Νικος Αρβανιτιδης, Το προοδευτικο για μενα ειναι ενας τροπος ζωης

Ο καθηγητής Νίκος Αρβανιτίδης ήταν με τον νομικό Φώτη Σπαθόπουλο οι δύο τελευταίοι συνομιλητές μας για εφέτος και επί του παρόντος, από την ευρεία ομάδα φίλων που μας συνέστησε η Α’ Συνάντηση Αποδήμων Κομοτηναίων. Ιδιαίτερης αξίας για μας Συνάντηση, για τους φίλους που γνωρίσαμε και που δεν ήταν όλοι γόνοι πλούσιων και εύπορων οικογενειών, σε υλικό τουλάχιστον επίπεδο. Πλούσιοι σίγουρα ναι όμως, σε επίπεδο στάσης ζωής και νοοτροπίας, γιατί για τους περισσοτέρους ως γόνους προσφύγων του 1922, οι ορίζοντες ήταν διαφορετικά πλούσιοι από τους συνήθεις ως ανοικτοί και λιγότερο φοβικοί προς τον κόσμο… Μεταξύ των ανθρώπων των ανοικτών οριζόντων, θέσει και έργω, και ο ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ, Νίκος Αρβανιτίδης, ο «αμερικάνος», όπως είναι σε όλους γνωστός στην πόλη και όπως τον αποκαλούν συγχωριανοί, φίλοι, συμμαθητές.

Αν ανατρέξει κάποιος στο διαδίκτυο αναζητώντας στοιχεία για τον Νίκο Αρβανιτίδη, ενδεχομένως πολλάκις θα ξαφνιαστεί για την εκτίμηση που απολαμβάνει στον πανεπιστημιακό κόσμο της Αμερικής, πολύ περισσότερο δε που ένα παιδί από τη Ροδόπη, με καταστρεμμένο οικονομικά τον πατέρα του το 1959, με όπλα του την ευφυία, τους καλούς του βαθμούς και 150 μόνο δολάρια στην τσέπη, θα έφτανε να διδάσκει global perspective των τεχνοοικονομικών συστημάτων απανταχού στον κόσμο, και ότι νεαρός ακόμη σήμερα, ως έφηβος της γνώσης, θα επέλεγε στον καιρό της κρίσης ως ορμητήριό του την Αθήνα για να συναντηθεί με την ευφυϊα νεαρών άνεργων αλλά ταλαντούχων ελλήνων πτυχιούχων…

Νίκος Αρβανιτίδης όμως σε μια μακρά συζήτηση γνωριμίας και συνομιλίας μαζί του για όλα, για τις σπουδές, τις δυσκολίες που αντιμετώπισε, την οικογένειά του, τους δασκάλους του, τους φόβους του, την ελληνική κρίση… Την Αμερική και τα λάθη του Clinton, τον Ομπάμα και την Κίνα…

Συνομιλία που έγινε παρουσία τής επί σαράντα χρόνια συντρόφου του και μητέρας των τριών τους παιδιών, της Αθηνάς, της ελληνοαμερικανίδας Αθηνάς που όπως πάντοτε, έτσι και τώρα, παραστέκεται με αφοσίωση στα διευρυμένα ωράρια εργασίας του δρ. Αρβανιτίδη και στη νέα του έδρα, στην Αθήνα. Με στόχο να βοηθήσει τη χώρα μας και να αντιγυρίσει ό,τι η ζωή του πρόσφερε, συμβουλεύοντας νέους έλληνες επιστήμονες στη νέα οικονομία, τη global economy… Γιατί η πρωτοπορία μας αξίζει…

Νίκος Αρβανιτίδης όμως…

 

Έφυγα από την Κομοτηνή τον Γενάρη του 1959

ΠτΘ: Πότε φύγατε από την Κομοτηνή και για ποιον λόγο;
Ν.Α.:
Από την Κομοτηνή έφυγα τον Γενάρη του 1959, όταν τέλειωσα το Γυμνάσιο, από το οποίο, επειδή ήμουν ζωηρό παιδί, πήρα διαγωγή κοσμία. Ο βαθμός μου ήταν βέβαια 18, αλλά είχα διαγωγή κοσμία και δεν μπορούσα να πάρω διαβατήριο να φύγω στην Αμερική, στην οποία είχα γίνει ήδη δεκτός. Περίμενα λοιπόν μέχρι να έρθει ο κ. Μαμέλης που ήταν τότε επιθεωρητής να μου αλλάξει τη διαγωγή από κοσμία σε κοσμιωτάτη για να μπορέσω να φύγω στην Αμερική και να σπουδάσω.

ΠτΘ: Η οικογένειά σας ήταν ντόπια;
Ν.Α.:
Ήταν ντόπιοι. Π.χ. ο οδηγός του περιφερειάρχη, ο Γιώργος ο Αρβανιτίδης, είναι τρίτος μου ξάδελφος. Όλο σχεδόν το Πρόκτιο- ο Ροδίτης- είναι Αρβανιτιδαίοι. Ο πατέρας μου ήρθε από τα Μάλγαρα, από την άλλη πλευρά του Έβρου, ήταν ανατολικοθρακιώτης και είχε τρία ανίψια κι έτσι προέκυψε το μισό χωριό να είναι Αρβανιτιδαίοι. Και η μάνα του περιφερειάρχη Αρβανιτίδου είναι.

ΠτΘ: Έρχεστε κάθε χρόνο στην Κομοτηνή;
Ν.Α.:
Κάθε χρόνο. Έχω το ρεκόρ της Κομοτηνής για όλα τα χρόνια που λείπω. Τελείωσα διδακτορικό πολύ μικρός το 1967, και μετά βγήκα ανυπότακτος, γιατί δεν ήθελα να’ ρθω επί χούντας… Τότε η Κομοτηνή ήταν πολύ πιο μικρή επαρχία. Η μάνα μου η κυρά Αλεξάνδρα στενοχωριόταν τι θα πει ο κόσμος, το παιδί μου βγήκε ανυπότακτο, δεν θα ξαναγυρίσει. Σήμερα το ταξίδι δεν είναι τίποτα, μια πτήση μόνον. Τότε εγώ πήγα με το πλοίο, με τη «Βασίλισσα Ελισάβετ». Οπότε φοβόταν όλοι, και η κυρά Αλεξάνδρα φοβόταν, οπότε και τη μάνα μου την έβγαλα από εδώ, την πήγα στην Αμερική, και βγήκαμε ανυπότακτοι μαζί! Οπότε δεν έπαθε τίποτα η κυρα Αλεξάνδρα, αλλά δεν μπορούσα να ’ρθω στην Ελλάδα για πέντε χρόνια, ώσπου να τα εξαγοράσω, το ’71. Και από τότε και μετά έρχομαι λόγω εργασίας σχεδόν κάθε χρόνο, και πολλές φορές για ένα διάστημα περίπου δεκαπέντε χρόνων ερχόμουνα στην Κομοτηνή τέσσερις φορές το χρόνο. Γι’ αυτό δεν έχω ξεκοπεί και με ξέρει πολύς κόσμος. Όσον αφορά στο αντικείμενο της δουλειάς μου την τεχνολογία, η αντίληψή μου ήταν πάντοτε global(παγκόσμια).

Οι καλοί βαθμοί μου και οι υποτροφίες με σπούδασαν

ΠτΘ: Πώς τελικά αντί για Αμερική δεν επιλέξατε να σπουδάσετε στην Ευρώπη, που είναι χώρος πιο οικείος σ’ εμάς;
Ν.Α.:
Η απόφαση ήταν απλή. Η οικογένειά μου είχε φτωχύνει και είχε αρρωστήσει ο πατέρας μου ο οποίος είχε τη λανάρα. Να αναφέρω ότι δεν είχα πάει από την αρχή στο Γυμνάσιο Κομοτηνής αλλά με είχαν στείλει στο Τσοτύλι εκεί που έστελναν όλα τα «ήσυχα» παιδιά… Τελείωσα την πρώτη και τη δευτέρα Γυμνασίου εκεί, και τότε αρρώστησε ο πατέρας μου, και η οικογένειά μου από τη μεσαία αστική τάξη κατέβηκε στη φτωχή, και δεν είχε χρήματα, αφού με την αρρώστια του πατέρα μου καταναλώθηκαν. Το θέμα λοιπόν ήταν –είχα και μια αδελφή- αν έμενα εδώ πώς θα μπορούσα να σπουδάσω. Εμείς είχαμε κάτι ξαδέλφια στην Αμερική από τη μάνα μου, οπότε τους έγραψα και τους ανακοίνωσα την επιθυμία μου να σπουδάσω εκεί. Είχα πολύ καλούς βαθμούς, ο Λόης ο Παναγόπουλος ήταν ο πρώτος μαθητής, αλλά η διαφορά στη βαθμολογία ήταν μικρή, τίποτα. Εγώ έπαιζα και μπάσκετ, ήμουν και δεκαθλητής, ήμουν πρώτος σ’ όλα τα σπορ. Πήρα λοιπόν υποτροφία τον καιρό εκείνο και πήγα στην Αμερική με την προϋπόθεση ότι θα έκανα μερικούς μήνες περισσότερα αγγλικά. Τα αγγλικά μου τα είχα αρχίσει κι εγώ με τον Τζεναβαρίδη. Οι καλοί βαθμοί μου και οι υποτροφίες με σπούδασαν, αφού δεν είχα οικονομική άνεση να σπουδάσω διαφορετικά. Το μόνο δε που έμενε από την οικογένεια ήταν το οικόπεδο της λανάρας, που αργότερα το αξιοποιήσαμε και το κτίσαμε. Όταν κτίζαμε την πολυκατοικία, το 1988-1989, ερχόμουν στην Κομοτηνή τέσσερις φορές το χρόνο, κάθε τρίμηνο, για να παρακολουθώ την πρόοδο, αλλά είχα και επιστημονικές δουλειές – συνεργασίες τότε με το Ισραήλ- και είχα και το γραφείο της εταιρείας βιοτεχνολογίας στο Λονδίνο.

Ήμουν πολύ τυχερός γιατί είχα εξαιρετικούς «μέντορες» στη ζωή μου

ΠτΘ: Πώς οδηγηθήκατε όμως στη βιοτεχνολογία;
Ν.Α.:
Ας τα πάρουμε από την αρχή. Σπούδασα αρχικά μηχανολόγος μηχανικός. Αυτό ήταν το πρώτο πτυχίο που το απέκτησα με υποτροφία. Όλες μου τις σπουδές τις στήριξα σε υποτροφίες. Από την Ελλάδα έφυγα με 150 δολάρια και όλα τα χρήματα που πήρα από την οικογένεια ήταν αυτά. Δεν ξαναπήρα ούτε μια πεντάρα. Το πρώτο πτυχίο του ηλεκτρολόγου μηχανικού ακολούθησαν μεταπτυχιακά στο Στάνφορντ, το οποίο είναι ένα από τα καλύτερα πανεπιστήμια στον κόσμο. Ήμουν πολύ τυχερός, γιατί είχα εξαιρετικούς μέντορες στη ζωή μου. Γι’ αυτό και σήμερα αγαπώ να ξοδεύω χρόνο με παιδιά, γιατί κι εμένα οι καθηγητές μου, οι δάσκαλοί μου με βοήθησαν. Στο Στάνφορντ συνειδητοποίησα ότι η τεχνολογία δεν μου άρεσε… Τότε ήρθε ένας καινούριος καθηγητής από το Μ.Ι.Τ(Μassachussetts Institute of Technology) στο Στάνφορντ και δημιούργησε ένα νέο γκρουπ, το οποίο αφορούσε στη διεπιστημονική επίλυση προβλημάτων(inter-disciplinaring problems solving). Μέχρι την εποχή εκείνη υπήρχαν μόνον και από μόνα τους τα επιστημονικά πεδία(disciplines): μαθηματικά, στατιστική, μηχανική κ.ο.κ. Αυτός σκέφτηκε ότι τα μεγαλύτερα προβλήματα στον κόσμο είναι διεπιστημονικής φύσεως (inter- disciplinaring nature) και απαιτούν διαδραστικότητα των επιστημονικών πεδίων (interactive of disciplines). Δηλ. όταν κτίζεις μια γέφυρα δεν είναι μόνο η κατασκευή, είναι και πώς αλλάζει η χρήση της γης τη στιγμή που υπάρχει γεφύρι και υπάρχει και αυτοκίνητο. Αυτός δημιούργησε ένα γκρουπ για το engineering and economic systems, ήτοι για τεχνοοικονομικά συστήματα. Έπαιρνε μηχανικούς και τους «φόρτωνε» με οικονομικά, μαθηματικά και computers την εποχή εκείνη, και δημιούργησε μια καινούρια σειρά από παγκόσμιους ερευνητές επίλυσης προβλημάτων(global problems solvers). Από αυτόν τον κλάδο ξεκίνησε η καριέρα μου η οποία είχε μεγάλο ενδιαφέρον, και αυτό χάρη σε μια Σχολή του Στάνφορντ που ήταν πρωτοποριακή. Κάποτε έλεγα ότι αν η Σχολή μου πεθάνει, το διδακτορικό μου θα πάει χαμένο. Δεν έχει όμως πεθάνει και την έχουν αντιγράψει πολλά πανεπιστήμια και πολλά ελληνόπουλα σπουδάζουν σ’ αυτή.
Έχω μάλιστα δημιουργήσει και μια υποτροφία την «Arvanitidis Fellowship in Memory of William K. Linvill», στη μνήμη δηλαδή του «μέντορά» μου- του δασκάλου μου William K. Linvill, η οποία πληρώνει όλα τα έξοδα σε ελληνόπουλα που τελειώνουν το Πολυτεχνείο να έρχονται στο Στάνφορντ για μεταπτυχιακά. Αποφοιτούν έτσι ανά δέκα χρόνια τρεις μεταπτυχιακοί επιστήμονες, καθώς ένα διδακτορικό από το Στάνφορντ απαιτεί 3,5 περίπου χρόνια.

ΠτΘ: Διδάσκετε στο Πανεπιστήμιο;
Ν.Α.:
Δίδασκα τα πρώτα χρόνια. Άρχισα να διδάσκω, αλλά τελικά ασχολήθηκα με τη βιοτεχνολογία και έγινα επιχειρηματίας. Συνολικά ασχολήθηκα 15 χρόνια με τα ακαδημαϊκά και την έρευνα και άλλα 15 χρόνια με τις επιχειρήσεις.

Ό,τι με καθορίζει είναι ότι εγώ ήμουν πάντοτε ο αρχηγός της ζωής μου, και θεωρώ ότι μ’ αυτό το χαρακτηριστικό γεννήθηκα

ΠτΘ: Πώς ένα παιδί από την Κομοτηνή κατάφερε να κάνει χώρο της ζωής του και των δραστηριοτήτων του τον κόσμο;
Ν.Α.:
Αυτό πρέπει να το έχεις. Στη ζωή υπάρχει αυτό που δημιουργείς και αυτό το οποίο πρέπει να έχεις και το πιο σημαντικό για τη δική μου τη ζωή είναι το τι είδους εργοδότης ήμουν. Υπήρξα αφεντικό 30 χρόνια. Δεν εργάστηκα ποτέ για κανέναν άλλον.

ΠτΘ: Σε ποιες εταιρείες;
Ν.Α.:
Στις εταιρείες που δημιούργησα εγώ, ως εργοδότης και ως υπεύθυνος για τους συνεργάτες. Στην τελευταία εταιρεία απασχολούσα 600 εργαζόμενους. Ό,τι με καθορίζει είναι ότι εγώ ήμουν πάντοτε ο αρχηγός της ζωής μου, και θεωρώ ότι μ’ αυτό το χαρακτηριστικό γεννήθηκα. Και στην Ελλάδα, και στην Κομοτηνή που γεννήθηκα, ήμουν και πάλι αρχηγός στο volley team, στο basket team. Αυτό δεν πιστεύω ότι το δημιουργείς. Ξέρω παιδιά που πηγαίνουν στο Χάρβαρντ, στο Στάνφορντ για MBI και προσπαθούν να διακριθούν, αλλά αυτό το να γίνεις πρώτος, αν δεν το έχεις μέσα σου, δεν γίνεται.
Αυτό όμως που έχει αξία για μένα είναι ότι υπήρξα πολύ προοδευτικός ως εργοδότης. Να σας δώσω ένα παράδειγμα. Η περιοχή του Σαν Φρανσίσκο και της Silicon Valley είναι ίσως η πιο προοδευτική περιοχή στον κόσμο. Η Αμερική έχει δυο καινοτόμες-πρωτοποριακές περιοχές, η μια συμπεριλαμβάνει το M.I.T και το Χάρβαρντ και η άλλη είναι η Silicon Valley που περιλαμβάνει το Μπέρκλεϊ και το Στάνφορντ. Η δική μας περιοχή είναι πιο προοδευτική από την ανατολική και τη μέση Αμερική. Όταν έφτιαχνα την εταιρεία με τα φάρμακα- το μεγάλο κατόρθωμα ήταν όταν κυκλοφορήσαμε το φάρμακο για τον overial cancer- τον καρκίνο των ωοθηκών, το οποίο σήμερα εμπορεύεται η Johnson and Johnson η οποία αγόρασε την εταιρεία μου το 1999. Τα επιτελικά στελέχη στην εταιρεία μου προέρχονταν από την ανατολική ακτή, γιατί η δυτική δεν είχε παλιές εταιρείες: η Johnson and Johnson και όλες αυτές ήταν έξω από τη Νέα Υόρκη. Οπότε όταν χρειαζόμασταν executives-αντιπροέδρους με ειδικότητες, δεν είχαμε στη γειτονιά μας και έπρεπε να τους φέρουμε από εκεί. Φέρναμε έτσι ανθρώπους που ήταν πολύ συντηρητικοί. Το Σαν Φρανσίκσο είναι “the gay capital of the world” (η παγκόσμια πρωτεύουσα των gay), η Μύκονος έρχεται δεύτερη. Στην εταιρεία είχα δικηγόρο, γυναίκα και εβραία, αντιπρόεδρο στην έρευνα που ήταν gay, και όταν έρχονταν να μας δουν «ξινίζονταν». Γιατί στην ανατολική ακτή δεν υπήρχε ακόμη το ανάλογο δικηγόρος γυναίκα, και δη εβραία, να γίνει αντιπρόεδρος εταιρείας, οπότε γινόταν συζητήσεις και ζυμώσεις… Σε μια σύσκεψη μάλιστα στο Conference room ανέφερα σε όλους κάτι που έχει μείνει στη Silicon Valley ότι οι μαύροι δεν πρόκειται να ξαναγυρίσουν στην Αφρική, οι γυναίκες στην κουζίνα και οι gay δεν ξαναμπαίνουν στα ντουλάπια τους. Αυτή ήταν μια συνθήκη εργασίας, την οποία οι συνεργάτες μου όφειλαν να σεβαστούν.
Αυτή η φιλοσοφία με διακρίνει και στην προσωπική μου ζωή, με τα παιδιά μου. Συζητώντας, όταν υπάρχουν διαφορές απόψεων τους λέω, αφήστε να αλλάξω απόψεις εγώ. Κι όταν με ρωτούν γιατί; Τους απαντώ γιατί αυτό, το ν’ αλλάξω είναι πιο εύκολο για μένα. Εγώ θέλω ν’ αλλάξω για να μπορέσω να ζήσω καλύτερα στη δική σας την εποχή. Να αλλάξετε εσείς και να πάτε πίσω στη δική μου εποχή, στα χρόνια που μεγάλωσα, εγώ δεν έχει καμία αξία. Υπ’ αυτήν την έννοια το προοδευτικό, για μένα, είναι ένας τρόπος ζωής. Τώρα για να έχεις αυτή τη στάση, πρέπει να υπάρχει εντός σου η μαγιά. Εγώ έβαλα εταιρεία στο χρηματιστήριο το 1987, ο δεύτερος γεννηθείς εν Ελλάδι. Το 1987 στη Wall Street ήταν μόνον εβραίοι και wasp. Δεν υπήρχαν έλληνες. Άρα το DNA παίζει βασικό ρόλο και πρέπει κάποιος να το αναγνωρίζει. Εγώ κατάλαβα ότι το δικό μου το «ρολογάκι» δούλευε διαφορετικά και από νωρίς αποφάσισα ότι θα μείνω με το δικό μου «ρολόι». Δηλαδή δεν επρόκειτο να υιοθετήσω καλούπι που δεν θα μου πήγαινε.
Έτσι θεωρώ ότι αν έμενα στην Κομοτηνή, θα είχα καταστραφεί. Το λέω. Κι ευτυχώς πάντοτε πίστευα ότι στη ζωή όφειλα να κάνω αυτό που αγαπούσα. Και σήμερα πιστεύω το ίδιο, και για τη νεολαία, ότι πρέπει οπωσδήποτε να επιλέξει να κάνει αυτό που αγαπά, ιδιαίτερα σήμερα με το σκληρά ανταγωνιστικό περιβάλλον, οπότε αν δεν αγαπάς αυτό που κάνεις θα καταλήξεις δεύτερος, τρίτος ή τέταρτος, τελευταίος.

Δεν άφησα ποτέ τον φόβο να με σπρώξει προς τα πίσω

ΠτΘ: Από την Κομοτηνή στον κόσμο, στη βιοτεχνολογία, στις επιχειρήσεις, στο Πανεπιστήμιο. Εσωτερικούς φόβους σε κάθε νέο ξεκίνημα δεν είχατε ν’ αντιμετωπίσετε;
Ν.Α.:
Πώς δεν είχα!!! Αλλά δεν άφησα ποτέ τον φόβο να με σπρώξει προς τα πίσω. Φόβους είχα πάντοτε. Όταν έφυγα από την Κομοτηνή είχα ακόμη θέματα με την προσωπικότητά μου. Ήμουν «άγριο παιδί», και οι καθηγητές επιχειρούσαν να με βοηθήσουν να βρω τις ισορροπίες μου, να με βάλουν σ’ έναν καινούριο ειρμό. Ήμουν και street march, δηλαδή ένα παιδί που δύσκολα άγγιζες, πολύ γερό παιδί και με φυσικά προσόντα, και αυτό το είχα μεταφέρει στην προσωπικότητά μου, σύμφωνα με το meditation(διαλογισμό) ή το yoga theory(τη θεωρία της γιόγκα). Στο meditation τα πάντα ξεκινούν από το μυαλό και επηρεάζουν το σώμα και στη yoga theory, το σώμα επηρεάζει το μυαλό. Εγώ λοιπόν επειδή ήμουν γερό παιδί και όλους τους φίλους τους προστάτευα ως παλικαράκι, αυτό λοιπόν το physical του street march, το χρησιμοποίησα για να αντλώ θάρρος και να ενθαρρύνω τον εαυτό μου για να προχωρώ μπροστά. Δεν έκανα δηλαδή πίσω εύκολα, ούτε από φυσική κατασκευή, ούτε πνευματικά. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν φοβόμουν. Τον φόβο τον πέρασα, εξάλλου πώς θ’ άσπριζαν αλλιώς τα μαλλιά μου!!! Λέτε ν’ άσπρισαν από καλοσύνη; Ο φόβος υπήρχε πάντοτε, ο δισταγμός μέχρι ενός ορισμένου σημείου, πάντοτε όμως σκεφτόμουν βλέποντας τον εαυτό μου στον καθρέφτη αν δεν το κάνω εγώ, ποιος θα το κάνει κι αν αυτός που θα το κάνει είναι καλύτερος και έχει κάτι που δεν έχω εγώ. Τον φόβο τον αντιμετώπισα οριστικά στο Στάνφορντ, όταν πήγα πολύ συνεσταλμένος, γιατί είχα να συναναστραφώ τα καλύτερα μυαλά στον κόσμο, και κατάλαβα ότι ήμουν τόσο καλά προετοιμασμένος στα μαθηματικά, στη στατιστική και στα άλλα μαθήματα από τους καθολικούς παπάδες –πήγα σε καθολικό πανεπιστήμιο- που δεν υστερούσα σε τίποτα. Αυτή ήταν η κρίσιμη στιγμή, όταν συνειδητοποίησα ότι αν και ήμουν σε ένα από τα καλύτερα πανεπιστημιακά ιδρύματα – το Στάνφορντ ήταν πάντοτε ανάμεσα στα έξι καλύτερα πανεπιστήμια στον κόσμο- δεν υστερούσα σε τίποτα…

ΠτΘ: Δεν επαναπαυτήκατε και ποτέ όμως…
Ν.Α.:
Αν επαναπαυθείς, τελείωσες… Και τώρα δεν επαναπαύομαι. Παρακολουθώ τα πάντα, διαβάζω, ταξιδεύω με το lap top, όσον αφορά δε στα global issues θεωρώ ότι δύσκολα θα βρεθεί κάποιος να γνωρίζει περισσότερα από εμένα, γιατί μια ζωή επεδίωκα τη γνώση, και δεν μπορώ να διανοηθώ ότι θα έχω προσωπικά κενά στη γνώση. Μπορεί να έχω τρία παιδιά και νύφες και εγγόνια, αλλά δεν ζω για τα εγγόνια μου. Αντίθετα ζω μια μοντέρνα ζωή, με τα καλά και τα κακά της. Στα παιδιά μου μάλιστα λέω ότι υπ’ αριθμόν ένα στη ζωή μου είμαι εγώ, δεύτερη είναι η μάνα σας και σεις τρίτοι και πάνω… Τι κερδίζουν τα παιδιά μ’ αυτόν τον τρόπο; Ότι δεν στεναχωριούνται ποτέ για τη μάνα τους και τον πατέρα τους και δεν έχουν κανένα άγχος. Γι’ αυτό η ανεξαρτησία είναι καλή και για τους δυο.

Επειδή αισθανόμουνα άνετα ως αρχηγός, ποτέ δεν έκανα τίποτα μόνος μου και στηριζόμουν στην ομάδα

ΠτΘ: Στις κατά καιρούς επιτυχίες της ζωής σας, συνεργάτες είχατε, ή όλα ήταν αποτέλεσμα της δικής σας διάνοιας;
Ν.Α.:
Η μεγαλύτερη διαφορά μου από τους έλληνες –γιατί οι έλληνες το έχουν αυτό το κουσούρι- είναι στο θέμα της ομάδος. Εγώ είχα κι αυτή την ευφυΐα μέσα μου, επειδή αισθανόμουνα άνετα ως αρχηγός, ποτέ δεν έκανα τίποτα μόνος μου και στηριζόμουν στην ομάδα.

ΠτΘ: Και δεν έτυχε ποτέ να σας προδώσουν οι συνεργάτες σας;
Ν.Α.:
Αυτοί πρόδωσαν τον εαυτό τους. Γιατί εγώ έχω διώξει πολύ κόσμο. Εξάλλου πάντοτε ήμουν οπαδός της θεωρίας των έξι μηνών. Τους έξι μήνες τους θεωρούσα υποχρέωσή μου προκειμένου να κρίνω αν μια επαγγελματική σχέση θα απέβαινε μακροχρόνια. Ο λόγος για τους οποίους έδιωχνα κόσμο μετά τους έξι μήνες ήταν πολύ απλός. Έλεγα λοιπόν σ’ όσους θ’ απομάκρυνα: οι ικανότητές σου είναι μια χαρά, ως άνθρωπος είσαι μια χαρά, αλλά δεν υπάρχει fit, δεν δένουμε. Αυτό δεν είναι το καλύτερο μέρος για σένα να εργάζεσαι κι εσύ δεν είσαι ο καλύτερος που θέλουμε για τη δουλειά μας. Θα σε βοηθήσουμε όμως να βρεις την κατάλληλη θέση, και μ’ αυτόν τον τρόπο δεν δημιούργησα ούτε έναν εχθρό.

ΠτΘ: Καλός επιχειρηματίας πώς γίνατε; Συν τω χρόνω, αυτομορφωθήκατε και μελετήσατε πρώτα τα διάφορα προτεινόμενα επιχειρηματικά μοντέλα;
Ν.Α.:
Στην Αμερική υπάρχουν και πολλά μοντέλα και παραδείγματα, πράγμα που δεν υπάρχει στην Ελλάδα, γιατί οι επιτυχημένοι άνθρωποι σπάνια μιλάνε, οπότε τα παιδιά δεν έχουν υποδείγματα. Στη Silicon Valley –του χρόνου κλείνω 50 χρόνια στη Silicon Valley- κάθε εβδομάδα ανοίγει και μια μικρή επιχείρηση, οπότε αν διαβάζεις, αν ενημερώνεσαι, αν είσαι ανοικτός στη γνώση τότε δεν υπάρχουν μυστικά.

Δεν πρέπει να αισθανόμαστε όμως ότι για όλα φταίμε εμείς οι έλληνες

ΠτΘ: Την Ελλάδα σήμερα πώς την εισπράττετε, φαίνεται παντού αποτυχημένη…
Ν.Α.:
Κατ’ αρχάς δεν συμφωνώ με την άποψη ότι η Ελλάδα φταίει για όλα. Ότι έχουμε τα κουσούρια μας, ότι κλέβαμε το κράτος, ότι έχουμε το μπαξίσι, ότι δεν είμαστε οπαδοί του team players, όλα αυτά είναι δεδομένα. Δεν καταλήξαμε όμως όπως καταλήξαμε από δική μας μόνο υπαιτιότητα. Το να επιρρίπτουν αποκλειστικά και μόνο την ευθύνη σε μας, με ενοχλεί πολύ, με «τσιμπάει». Όταν πρωτοπήγα στο Σιάτλ ήμουν ο μόνος έλληνας που εργαζόμουν στο Πανεπιστήμιο. Οι άλλοι εργάζονταν στα εστιατόρια, στα πιάτα, όταν έλεγες ότι ήσουν έλληνας η πρώτη ερώτηση ήταν σε ποιο εστιατόριο δουλεύεις. Όταν πήγα στο Στάνφορντ ήμασταν δυο μόνο έλληνες, τώρα είναι εκατό. Με ενοχλεί λοιπόν πολύ που η φήμη μας κατρακύλησε και πάλι. Με ενοχλεί γιατί είμαστε η number one μειονότητα σε ακαδημαϊκές θέσεις στην Αμερική, έχουμε τους περισσότερους καθηγητές ελληνικής καταγωγής από οποιαδήποτε άλλη μειονότητα συμπεριλαμβανομένων και των εβραίων. Αυτό το κατόρθωμα υπέστη πλήγμα από την κατάσταση που επικρατεί στη χώρα τελευταία. Σ’ ένα ταξίδι από τη Silicon Valley στο αεροπλάνο κάθισε δίπλα μου ένας γερμανός καθηγητής. Πιάσαμε κουβέντα, συστηθήκαμε και του ανέφερα ότι ήμουν έλληνας. Μου δίνει τότε το χέρι του και το τραβάει αμέσως. Ρωτώντας τον γιατί, μου ανέφερε ότι στην Ευρώπη αποφεύγουν να δίνουν το χέρι σε έλληνες, για να μην το… χάσουν!!! Σίγουρα όσο σκληρός και να’ σαι –προσωπικά είμαι σκληρός- αυτά σε πειράζουν. Δεν πρέπει όμως να αισθανόμαστε ότι για όλα φταίμε εμείς οι έλληνες, και δυστυχώς το βάρος έχει πέσει στον ελληνικό λαό.
Το κακό σήμερα είναι ότι ο κόσμος στην Ελλάδα δεν έχει σε τίποτα να πιστέψει. Και γι’ αυτό φταίνε οι πολιτικοί. Η Ελλάδα δεν έχει έναν ηγέτη που θα της δώσει όραμα. Και η πολλή δημοκρατία, όπως συμβαίνει εδώ στην Ελλάδα, είναι βλαπτική. Εμείς πέρυσι που ήρθαμε υποφέραμε, με τα συλλαλητήρια, τις απεργίες, γι’ αυτό και εφέτος ήρθαμε μετά τις εκλογές. Κι όμως το φιλότιμο του έλληνα είναι μοναδικό, οι πολιτικοί μας είναι μικροί, γι’ αυτό και έχουμε την αίσθηση ότι όσο περνάει ο καιρός η κατάσταση στη χώρα μας χειροτερεύει. Όλοι δε μιλούν για ανάπτυξη, χωρίς κανένας να λέει από πού θα ρθουν τα λεφτά για την ανάπτυξη. Για να ισορροπήσουμε την ύφεση χρειαζόμαστε 14 δις. Αυτή τη στιγμή γίνεται natural attrition(φυσική απομείωση), δηλαδή ξεριζώνουμε την μικρομεσαία τάξη, ρίχνουμε τον κόσμο στα γόνατα, κι από εκεί σιγά σιγά θα γεννηθεί το καινούριο. Η κρίση στην Ελλάδα θα διαρκέσει πολύ, κι αυτό είναι καταστροφικό. Αντί δηλαδή να κρατήσει 4-5 χρόνια, θα κρατήσει δεκάδες, διότι δεν υπάρχει στρατηγική και όραμα και ό,τι υφίσταται, το υφίσταται ο ελληνικός λαός… Αν και τα χοντρά τα λάθη τα έκαναν οι πολιτικοί…

 

Ο φόβος της μειονότητας είναι ουσιαστικά φόβος του εαυτού σου

Πτθ: Στην Κομοτηνή το επίπεδο συμβίωσης χριστιανών – μουσουλμάνων πώς το κρίνεται; Εξελίσσεται ο πολιτισμός τής συμβίωσης;
Ν.Α.:
Εγώ ξέρω ότι όταν την μειονότητα την κρατάς από κάτω, αρχίζει και μεγαλώνει το βάρος σου κάθε μέρα, και κάθε μέρα κουβαλάς κάτι πιο βαρύ. Αν οι αμερικανοί είχαν υπεροψία και ήταν φοβισμένοι προς τους μετανάστες, εμείς οι έλληνες δεν θα γινόμασταν τίποτε. Οι φόβοι και η υπεροψία αφορούν σε μια κοινωνία που δεν είναι μοντέρνα, δεν είναι σύγχρονη, και διατηρεί τις πολιτισμικές διακρίσεις. Ο φόβος της μειονότητας είναι ουσιαστικά φόβος του εαυτού σου.

Φοβάσαι ότι εσύ δεν μπορείς ν’ αντεπεξέλθεις και γι’ αυτό το φοβάσαι…

 

Η Κίνα έχει τεράστιες δυνατότητες ανάπτυξης

ΠτΘ: Εν τούτοις λένε ότι η Αμερική είναι μια αυτοκρατορία που δύει, αφού αναδύεται ένας καινούριος κόσμος, η Κίνα…
Ν.Α.:
Αυτό είναι σίγουρο. Η Κίνα το μόνο πρόβλημα που έχει είναι αν μπορεί να κρατηθεί πολιτικά. Οι αριθμοί – τα μεγέθη της Κίνας είναι ασύλληπτα. Η Κίνα παράγει 14 εκ. μορφωμένους ανθρώπους, 14 εκ. σωστές δουλειές το χρόνο και έχει άλλα 900 εκατομμύρια ανθρώπους στα χωράφια οι οποίοι σιγά σιγά πρέπει να αστικοποιηθούν. Έχει τεράστιες δυνατότητες ανάπτυξης. Άρχισε πριν 25 χρόνια και έχει μέχρι τώρα μια αστική τάξη 400 εκ., έχει όμως να αστικοποιήσει άλλα 900. Αν καταφέρει να αστικοποιήσει και άλλα 400 εκ. ακόμη πριν καταρρεύσει το πολιτικό της καθεστώς, σίγουρα τότε η Kίνα θα είναι υπ’ αριθμ. πρώτη οικονομία στον κόσμο…

 

Silicon Valley Greek Seed Founding Group

Πτθ: Ξέρουμε ότι η ελληνική κρίση σας έχει ενεργοποιήσει και ότι έχετε ιδρύσει μια ελληνική silicon valley…
N.A.:
Σήμερα δουλεύω πάρα πολύ με ελληνικές τεχνολογικές ομάδες. Δημιούργησα το Silicon Valley Greek Seed Founding Group, μάζεψα όλους τους μορφωμένους και προσπαθούμε να βοηθήσουμε παιδιά που έχουν ιδέες και ψάχνουν να βρουν χρηματοδότη, θέλουν δε να μάθουν πώς δημιουργείς εταιρείες global perspective
(παγκόσμιας προοπτικής). Εκεί ανακαλύψαμε και τα τρωτά του έλληνα. Την έλλειψη του team working. Γιατί δεν υπάρχει team; Γιατί έχουμε την αίσθηση ότι όλοι είμαστε πρώτοι. Επιπλέον πολλοί μπερδεύουν τη διαφορά ανάμεσα στο ακούω και αποφασίζω.

Πώς χωρίς να ρωτάς μορφωμένα και ταλαντούχα παιδιά θα δημιουργήσεις καινοτομία;

ΠτΘ: Έχετε άρα ελληνική εμπειρία…
Ν.Α.:
Μέχρι πριν 25 χρόνια δεν είχα δουλέψει ποτέ με έλληνες. Όταν η Ελλάδα μπήκε στην κρίση και μου ζήτησαν να βοηθήσω άρχισα να έρχομαι στην Ελλάδα και να εργάζομαι στην Αθήνα. Αλλά εργάζομαι ιδεολογικά και επενδύω και δικά μου χρήματα για να βοηθήσω. Εξάλλου στην Αμερική μαθαίνεις ότι αν είσαι σωστός, πάντα υπάρχει βοήθεια για σένα, και όταν ωριμάσεις οφείλεις κι εσύ να δώσεις κάτι πίσω. Γι’ αυτό και η υποτροφία και η τωρινή μου δουλειά…
Στην Αθήνα πηγαίνω και κάνω σεμινάρια στις εταιρείες που έχω επενδύσει. Δουλεύω με τους αρχηγούς τους κι όταν έρχομαι κάνω μίνι σεμινάρια με το προσωπικό, τους ζητώ δε να με αποκαλούν με το μικρό μου όνομα Nick και όχι dr Arvanitidis. Αυτό γίνεται γιατί δεν έχουμε καιρό και θεωρώ απαραίτητο να έχουμε την άνεση της επικοινωνίας. Το ίδιο γινόταν και στην Αμερική, στο Πανεπιστήμιο, στις επιχειρήσεις. Το λάθος που γίνεται στην Ελλάδα είναι ότι αυτό εδώ το παρεξηγούν και το εκμεταλλεύονται κι ας ελαττώνει την απόσταση κι απελευθερώνει, κι ας περνάς μηνύματα καλύτερα. Τους αφήνω να μιλήσουν 5-6 λεπτά. Στο τέλος εκφράζουν όλοι παράπονο ότι κανένα αφεντικό δεν σε ρωτάει τι νομίζεις. Πώς όμως χωρίς να ρωτάς μορφωμένα και ταλαντούχα παιδιά θα δημιουργήσεις innovation(καινοτομία);
Δυστυχώς όμως το μήνυμα δεν περνάει χωρίς να συστήσεις ομάδες, γι’ αυτό και ο νόμος της Διαμαντοπούλου θα ακυρωθεί στην πράξη. Υπάρχει τεράστια έξοδος των νέων παιδιών, κι εμείς προσπαθούμε να φέρουμε ηγεσία από τα έξω, να τη μορφώσουμε και να την κρατήσουμε εδώ. Οπότε δημιουργούμε εταιρείες στο Ντελαγουέρ (Delaware), αμερικάνικες εταιρείες, με τη συμφωνία ότι η παραγωγή θα γίνεται εδώ. Και προσπαθούμε ν’ αλλάξουμε και τη νοοτροπία αυτών που έχουν λεφτά και δεν επενδύουν, κρατούν δε τα λεφτά τους στο Λονδίνο. Υπάρχουν εκατοντάδες παιδιά που δεν έχουν δουλειά κι ως οικονομολόγος πρέπει να ξέρεις ότι αν βάλεις ένα ευρώ στην οικονομία της γνώσης θα γίνει 1,5. Έχουμε πολύ καλά παιδιά, πολύ καλό υλικό, και το αφήνουμε να σαπίζει. Κατά μέσο όρο περάσανε 60 εταιρείες από τα χέρια μας κι εγώ επένδυσα σε 5-6.

 

Ο Clinton το 1993 έκανε δυο τεράστια λάθη

 

ΠτΘ: Λέτε ότι δεν ευθυνόμαστε εμείς πλήρως για όσα υφιστάμεθα τώρα εξ αιτίας της οικονομικής κρίσης. Ποιοι άλλοι θεωρείτε ότι έχουν ευθύνη;
Ν.Α.:
Ο Bill Clinton. Ο Clinton, έξυπνος άνθρωπος κι αυτός και η γυναίκα του, -εγώ βέβαια είμαι με τον Ομπάμα- έκανε δυο τεράστια λάθη, το 1993. Το πρώτο λάθος που έκανε ήταν μια νομοθεσία που λέγεται «The glass Spiegel act». Μέχρι τότε υπήρχε μια νομοθεσία που απαγόρευσε σε οποιαδήποτε τράπεζα να επενδύσει τις καταθέσεις σου. Αυτό δεν βόλευε πολλές τράπεζες που ήθελαν να έχουν μεγαλύτερο κέρδος τζογάροντας τις αποταμιεύσεις στις αγορές. Αυτόν τον νόμο τον κατήργησε ο Clinton με αποτέλεσμα η City Bank εκεί που ήταν μόνο τράπεζα ν’ αποκτήσει και μια τράπεζα, τη City Bank Investment, έγινε δηλαδή και τράπεζα της Αμερικής αλλά και της Goldman Sachs. Αυτό ήταν το μεγάλο λάθος του Clinton. Η κρίση προέκυψε εξ αυτού του γεγονότος, γιατί οι τράπεζες έπαιζαν τις αποταμιεύσεις των καταθετών σαν να έπαιζαν στο καζίνο. Αυτό συνέβη επί Clinton και επί υπουργού Οικονομικών (Secretary of Treasury) του Ρούμπιν. Huge mistake. Το δεύτερο λάθος του Clinton ήταν η επιθυμία του κάθε αμερικάνος να μπορεί να έχει ένα σπίτι. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να επιβάλλει μέτρα χαλάρωσης στη διαδικασία του δανεισμού, ενώ προηγούμενα για να σε δανείσουν οι τράπεζες έπρεπε να διαθέτεις ένα 20% από το κεφάλαιο, εργασία και σταθερό εισόδημα. Κι έτσι δημιουργήθηκε η φούσκα, αφού ο καθένας έμπαινε σε δανεισμό, χωρίς να έχει το δικαίωμα. Η φούσκα δημιουργείται, όταν κυκλοφορεί εύκολο χρήμα και πιστεύεις στο εύκολο κέρδος. Το ίδιο συνέβη και στην Ελλάδα. Αυτή είναι η κλασική ψυχολογία του balloon (φούσκας) και την έζησα και στην Ελλάδα, αφού όποιος αγόραζε μια μετοχή, πίστευε ότι την άλλη μέρα θα γίνει πλούσιος. Αυτά τα δύο λάθη έκανε λοιπόν ο Clinton. Το άλλο που συνέβη ήταν ότι έγινε εξίσωση στη φερεγγυότητα καλών και κακών μετοχών, με αποτέλεσμα να δημιουργήσουν πληθώρα τοξικών εγγράφων, σ’ όλον τον κόσμο και στις ευρωπαϊκές τράπεζες, που ουσιαστικά ήταν χαρτιά χωρίς αντίκρισμα. Ο έλληνας λοιπόν πρέπει να εννοήσει ότι η οικονομική κρίση άρχισε από την Αμερική. Δεύτερον ότι η είσοδος της Ελλάδας στην ευρωζώνη ήταν τεράστιο λάθος γιατί για μια πετυχημένη ευρωζώνη χρειαζόταν κοινή νομοθετική βάση, κι αυτό που λέμε labour source mobility για τους εργαζόμενους, για να μπορείς ν’ αντλείς εργατικό δυναμικό απ’ όπου θέλεις γιατί η παραγωγή πρέπει να γίνει. Εμείς όμως ως έλληνες δεν είχαμε τη νοοτροπία μιας mobile society και δεν είχαμε μετακινήσεις εργατικού δυναμικού. Όσον αφορά στα τωρινά δεδομένα, το μεγάλο λάθος ήταν το πρώτο μνημόνιο, γιατί καμιά κοινωνία δεν μπορεί ν’ ανταπεξέλθει σ’ αυτό σε συνθήκες ύφεσης. O Paul Κrugman έχει γράψει τελευταία ένα βιβλίο για τον καιρό της ύφεσης, στο οποίο αναφέρει ότι οι ευρωπαίοι ηγέτες δεν είναι ούτε ηλίθιοι ούτε κακούργοι (not evil not stupids), γιατί όμως παίρνουν τις αποφάσεις που παίρνουν, σ’ αυτό κανείς δεν μπορεί ν’ απαντήσει. Και δεν παίρνουν τις αποφάσεις που πρέπει για λόγους πολιτικού κόστους. Ο Κέινς εντούτοις γράφει πώς απαντάς στην ύφεση. Εξάλλου το πρόβλημα δεν είναι μόνο στην Ελλάδα, ακολουθεί και η Ισπανία και σε λίγο η Ιταλία, γι’ αυτό και δεν επενδύω ούτε στην Ελλάδα ούτε στην Ευρώπη παρά μόνον στην Αμερική.

Ό,τι γίνεται λοιπόν στο πλαίσιο της εξωτερικής πολιτικής της Αμερικής σήμερα είναι να βοηθήσουμε κόσμο που επιθυμεί τη δημοκρατία

ΠτΘ: Τους πολέμους της Αμερικής πώς τους εξηγείτε και την τάση της να έχει τον έλεγχο των ενεργειακών πηγών πώς τον εισπράττετε;
Ν.Α.:
Εγώ θεωρώ ότι η τακτική της Αμερικής στην εξωτερική πολιτική από τότε που εξελέγη ο Ομπάμα είναι ορθή. Ο Ομπάμα στο βιβλίο που έγραψε με τίτλο «Η τόλμη της ελπίδας» (“Τhe audacity of hope”) – ο Ομπάμα είναι από τους λίγους πολιτικούς που ό,τι είπε προεκλογικά το τήρησε κατά γράμμα –δεσμεύτηκε ότι η Αμερική θα μπλέξει σε πόλεμο όχι για τα οικονομικά της συμφέροντα αλλά μόνον για θέματα ασφαλείας. Γι’ αυτό στη Λιβύη την επιχείρηση δεν την ανέλαβαν οι Αμερικανοί. Ό,τι γίνεται λοιπόν στο πλαίσιο της εξωτερικής πολιτικής της Αμερικής σήμερα είναι να βοηθήσουμε κόσμο που επιθυμεί τη δημοκρατία, χωρίς τα σφάλματα που έγιναν στο Βιετνάμ ή στο Ιράκ ή στο Αφγανιστάν. Εμείς δεν παρεμβαίνουμε ποτέ μόνοι μας και δεν θα θυσιάσουμε ζωές παρά μόνον όταν οι δικές μας ζωές απειλούνται. Αυτό είναι το μανιφέστο του Ομπάμα και σ’ αυτό μέχρι τώρα έχει παραμείνει πιστός.

ΠτΘ: Σήμερα εγκαταλείπεται η παραγωγή και πριμοδοτείται η άυλη οικονομία, οι αγορές… Αυτό πού μας οδηγεί;
Ν.Α.:
Αυτό είναι ιδιαίτερα δύσκολο. Γιατί οι παλιές οικονομίες έχουν μεταβληθεί σε services tribune(διανεμητικές υπηρεσιών), όμως η παραγωγή πρέπει να παραμείνει όπως ξεκαθάρισε και ο Ομπάμα, αμέσως μόλις πήρε την προεδρία λέγοντας ότι δεν πρέπει να χάσουμε την αυτοκινητοβιομηχανία. Αυτό είναι πολύ σημαντικό γιατί δείχνει ότι ο Ομπάμα κατάλαβε ότι οικονομίες χωρίς παραγωγή – goods δεν στέκονται. Δεν μπορείς να σταθείς μόνο με services(υπηρεσίες), αν και η παραγωγή των goods μετακινήθηκε σε τρίτες χώρες, εκεί που η εργασία είναι φτηνή.

ΠτΘ: Συμφωνείτε με τη φτηνή εργασία;
Ν.Α.:
Εν μέρει συμφωνώ. Γιατί διαφορετικά μια επιχείρηση δεν στέκεται. Η Κίνα εξάλλου προσφέρει φτηνό εργατικό δυναμικό, του οποίου η αστικοποίηση δεν μπορεί να συμβεί σε μια νύχτα. Άρα ο άλλος αναλαμβάνει εκεί που σταματά ο προηγούμενος, και η Κίνα αυτή τη στιγμή προσφέρει χέρια. Το ζήτημα είναι ότι αυτές οι διαδικασίες κρατούν πολύ καιρό αν και όλοι παραδέχονται ότι αν συμπεριφέρεσαι σε κάποιον σαν να είναι χέρια, αυτά θα παραμείνουν χέρια, ενώ αν του συμπεριφέρεσαι σαν μυαλό, το μυαλό θα μεγαλώσει.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.