Σταυρος Γιαγκαζογλου: «Θελουμε η ελληνικη πολιτεια να αναλαβει σοβαρα την εκπαιδευση των μουσουλμανοπαιδων• τους το οφειλουμε»

«Ο θρησκευτικός γραμματισμός είναι ένας τρόπος να μάθει ο μαθητής ότι η θρησκεία είναι ένα πανανθρώπινο φαινόμενο με πολλαπλές εκφράσεις» - «Αν δεν υπήρχε η περίπτωση των Διδύμων Πύργων η Ευρώπη θα θεωρούσε ακόμη με τη διαφωτιστική λογική της ότι η θρησκεία ανήκει αποκλειστικά στον ιδιωτικό χώρο και δεν δικαιούται να συμμετέχει στον δημόσιο χώρο»

Το Ένθετο Αφιέρωμα αρχίζει από τη συνομιλία μας με τον Σύμβουλο του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων και προϊστάμενο του Γραφείου Α του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής κ. Σταύρο Γιαγκάζογλου -ακολουθούν οι ένδον αξιολογήσεις του Προγράμματος από τους διδάσκοντες επιμορφωτές και επιμορφούμενους- ο οποίος αξιολογεί θετικότατα την υλοποίηση του Προγράμματος και τοποθετεί το ζήτημα του μαθήματος της διδασκαλίας του Ισλάμ στο ελληνικό σχολείο στο ευρύτερο πλαίσιο της θρησκευτικής εκπαίδευσης. Θεωρώντας ως απολύτως αναγκαία τη θρησκευτική εκπαίδευση, διευκρινίζει κατ’ αρχάς τους θεματικούς κύκλους που αποσκοπεί να καλύψει το πρόγραμμα σπουδών. Ακολούθως, αναφέρεται στους επιδιωκόμενους στόχους της που είναι ο θρησκευτικός γραμματισμός, ως τμήματος της συνολικής παιδείας που επιδιώκει να παρέχει στους νέους το εκπαιδευτικό σύστημα, και οι οποίοι  επανακαθορίστηκαν, και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, μετά το γεγονός της πτώσης των Δίδυμων Πύργων και της συνειδητοποίησης και στην Ευρώπη του δημόσιου χαρακτήρα της θρησκείας. Επιλέγοντας,  ο κ. Γιαγκάζογλου – που σημειωτέον παρακολούθησε εν όλω τις εργασίες του Συνεδρίου και εισηγήθηκε το θέμα: «Θρησκευτική ετερότητα και διαπολιτισμική διάσταση της θρησκευτικής εκπαίδευσης στην Ελλάδα σήμερα» –  αναφέρθηκε εκτενώς στην ανάγκη ενός νέου προγράμματος σπουδών για το μάθημα των θρησκευτικών στη Θράκη που θ’ αφορά σαφέστατα πλέον και στους μουσουλμανόπαιδες και το οποίο δεν θα είναι μάθημα κατήχησης, «αλλά ένα πλήρες μάθημα θρησκευτικού γραμματισμού», το οποίο προϋποθέτει «νέα ανοικτά προγράμματα σπουδών για το  μάθημα του Ισλάμ σε διάλογο με την Ορθοδοξία, ως κεντρική θρησκευτική παράδοση στην Ελλάδα, αλλά και τις άλλες θρησκευτικές παραδόσεις, κατάλληλα βιβλία και σωστά επιμορφωμένους εκπαιδευτικούς» που θα προκύψουν «και από την ίδρυση κατεύθυνσης ισλαμικών σπουδών στη Θεολογική Σχολή ΑΠΘ με πολλά παιδαγωγικά μαθήματα».
 

«Θα πρέπει ο μαθητής να μάθει και για την ταυτότητα της δικής του κύριας παράδοσης αλλά και για τις άλλες θρησκείες»

ΠτΘ: Ποια είναι η άποψή σας για την αναγκαιότητα του μαθήματος των θρησκευτικών στο σχολείο;
Σ.Γ:
Αυτό το θέμα κατά καιρούς επανέρχεται μέσα από συγκρούσεις, κρίσεις και πολλές φορές τόσο οι υποστηρικτές του όσο και οι αντίθετοι σε αυτό έχουν λανθασμένη αντίληψη. Τα θρησκευτικά είναι αναγκαίο να διδάσκονται γιατί συμβάλλουν στο λεγόμενο «θρησκευτικό γραμματισμό» του νέου ανθρώπου, του πολίτη μιας χώρας. Ο θρησκευτικός γραμματισμός είναι ένας τρόπος να μάθει ο μαθητής και αυριανός πολίτης ότι η θρησκεία είναι ένα πανανθρώπινο φαινόμενο με πολλαπλές εκφράσεις, να μάθει για τη δική του θρησκευτική παράδοση, όπως μαθαίνει για τη δική του ιστορία, γιατί η θρησκεία συνδέεται με συγκεκριμένους ανθρώπους και πολιτισμούς, εκφράζει πολιτισμούς και παραδόσεις. Ειδικά δε στην περίπτωση της Ορθόδοξης παράδοσης, θα έλεγε κανείς ότι χρωμάτισε έντονα την ιστορία και τον πολιτισμό μας σε δύσκολες περιόδους, αλλά αφορά και σε όλους τους Έλληνες της διασποράς. Ο σημερινός Ελληνισμός εδώ και αιώνες συγκροτείται παντού στην οικουμένη γύρω από τις ορθόδοξες κοινότητές του. Θα πρέπει, λοιπόν, ο μαθητής να μάθει και για την ταυτότητα της δικής του κύριας παράδοσης αλλά και για τις άλλες θρησκείες. Εκτός από τις μεγάλες χριστιανικές παραδόσεις της Ευρώπης, που είναι κομμάτι του χριστιανισμού, θα πρέπει να μάθει και για τα μεγάλα θρησκεύματα, αυτά δηλαδή με τα οποία συνδεόμαστε ιστορικά, γεωπολιτικά και πολιτισμικά. Αυτά είναι κυρίως ο Ιουδαϊσμός και το Ισλάμ, αλλά και τα μεγάλα θρησκεύματα της Άπω Ανατολής που επηρεάζουν το σύγχρονο τρόπο ζωής και έχουν διεισδύσει στον δυτικό κόσμο.
 
«Ο θρησκευτικός γραμματισμός στο σχολείο δεν είναι κατήχηση και προπαγάνδα»
Δε νοείται ταυτότητα πολίτη χωρίς να έχει θρησκευτική συγκρότηση. Αυτό σημαίνει ότι ο εγγράμματος άνθρωπος δεν θα είναι ανοχύρωτος στο μέλλον. Θα έχει ξεκλειδώσει με έναν κριτικό και ερμηνευτικό τρόπο τον ρόλο των θρησκειών, τον ρόλο της δικής του ταυτότητας, θρησκευτικής ή μη, τι λένε και πώς συνδέονται οι άλλες θρησκείες. Έτσι θα γίνει ένας πολίτης τόσο της χώρας του όσο του κόσμου. Όπως έχουμε τον γλωσσικό γραμματισμό, τον ιστορικό γραμματισμό, έτσι πρέπει να έχουμε και τον θρησκευτικό. Στη Γαλλία, για παράδειγμα, μετά από έναν αιώνα έλλειψης θρησκευτικού μαθήματος συχνά οι μαθητές δεν μπορούν να τοποθετήσουν τα θρησκευτικά γεγονότα στο ιστορικό και πολιτισμικό τους περιβάλλον. Αυτό κάνει ο θρησκευτικός γραμματισμός. Δεν είναι κατήχηση, δεν είναι θρησκευτική προπαγάνδα. Άλλωστε, αυτό δεν θα μπορούσε να γίνει στον δημόσιο χώρο του σχολείου. Το σχολείο υπάρχει για να μορφώσει, να δώσει στοιχεία γνώσεων, αλλά και πολιτισμού που νοηματοδοτεί την ταυτότητα και ετερότητα των μαθητών του.
 

«Σήμερα στον ευρωπαϊκό χώρο το μάθημα των θρησκευτικών έχει προσλάβει μια νέα ώθηση εξαιτίας του “ισλαμικού κινδύνου”»

Σήμερα στον ευρωπαϊκό χώρο το μάθημα των θρησκευτικών έχει προσλάβει μια νέα ώθηση εξαιτίας του λεγόμενου «ισλαμικού κινδύνου». Αν δεν υπήρχε η περίπτωση των Διδύμων Πύργων η Ευρώπη θα θεωρούσε ακόμη με τη διαφωτιστική λογική της ότι η θρησκεία ανήκει αποκλειστικά στον ιδιωτικό και χώρο. Τώρα αυτό διαλύθηκε. Κάτι συμβαίνει, λοιπόν, στην Ευρώπη που φιλοξενεί πάνω από είκοσι εκατομμύρια μουσουλμάνους. Κάτι συμβαίνει σε μια Ευρώπη που γερνά και σε λίγο το Ισλάμ μπορεί να είναι η πρώτη θρησκεία. Γι’ αυτό το Συμβούλιο της Ευρώπης και άλλοι διεθνείς οργανισμοί ή ερευνητικά κέντρα φέρνουν ξανά στο προσκήνιο τη θρησκευτική εκπαίδευση στο πλαίσιο του σεβασμού της ετερότητας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, με τη μεθοδολογία της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης και του κριτικού και ερμηνευτικού διαλόγου, διαμορφώνοντας καινοτόμα εκπαιδευτικά εργαλεία».

Προς αυτή την κατεύθυνση εκπονήθηκαν τα νέα προγράμματα σπουδών στα Θρησκευτικά δημοτικού, γυμνασίου και λυκείου. Αυτή η προσέγγιση έχει τρεις κύκλους. Ο πρώτος και βασικότερος είναι η τοπική θρησκευτική παράδοση, ο δεύτερος οι θρησκευτικές παραδόσεις της Ευρώπης και ο τρίτος τα μεγάλα θρησκεύματα του κόσμου. Αυτό είναι το πλαίσιο μιας αναβαθμισμένης θρησκευτικής εκπαίδευσης στην Ελλάδα, η οποία θα ανοίξει το μάθημα των θρησκευτικών στη γνωριμία με τον άλλο.
 

«Χρειαζόμαστε νέα ανοικτά προγράμματα σπουδών για το μάθημα του Ισλάμ, κατάλληλα βιβλία, κατάλληλους εκπαιδευτικούς»

ΠτΘ: Σύμφωνα με τα όσα αναφέρατε γίνονται βήματα αναθεώρησης της θρησκευτικής εκπαίδευσης τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Ελλάδα αλλά είναι σε πρώιμο στάδιο. Στην πράξη θα δούμε αποτελέσματα;
Σ.Γ:
Ασφαλώς. Κατ’ αρχήν γίνονται και νομοθετικά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση. Ήδη το ότι έχουμε φτιάξει νέα προγράμματα για το μάθημα των Θρησκευτικών στο δημοτικό, στο γυμνάσιο και στο λύκειο, τα οποία είναι έτοιμα να εφαρμοστούν, αυτό δείχνει ότι εμείς έχουμε ετοιμαστεί. Δεύτερον, από την έλλειψη μαθήματος για τους μουσουλμάνους μαθητές της δυτικής Θράκης περνάμε στη δημιουργία της δυνατότητας αυτής και ήδη τα πρώτα βήματα επιμόρφωσης έχουν γίνει πράξη. Αυτό όμως δεν μπορεί να μείνει σε αυτή την εμβρυακή κατάσταση. Πρέπει να πάμε σε προγράμματα σπουδών για τα δημόσια σχολεία, όπου οι μουσουλμάνοι μαθητές δεν θα κάνουν κατηχητικό μουσουλμανικό μάθημα. Θα κάνουν κι αυτοί ένα ολοκληρωμένο μάθημα θρησκευτικού γραμματισμού. Κατά κύριο λόγο, δηλαδή, η τοπική θρησκευτική (μουσουλμανική) παράδοση, η χριστιανική και η ιουδαϊκή παράδοση αλλά και οι άλλες θρησκείες. Αυτό το νόημα έχει το  μάθημα του Ισλάμ στα δημόσια σχολεία. Το Υπουργείο Παιδείας δεν θέτει νησίδες ισλαμικής κατήχησης στα δημόσια σχολεία. Άρα χρειαζόμαστε νέα ανοικτά προγράμματα σπουδών για το μάθημα των θρησκευτικών που αφορούν στο Ισλάμ, κατάλληλα βιβλία, κατάλληλους και σωστά επιμορφωμένους εκπαιδευτικούς. Εξ ου και η προοπτική ίδρυσης κατεύθυνσης ισλαμικών σπουδών στη Θεολογική Σχολή του ΑΠΘ με πολλά παιδαγωγικά μαθήματα.
 

«Δε θέλουμε μια μειονότητα η οποία θα κλείνεται στην εσωστρέφειά της, θα είναι ξένο σώμα και θα άγεται και θα φέρεται από άλλα κέντρα»

 
Η Ελλάδα θα σκεφτεί έτσι  σοβαρά τόσο την εκπαίδευση των μουσουλμανοπαίδων γενικότερα όσο και τη θρησκευτική τους εκπαίδευση, και όχι μόνο τη γλωσσική. Είναι ένα φιλόδοξο πρόγραμμα και αργήσαμε δεκαετίες να το υλοποιήσουμε, αλλά εν τέλει ξεκινήσαμε. Αυτή η πορεία θέλει ενδυνάμωση και προοπτική. Αυτοί που κρατούν επιφυλακτική στάση γρήγορα θα δουν ότι τα πράγματα δεν είναι όπως φοβούνται. Εκείνοι που είναι κλειστοί σε αυτό το άνοιγμα για ιδεολογικούς λόγους, μάλλον δεν έχουν καταλάβει περί τίνος πρόκειται. Εμείς δε θέλουμε μια μειονότητα, η οποία θα κλείνεται στην εσωστρέφειά της, θα είναι ξένο σώμα και θα άγεται και θα φέρεται από άλλα κέντρα. Θέλουμε την εκπαίδευσή της να την αναλάβει σοβαρά η ελληνική πολιτεία. Της το οφείλουμε. Αν η ελληνική πολιτεία έχει την εποπτεία, τότε οι Μουσουλμάνοι Έλληνες πολίτες θα καταλάβουν ότι η χώρα στην οποία ζουν είναι αυτή η οποία ενδιαφέρεται και υποστηρίζει υπεύθυνα με επιστημονικό και παιδαγωγικό τρόπο την εκπαίδευσή τους.
 

«Για να καταλάβουν όλοι ότι το πρόγραμμα αυτό δεν κρύβει κινδύνους, δεν τους αφαιρεί κάτι από τη θρησκευτική τους ταυτότητα, αλλά τη δυναμώνει, πρέπει να τους δώσουμε χρόνο»

 
ΠτΘ: Επομένως μπορούμε να μιλάμε πλέον για ένα σοβαρό και θετικά προσκείμενο σχεδιασμό για την εκπαίδευση της μειονότητας της Θράκης, παρότι υπάρχουν ακόμα κενά στην εκπαίδευση των ιεροδιδασκάλων και των θεολόγων.
Σ.Γ:
Πρώτα απ’ όλα υπάρχει ένα γλωσσικό πρόβλημα. Η συνεννόηση είναι πολύ δύσκολη και αυτό γιατί περάσαμε δεκαετίες εσωστρέφειας και γλωσσικής ακοινωνησίας. Πρέπει να εργαστούμε πάνω σε αυτό. Αν σε αυτό το ζήτημα δεν φτάσουμε σε ένα επιθυμητό σημείο, δεν θα μπορούμε να καταλαβαινόμαστε. Δεύτερον, το θέμα δεν είναι να κάνουμε ισλαμική κατήχηση, αλλά ένα σοβαρό μάθημα το οποίο θα στέκεται μορφωτικά και θα εξυπηρετεί τους στόχους του δημόσιου σχολείου. Για να το καταλάβουν όλοι ότι αυτό δεν κρύβει κινδύνους, ότι δεν τους αφαιρεί κάτι από τη θρησκευτική τους ταυτότητα, αλλά τη δυναμώνει, πρέπει να τους δώσουμε χρόνο, να συνεργαστούμε, να τους στηρίξουμε και να υπάρχει διάλογος. Αφού γίνει αυτή η πορεία, θα φτάσουν σε τέτοιο επίπεδο ώστε πλέον μελλοντικά από το πανεπιστήμιο και από την κοινότητα των μουσουλμάνων θα προκύπτουν οι ιεροδιδάσκαλοι, οι εκπαιδευτικοί ή σχολικοί σύμβουλοι, οι άνθρωποι που θα έχουν κάνει εξειδικευμένες σπουδές και, συνεπώς, θα μπορούν να συμμετέχουν σε εκπόνηση προγραμμάτων σπουδών.
Τα τοπικά ΜΜΕ που διαμεσολαβούν και συχνά διαμορφώνουν τάσεις, νοοτροπίες και συνειδήσεις με κοινωνική διάσταση είναι ανάγκη να υποστηρίξουν αυτή την προσπάθεια. Πρόκειται για την ειρηνική συμβίωση, για τον διάλογο με σύγχρονους όρους και στο σήμερα, κουβαλώντας βέβαια όλο το κοινό παρελθόν, αλλά μεταφράζοντας και μετασχηματίζοντάς το σε δύναμη και θέληση δημιουργικής συμβίωσης για να πάμε μπροστά. Αν αυτό κερδηθεί, θα είναι το μεγάλο πλεονέκτημα της Θράκης σε όλον τον ευρωπαϊκό χώρο.
 

«Πρέπει να εκμεταλλευτούν οι κοινωνίες της Θράκης το συγκριτικό πλεονέκτημά τους να γνωρίζουν τον γείτονά τους, να του έχουν εμπιστοσύνη και έτσι να οικοδομηθούν μεγαλύτερα πράγματα»

ΠτΘ: Το σύνολο της Ευρώπης σήμερα διακατέχεται από ένα συντηρητισμό σε ό,τι αφορά στο διαφορετικό. Θεωρείτε ότι θα υπάρξουν εμπόδια στην κατεύθυνση αυτή στην οποία σκοπεύετε να κινηθείτε; Είναι ο κόσμος της Θράκης έτοιμος να το δεχτεί αυτό;
Σ.Γ:
Γίνονται βήματα. Τα πράγματα στη Θράκη έχουν αλλάξει. Πλέον οι μητροπολίτες της Θράκης επισκέπτονται και συνεργάζονται με πνεύμα ειρήνης και καταλλαγής με τους μουφτήδες, γίνονται κοινές εκδόσεις για τα θρησκευτικά μνημεία της περιοχής, επισκέπτονται από κοινού τις υπηρεσίες του κράτους στην Αθήνα. Έχουμε ξεκινήσει, λοιπόν, σε ένα υψηλό επίπεδο συνεργασίας. Το Υπουργείο Παιδείας δια της Γ.Γ. Θρησκευμάτων έχει μια καλή συνεργασία. Πριν δύο χρόνια είχαμε ξεκινήσει μια επιτροπή αναβάθμισης της θρησκευτικής εκπαίδευσης και ξεκινήσαμε από την Ξάνθη και την Κομοτηνή. Προϊόν αυτή της επιτροπής είναι το επιμορφωτικό πρόγραμμα που προέκυψε. Άρα υλοποιείται μια εκπαιδευτική πολιτική, η οποία βοηθά στην άμβλυνση των προβλημάτων σε τοπικό και πολιτικό επίπεδο. Επιβάλλεται, όμως, και άλλοι φορείς όπως τοπικοί φορείς, πολιτιστικοί φορείς, τοπική αυτοδιοίκηση, σωματεία, ΜΜΕ να υποστηρίξουν την προσπάθεια αυτή. Τα πράγματα αυτά δεν μπορούν να υλοποιηθούν μόνο με κρατικές πολιτικές, ούτε με έργα ΕΣΠΑ, αν δεν υπάρχει διάθεση και πνεύμα συνεργασίας των ανθρώπων σε τοπικό επίπεδο. Πιστεύω ότι οι τοπικές κοινωνίες πρέπει να εκμεταλλευτούν το συγκριτικό πλεονέκτημά τους να γνωρίζουν τον γείτονά τους, να του έχουν εμπιστοσύνη και έτσι να οικοδομηθούν μεγαλύτερα πράγματα. Όλοι πρέπει να συνεργαστούν. Υπάρχει, άλλωστε, μια νέα πολιτική αντίληψη ότι κράτος δεν είναι μόνο το κράτος, αλλά και οι τοπικές κοινωνίες που το συγκροτούν. Στις τοπικές κοινωνίες πολλοί φορείς και μάλιστα μη κρατικοί έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο και ένας από αυτούς είναι και τα ΜΜΕ. 

[*] Ο Σταύρος Γιαγκάζογλου είναι σύμβουλος του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, προϊστάμενος Γραφείου Α του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ).
 
Το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (Ι.Ε.Π.) ιδρύθηκε το 2011 με τον Νόμο 3966 (ΦΕΚ Α΄ 118/24-05-2011, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει). Είναι Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου και τελεί υπό την εποπτεία του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων. Λειτουργεί χάριν του δημοσίου συμφέροντος ως επιτελικός επιστημονικός Φορέας, που υποστηρίζει το Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, με κύριο σκοπό την επιστημονική έρευνα και μελέτη θεμάτων, τα οποία αφορούν την Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, τη μετάβαση από τη Δευτεροβάθμια στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, καθώς και τη διαρκή και τεχνική υποστήριξη του σχεδιασμού και της εφαρμογής της εκπαιδευτικής πολιτικής στα θέματα αυτά.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.