώτο μας δίσκο. Ημουν επηρεασμένος από το «666» των Aphrodite's Child που είχε σχέση με την Αποκάλυψη, είπα θέλω και εγώ να κάνω κάτι τέτοιο. Κι έτσι βγάλαμε το πολυθρύλητο «Armageddon» που ακόμα και σήμερα αν μπεις σε κάποια charts underground είναι στις πρώτες θέσεις.
 
● Τότε φαντάζομαι ότι έζησες αυτό που λέμε μια rebel ζωή;
Ηταν ρέμπελη ζωή γιατί ήταν άφραγκη. Οπου γη και πατρίς. Τρώγαμε όταν πεινάγαμε, κοιμόμασταν όταν νυστάζαμε, καπνίζαμε ότι υπήρχε και δεν υπήρχε. Εκ των υστέρων κουραστική όμως.
 
● Δεν σου λείπει; Τώρα που βλέπεις τα πράγματα με μια απόσταση;
Μου λείπει, τη βλέπω και με νοσταλγία. Πιστεύω ότι αν ξαναγινόμουν είκοσι χρονώ πάλι τα ίδια θα έκανα, αλλά κάθομαι και σκέφτομαι «πώς άντεχα ρε παιδί μου;». Θυμάμαι μια φορά μπήκα σε ένα τρένο με το Ιnterrail -είχα γνωρίσει μια τύπισσα στη Μύκονο- και βρέθηκα στη Βόρεια Νορβηγία μετά γύρισα στη Βαρκελώνη και ξαφνικά συνειδητοποιώ ότι τελείωνε το Ιnterrail και δεν είχα άλλο να γυρίσω. Ούτε λεφτά. Γύρισα μόλις και μετά βίας στη Θεσσαλονίκη που ήταν ο αδερφός μου εκεί και με μάζεψε. Ηταν ωραία εποχή όμως, η μουσική ήταν ωραία, οι ταινίες, τα θέατρα, το ελληνικό τραγούδι, άσε το ροκ! Ηταν καλύτερη εποχή…
 
●Κάποια στιγμή μαζευτήκατε μια παρέα μουσικών και φτιάξατε τους «Τερμίτες»…
Περάσαμε δύσκολα. Νομίζω πως το συγκρότημα που κατάφερε να ζήσει από τη δουλειά του ήταν μόνο οι Πυξ-Λαξ και λίγο οι Φατμέ, άντε κι εμείς που ήμασταν τα πιο δημοφιλή συγκροτήματα… Ε, δεν ζήσαμε! Πρώτα ξεκινάμε από αυτό. Αν δεν πηγαίνει ένα πράγμα καλά, να μπορούν να συντηρηθούν όλοι δηλαδή, τότε χαλάει η κατάσταση.
 
● Ηταν μια δύσκολη απόφαση;
Εγώ είπα «παιδιά σταματάω». Υπήρχαν και κάποιες κρούσεις από κάποιους που μου λέγανε «τραγουδάς ωραία» «κάνε και κάτι δικό σου» και με ψήσανε. Τα χαλάσαμε όχι τσακωμένοι, αλλά σε μια ατμόσφαιρα ότι δεν πάει άλλο. Μετά ένιωσα έξω από τα νερά μου. Είχα μάθει τόσα χρόνια να μοιράζομαι τα πάντα και τις αγωνίες και τα καλά. Κάνω ένα δίσκο το «Ο μ’ αγαπάς κι η σ’ αγαπώ», μια ιδιαίτερη δουλειά, που δεν πούλησε τίποτα! Και λέω, τι έγινε τώρα; Δούλευε η γυναίκα μου, είναι αγιογράφος, και συντηρούμασταν.
 
● Σκέφτηκες τότε να τα παρατήσεις;
Είχα σκεφτεί να πάω στον Βόλο να ανοίξω ένα ωδείο και άλλα διάφορα πράγματα. Ελεγα «ό,τι έκανα έκανα». Μάζευα τις φωτογραφίες από τους Τερμίτες και τις κοιτούσα σαν μουσειακό πράγμα. Ελεγα «εντάξει, ονειρευόσουνα μικρός συγκροτήματα, περιοδείες, αεροπλάνα, γυναίκες, ε, δεν γίνανε, έκλεισες». Και ξαφνικά, σκάει το «Διδυμότειχο Μπλουζ» και έρχεται η επιτυχία στα ξεκάρφωτα. Βρήκα τον Τσακνή, μετά μου είπε δεν παίζουμε σ’ ένα μαγαζί μαζί; Και ξαφνικά συνειδητοποιώ ότι από εκεί που ήμουν στο πουθενά βρέθηκα σ’ ένα μαγαζί που ήταν ουρές απ' έξω. Και άλλαξε η ζωή μου τελείως. Μπήκαν τα πράγματα σε μια ρότα. Κι αυτό όμως με σκαμπανεβάσματα. Να ξέρεις ότι η ζωή είναι τοκογλύφος.
 
● Δηλαδή;
Δεν σου δίνει τίποτα απλόχερα. Στα δίνει κι από δίπλα στα παίρνει. Αυτά που μου δίνονταν στη δουλειά συνέβαιναν συγχρόνως με προσωπικές τραγωδίες. Πράγματα που δεν μου αρέσει να κοινοποιώ. Πέρασα ένα λούκι ανεβαίνοντας ιλιγγιωδώς, όταν έφτασα να κάνω τον «Γάτο» -μ' ένα διάλειμμα ίσως το «Παράθυρα που κούρασε η θέα» γιατί ήταν πολύ μαύρος δίσκος, τον έγραψα όταν είχε σκοτωθεί ο αδερφός μου- που έκανα όλο επιτυχίες.
 
● Πάντα δίνεις μεγάλη προσοχή στους στίχους που επιλέγεις για τα τραγούδια σου…
Είναι μεγάλη υπόθεση ο στίχος στο τραγούδι, εν αρχήν ην ο λόγος. Πάντα έκανα τραγούδια και βαριά και light. Οταν κάνεις έναν δίσκο με δέκα τραγούδια τα έχεις όλα μέσα. Λογικό, ας πούμε, ήταν να ακουστεί και να γίνει επιτυχία το «Ζηλεύω το μικρό σου το γατί» και να μην ακουστεί το «Παυσίλυπο» που είχαμε κάνει με τον Νίκο Τσακνή που ήταν ένα δύσκολο τραγούδι που αγαπώ πολύ. Οπως να ακουστεί και το «Πεθαίνω για σένα» που έγινε τεράστια επιτυχία.
 

Τα παραμύθια…

● Από τους συναυλιακούς χώρους μπήκες και στα μαγαζιά της νύχτας…
Ας πούμε στις μουσικές σκηνές…
 
● Είναι θέμα χώρου ή θέμα καλλιτέχνη;
Προσέχω πάρα πολύ που παίζω κάθε χειμώνα. Πρέπει να γουστάρω πολύ, να μ’ αρέσει πάρα πολύ. Πάντα κρατάω κάτι από τους ανθρώπους που δουλεύουμε μαζί. Οπως ας πούμε με τον Σαββόπουλο που στην αρχή τσακωθήκαμε, διαφωνήσαμε δηλαδή, αλλά μετά είπα: δίκιο είχε. Δεν μπορείς να φανταστείς τι μαθήματα μου έδωσε ο Σαββόπουλος. Οπως και με τον Νταλάρα, που συνεργαστήκαμε πέρσι. Βρέθηκα μ’ έναν άνθρωπο ο οποίος λειτουργεί μέσα στην τελειότητα, που μπορεί κάποιος να δυσανασχετήσει. Θυμάμαι μου λέγανε «πού θα μπλέξεις με τον Νταλάρα, θα σε καπελώσει». Τίποτα απ’ αυτά δεν έγινε, ήταν ο πιο γλυκύτατος συνεργάτης, περάσαμε έναν χειμώνα καταπληκτικό και θα κάνουμε και συναυλίες φέτος το καλοκαίρι μαζί. Εμαθα από αυτούς τους ανθρώπους που μου φέρθηκαν με εγκαρδιότητα. Σαν ίσος προς ίσο.
 
● Αρα είναι αστικοί μύθοι αυτά που ακούγονται;
Παραμύθια είναι όλα αυτά που ακούγονται.
● Μες στην κρίση πάντως ελαττώθηκαν τα σχήματα. Πώς είδες εσύ την όλη εικόνα;
Η κρίση το κακό το κάνει χειρότερο και το καλό καλύτερο. Εμείς οι καλλιτέχνες έχουμε την ευλογία να μπορούμε να αντιδρούμε στα πράγματα που συμβαίνουν γύρω μας. Τον περισσότερο κόσμο αν τον πιάσεις από τη μύτη θα σκάσει. Κι εμείς που έχουμε την ευλογία να έχουμε βήμα, πρέπει να αντιδράσουμε γιατί το κακό βρίσκει πρόσφορο έδαφος και γίνεται το έλα να δεις.
 
 

Περί Αριστεράς

● Τα πολιτικά πώς τα βλέπεις;
Ο παππούς μου εκτελέστηκε στον Εμφύλιο το ’48 ως αριστερός που ήταν. Δεν θα μπορούσα να είμαι τίποτα άλλο. Από την Αριστερά όμως έχω απογοητευτεί εδώ και πολλά χρόνια, όχι τώρα. Και λυπάμαι που έδωσε αυτός ο άνθρωπος τη ζωή του για κάτι που ήταν μια ουτοπία τελικά. Για τον τρόπο που βλέπει τα πράγματα. Βλέπει ο κόσμος να βγάζουνε αυτοκίνητα, να βγάζουνε κινητά, σου λέει θέλω κι εγώ. Φυσικό είναι. Αλλιώς μην τα βγάζετε βρε καταραμένοι… Δεν είμαι καπιταλιστής γιατί θέλω να έχω ένα εξοχικό σπίτι να πηγαίνω με την οικογένειά μου! Και να μου λένε γι' αυτό ότι «μαζί τα φάγαμε!». Ε όχι! Ολοι είδαμε σαν σανίδα σωτηρίας τον ΣΥΡΙΖΑ. Ακουσα προχθές τον πρωθυπουργό να λέει ότι «εγώ βγήκα για να ευνοήσω τους φτωχούς». Πώς θα τους ευνοήσεις; Κάνοντάς μας όλους φτωχούς; Εδώ είναι το θέμα. Διαλύθηκε ολοσχερώς η μεσαία τάξη που λειτουργούσε όλη την οικονομία. Μου ασκούν κριτική από την Αριστερά γιατί πήγα λέει με τον ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό ένιωσα πως έπρεπε να κάνω αυτό έκανα. Ολοι τα βάζουν με όλους πια και δεν ξέρεις κατά πού να κάνεις. Ο,τι και να πεις το πληρώνεις.
 
● Θα μας πεις κλείνοντας ποιο τραγούδι του αγαπάς πιο πολύ;
«Τα νιάτα του έφαγε ο Στρατής», όταν ήμουν πιτσιρικάς έπαιζα όλη μέρα στην κιθάρα αυτό το τραγούδι, και το τραγουδούσα…
*Πηγή:www.efsyn.gr/nisides/

Διδυμότειχο blues

 
Στίχοι:  Γιάννης Σπυρόπουλος
Μουσική:  Λαυρέντης Μαχαιρίτσας
Πρώτη εκτέλεση: Γιώργος Νταλάρας & Λαυρέντης Μαχαιρίτσας

Το 76 λίγο πριν να φέξει
πήρα ένα πλοίο άσπρο σαν ψυγείο
σαν νοσοκομείο
Το 76 σαν χοντρό αστείο
κρύο χειρουργείο το εθνικό θηρίο
μ’ έστειλε στη Χίο
 
Θρυλικός κομπάρσος με προφίλ κουρέλα
λούτσα στον ιδρώτα σάπιο καλοκαίρι
κουρεμένοι σβέρκοι
 
Εθνική διχόνοια τράκες και καψόνια
ίδια πελατεία απ’ το σινέ Ομόνοια
σαν φτηνή κολώνια
 
Το 76 έκλεισα τα μάτια
κάπνισα μια γόπα σβήστηκα απ’ το χάρτη
κόλαση του Δάντη
 
Σαν παροπλισμένος ψευτοεπαναστάτης
είχα τ’ άλλοθί μου το κουτσό σκυλί μου
την αποστολή μου
 
Τραύλιζα διατάξτε έσυρα δυο μήνες
μείναν άλλοι δέκα να `μαι στο Χαϊδάρι
παίδες εν καμίνω
 
Το `κρυβα απ’ όλους σαν παραχαράκτης
είπα θα περάσει ήμουνα προστάτης
Δωρ κι Εφιάλτης
 
Διδυμότειχο blues
Διδυμότειχο blues
Διδυμότειχο blues
 
Δίπλα μου η Αθήνα του Οδυσσέα σειρήνα
λαϊκή βιτρίνα ομφαλός του κόσμου
πίσω μου κι εμπρός μου
 
Χρόνια σαν ταβέρνα σαν καλικατζούρα
κράτος φιλελλήνων του κενού η λατρεία
ποιητική αδεία
 
Εν πάση περιπτώσει πίσω στα δικά μου
στα χακιά άπλυτά μου στα εγερτήριά μου
στη μουγκή σκοπιά μου
 
Στη μετάθεσή μου στο τρελό βιολί μου
στο βραχνό πρωινό μου στο έτσι αλλιώς κι αλλιώτικο
μπρος στο Διδυμότειχο
 
Διδυμότειχο blues με ξεκούρδιστη κιθάρα
Διδυμότειχο blues η χαμένη μου πεντάρα
Διδυμότειχο blues η λιγδιασμένη μου τσατσάρα
τα βρεγμένα μου τσιγάρα σάπια φρούτα στα τελάρα
Διδυμότειχο blues
 
Διδυμότειχο blues τ’ όνομά του είναι αιτία
Διδυμότειχο blues τρύπα στη γεωγραφία
Διδυμότειχο blues αδειανή φωτογραφία
του παράλογου η θητεία αγχωμένη μαλακία
Διδυμότειχο blues

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.