«Δημοκριτος»: Η νεα, παραγωγικοτερη και ανθεκτικοτερη ποικιλια φακης που δημιουργησε το ΔΠΘ

Ιωάννης Τοκατλίδης, καθ. Γενετικής Βελτίωσης Φυτών στο Τμήμα Αγροτικής Ανάπτυξης του ΔΠΘ «Πήραμε μια τοπική ποικιλία φακής που καλλιεργούνταν στον Έβρο και με βελτίωση καταφέραμε να κάνουμε ποικιλίες που ήταν λιγότερο ευαίσθητες σε ιώσεις και πιο παραγωγικές»

Τη γενετική βελτίωση μιας ποικιλίας φακής που καλλιεργούνταν σε περιοχή του Έβρου πέτυχε το τμήμα Αγροτικής Ανάπτυξης του ΔΠΘ ώστε αυτή να είναι ανθεκτικότερη απέναντι στις ιώσεις αλλά και πιο παραγωγική. Μάλιστα η εν λόγω νέα ποικιλία έχει καταχωρηθεί ήδη στον Εθνικό κατάλογο ποικιλιών με ιδιοκτήτη το πανεπιστήμιο. Αυτό ήταν και το επίτευγμα που μας έκανε να έρθουμε σε επαφή με τον κ. Ιωάννη Τοκατλίδη, καθηγητή γενετικής βελτίωσης φυτών στο Τμήμα Αγροτικής Ανάπτυξης του ΔΠΘ με τον οποίο συνομιλήσαμε όχι μόνο για τη νέα φακή που ονομάστηκε «Δημόκριτος» αλλά και για τη γενικότερη κατάσταση που επικρατεί σήμερα στη γεωργία τόσο στη χώρα μας όσο και στον κόσμο γενικότερα.
 
Ο ίδιος εξέφρασε φόβους πως επίκειται μια νέα κρίση τροφής τόσο λόγω της αύξησης του πληθυσμού της γης όσο και λόγω της «στρεβλής» πορείας που πήραν τα προγράμματα βελτίωσης φυτών. «Χρειαζόμαστε μια νέα πράσινη επανάσταση» σημείωσε ο κ. Τοκατλίδης χαρακτηριστικά για να υπογραμμίσει πως «τα σημερινά επίπεδα ετήσιας αύξησης της παραγωγικότητας υπολείπονται κατά πολύ των επιπέδων που θα έπρεπε έτσι ώστε το 2050 να έχουμε επάρκεια τροφίμων».
 
Ο λόγος στον ίδιο όμως…
 
ΠτΘ: κ. Τοκατλίδη αφορμή της συζήτησής μας αποτελεί η δημιουργία μιας νέας ποικιλίας φακής που πετύχατε η οποία μάλιστα πήρε και την ονομασία “Δημόκριτος”. Πείτε μας για αυτή τη δημιουργία.
Ι.Τ.:
Στο εργαστήριο γενετικής βελτίωσης φυτών του Τμήματος Αγροτικής Ανάπτυξης όλη η έρευνα έχει γίνει από το 2002 στα πλαίσια διδακτορικών διατριβών και ερευνητικών προγραμμάτων που χρηματοδοτήθηκαν από την ΕΕ και τη γενική γραμματεία έρευνας του υπουργείου Παιδείας, δίνοντας έμφαση σε μια καινοτόμο μέθοδο βελτίωσης η οποία επινοήθηκε μετά από έρευνα δεκαετιών στο ΑΠΘ από το οποίο προέρχομαι κι εγώ με εμπνευστή τον καθηγητή Απόστολο Φασούλα, ο οποίος έθεσε νέες αρχές στη βελτίωση φυτών. Με την έρευνα που προηγήθηκε διέκρινε δύο σημαντικές παραμέτρους οι οποίες δεν αξιολογούνται σωστά στον τρόπο που εφαρμόζεται διεθνώς η βελτίωση. Αυτές οι παράμετροι είναι ο ανταγωνισμός που υπάρχει μέσα στην καλλιέργεια και η μεγάλη εξάρτηση από την πυκνότητα της καλλιέργειας. Ξέρετε υπήρξε το εξής στρεβλό: επιτεύχθηκαν μεγάλα επιτεύγματα – για παράδειγμα στο καλαμπόκι μέσα στον 20ο αιώνα η παραγωγή πενταπλασιάστηκε χάρις στα υβρίδια που έγιναν-  όμως αυτή η αύξηση βασίστηκε στη δυνατότητα να καλλιεργούμε μεγαλύτερο αριθμό φυτών ανά μονάδα έκτασης. Στο καλαμπόκι για παράδειγμα στις αρχές του 20ου αιώνα η καλλιέργεια ήταν με 3.000 φυτά το στρέμμα και σήμερα είναι με πάνω από 10.000 φυτά το στρέμμα. Αυτός ο παράγοντας οδήγησε μεν στην αύξηση της παραγωγικότητας οδήγησε όμως τις καλλιέργειες, εξαρτώμενες από την πυκνότητα,  να είναι και ευάλωτες στις αλλαγές από χρονιά σε χρονιά. 
 
Εμείς υλοποιήσαμε διάφορα προγράμματα όχι μόνο στη φακή. Το πρώτο διδακτορικό που έγινε στο εργαστήριο μας είχε να κάνει με το φασόλι που καλλιεργείται στην περιοχή των Πρεσπών. Σε αυτό το πρόγραμμα εντάξαμε και το λεγόμενο heat stress, δηλαδή να μπορεί η καλλιέργεια να αποδίδει ικανοποιητικά όταν οι θερμοκρασίες είναι πολύ υψηλές, κάνοντας ταυτόχρονα την έρευνα μας και σε θερμοκήπιο. Καταφέραμε λοιπόν να βγάλουμε νέες ποικιλίες φασολιού, οι οποίες ήταν πιο παραγωγικές από αυτές που καλλιεργούν οι εκεί παραγωγοί. Μία από αυτές την ονομάσαμε “Πρέσπα” και είναι κατοχυρωμένη όχι μόνο στον εθνικό αλλά και στον κοινοτικό κατάλογο.
 
Ένα άλλο πρόγραμμα είχε να κάνει με το καλαμπόκι. Στο καλαμπόκι μια μεγάλη πρόκληση έχει να κάνει με το αν μπορούμε να αφήσουμε στην άκρη τα υβρίδια, γιατί τα υβρίδια έχουν μεγάλο κόστος παραγωγής του σπόρου. Δύο διατριβές έχουν γίνει για αυτό το θέμα και τα αποτελέσματα είναι πάρα πολύ ενθαρρυντικά.
 
Το τρίτο μεγάλο πρόγραμμα που υλοποιήσαμε έχει να κάνει με τη φακή.  Πριν μερικά χρόνια αναλάβαμε ένα πρόγραμμα που αφορούσε στη βελτίωση της φακής όσο αφορά την αντοχή της στις ιώσεις, διότι ένα πρόβλημα που αντιμετωπίζουν γενικά τα ψυχανθή -στα οποία ανήκει η φακή- είναι η προσβολή από ιώσεις και οι ιώσεις είναι ξενιστές που δεν αντιμετωπίζονται με φάρμακα. Ο μόνος τρόπος αντιμετώπισης είναι να έχουμε ανθεκτικές ποικιλίες. Πήραμε λοιπόν μια τοπική ποικιλία που καλλιεργούνταν στην περιοχή του Έβρου από την εταιρία “Αγροκήπιο” και με βελτίωση καταφέραμε να κάνουμε ποικιλίες που ήταν λιγότερο ευαίσθητες σε ιώσεις και πιο παραγωγικές. Μια από αυτές τις ποικιλίες τη γράψαμε με το όνομα “Δημόκριτος” με ιδιοκτήτη το πανεπιστήμιο.
 
ΠτΘ: Αυτές οι ποικιλίες διατίθενται στους παραγωγούς που ενδεχομένως ενδιαφέρονται;
Ι.Τ.:
Σε είδη που είναι αυτογονιμοποιούμενα ο παραγωγός αν προμηθευτεί την ποικιλία μια φορά μπορεί να δημιουργεί σπόρο μόνος του και να μην τον αγοράζει ξανά. Αυτό ακούγεται καλό αλλά στην πραγματικότητα είναι πολύ κακό για τον παραγωγό, διότι αν έχει αυτή τη δυνατότητα, αυτό είναι αντικίνητρο για τις ιδιωτικές επιχειρήσεις  που επενδύουν στο να κάνουν μια νέα ποικιλία. Αυτό είναι ένα θέμα που πρέπει να αντιμετωπίσει η πολιτεία. Αυτό είναι το πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε με αυτές τις ποικιλίες. Γιατί για να ζητήσει ένας παραγωγός μια τέτοια ποικιλία θα πρέπει να έχει προηγηθεί το στάδιο της σποροπαραγωγής, να δημιουργηθούν δηλαδή οι αναγκαίες ποσότητες σπόρων,  η οποία γίνεται από εταιρίες. 

«Η μεγάλη πρόκληση για τη γεωργία τις επόμενες δεκαετίες είναι πώς θα εξασφαλίσει την τροφή για τον πληθυσμό της γης» 

ΠτΘ: κ. Τοκατλίδη εργάζεστε και παρακολουθείτε το επάγγελμα της γεωργίας. Πώς κρίνετε την υφιστάμενη κατάσταση που επικρατεί στη γεωργία σε παγκόσμιο επίπεδο;
Ι.Τ.:
Σε διεθνές επίπεδο η γεωργία έχει να αντιμετωπίσει μια πολύ μεγάλη πρόκληση, την επάρκεια τροφίμων. Έχουμε συνεχώς αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού. Σύμφωνα με προβλέψεις το 2050 ο πληθυσμός θα φτάσει τα 9,5 δισ. ή 11,5 δισ. κατά άλλες προβλέψεις. Άρα είναι πολύ μεγάλο ζήτημα, αν η γεωργία θα μπορέσει να παράγει τρόφιμα για αυτόν τον πληθυσμό. Με τα σημερινά δεδομένα θα πρέπει τουλάχιστον να διπλασιαστεί η ποσότητα των παραγόμενων τροφίμων. Άρα η μεγάλη πρόκληση για τη γεωργία τις επόμενες δεκαετίες είναι πώς θα εξασφαλίσει την τροφή για τον πληθυσμό της γης. Αν εστιάσουμε σε τρία βασικά είδη  -διότι κατά 50% οι ανάγκες του πληθυσμού ικανοποιούνται από αυτά τα είδη- το σιτάρι, το καλαμπόκι και το ρύζι διαπιστώνουμε ότι τα σημερινά επίπεδα ετήσιας αύξησης της παραγωγικότητας υπολείπονται κατά πολύ των επιπέδων που θα έπρεπε έτσι ώστε το 2050 να έχουμε επάρκεια τροφίμων.
 
ΠτΘ: Γίνονται προσπάθειες αύξησης της παραγωγής ή σε 33 χρόνια από τώρα θα έχουμε έλλειμμα τροφής σε παγκόσμιο επίπεδο;
Ι.Τ.:
Αν το δούμε την ιστορική διαδρομή του ανθρώπου θα διαπιστώσουμε ότι και στο παρελθόν ήταν ορατός ο κίνδυνος της κρίσης τροφίμων σε διεθνές επίπεδο με πιο πρόσφατη τη δεκαετία του '60. Πολύ φοβάμαι  ότι θα έλθουμε ξανά στο χείλος μιας τέτοιας κρίσης και τότε ίσως γίνει μια πιο σοβαρή προσπάθεια. Στην προηγούμενη περίοδο που αντιμετωπίστηκε μια τέτοια κρίση η πολιτική αποφάσισε να δώσει έμφαση στην παραγωγή τροφίμων και έτσι εκείνη την περίοδο διοργανώθηκε ένα μεγάλο πρόγραμμα στο Μεξικό στο  Διεθνή Ερευνητικό Οργανισμό CIMMYT με επικεφαλής τον Norman Borlaug και οργανώθηκαν εκτεταμένα βελτιωτικά προγράμματα -βελτιωτικά προγράμματα είναι αυτά που στοχεύουν στη δημιουργία νέων ποικιλιών στα είδη που θεωρούμε ότι είναι τα βασικά για την εξασφάλιση ενέργειας-  με τα οποία κατάφεραν να καλύψουν τις ανάγκες του ανθρώπινου πληθυσμού. Έτσι αποφεύχθηκε η λιμοκτονία και γι΄ αυτό ο Norman Borlaug βραβεύτηκε με το Νόμπελ Ειρήνης. Πολύ φοβάμαι ότι σήμερα χρειαζόμαστε και πάλι μια νέα πράσινη επανάσταση, γιατί εκείνη η περίοδος ονομάστηκε η περίοδος της πράσινης επανάστασης. 

«Στα μόνο προϊόντα που έχουμε αυτάρκεια είναι οι ελιές και το βαμβάκι» 

ΠτΘ: Ποιά είναι τα προβλήματα που έχει να αντιμετωπίσει η παραγωγή σήμερα και σε παγκόσμιο επίπεδο αλλά και στην Ελλάδα ειδικότερα;
Ι.Τ.:
Τα μεγάλα θέματα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε είναι οι κλιματικές αλλαγές, γιατί δημιουργούν ένα απρόβλεπτο περιβάλλον. Έχουμε διαφορές στις κλιματολογικές συνθήκες πλέον όχι μόνο από περιοχή σε περιοχή αλλά και από χρονιά σε χρονιά. Άρα πρέπει η γεωργία να εξοπλιστεί με μέσα που θα εξασφαλίσουν μια σταθερότητα σε ένα περιβάλλον που είναι απρόβλεπτο από σεζόν σε σεζόν. Σήμερα, τουλάχιστον τα βασικά είδη που προανέφερα, φαίνεται πως είναι ευάλωτα στις κλιματολογικές αλλαγές.  Στην πραγματικότητα αυτό που συμβαίνει είναι ότι, επειδή το περιβάλλον παραλλάσσεται, η παραγωγικότητα που έχουμε σε κάθε καλλιεργητική περίοδο διαφέρει. Το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι δεν φτάνουμε στο δυναμικό της καλλιέργειας ακόμη και όταν η καλλιεργητική περίοδος είναι ευνοϊκή. Υπάρχει λοιπόν σήμερα το λεγόμενο χάσμα παραγωγής με την έννοια ότι επιτυγχάνονται παραγωγές που υπολείπονται σε μεγάλο βαθμό αυτών που θα μπορούσαμε να πιάσουμε με βάση τις συνθήκες και τις εισροές που υπάρχουν σε κάθε καλλιέργεια.
 
Όσο αφορά την κατάσταση στην Ελλάδα θα σας αναφέρω μια φράση που ειπώθηκε στη συνεδρίαση του Επιστημονικού Συμβουλίου του ΕΛΓΟ Δήμητρα στο οποίο συμμετέχω και είναι η εξής: «είμαστε η μόνη “ανεπτυγμένη” χώρα που δεν μπορεί να θρέψει τον πληθυσμό της». Αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα για τη χώρα μας. Στα μόνο προϊόντα που έχουμε αυτάρκεια είναι οι ελιές και το βαμβάκι και στο βαμβάκι τελείως συγκυριακά καθώς είμαστε από τις ελάχιστες χώρες της ΕΕ που μπορεί να καλλιεργηθεί βαμβάκι. Σε όλα τα υπόλοιπα, με εξαίρεση τα σταφύλια και τα ακτινίδια, έχουμε έλλειμμα. Ακόμα και στο σιτάρι που κάποτε είχαμε καταφέρει να κάνουμε ποικιλίες, να είμαστε αυτάρκεις και να εξάγουμε σήμερα παράγουμε μόνο το 35% των αναγκών μας. Αυτά τα δεδομένα δείχνουν την τραγικότητα της κατάστασης και παίζουν πολλοί παράγοντες ρόλο για αυτή την κατάσταση. Η οπισθοχώρησή μας αυτή έχει να κάνει με την είσοδό μας στην ΕΕ. Από τότε αρχίσαμε να έχουμε αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο και μάλιστα αυτή η καμπή κορυφώθηκε από τότε που μπήκαμε στην ΟΝΕ. Γιγαντώθηκε δηλαδή το εμπορικό έλλειμμα της χώρα μετά το 2002. Η αλήθεια είναι ότι μετά την κρίση από το 2008 άρχισε πάλι να μειώνεται το έλλειμμα αλλά εξακολουθεί να είναι αρνητικό. 

«Σήμερα δεν καλλιεργούμε κατάλληλες ποικιλίες» 

ΠτΘ: Γιατί έχουμε φτάσει όμως σε αυτό το σημείο;
Ι.Τ.:
Διότι ασκούμε κακής ποιότητας γεωργία και αυτό έρχεται ως αποτέλεσμα των επιδοτήσεων που έχουν δοθεί όλα αυτά τα χρόνια, που αν και είχαν στόχο την ανάπτυξη της γεωργίας λειτούργησαν σαν το τυράκι στη φάκα. Οι επιδοτήσεις δηλαδή δημιούργησαν εφησυχασμό που είχε ως αποτέλεσμα να μην παράγουμε καινούργιες, σύγχρονες ποικιλίες, προσαρμοσμένες στις συνθήκες των εποχών. Ένας βασικός παράγοντας λοιπόν, για να εστιάσω στο δικό μου αντικείμενο, είναι ότι σήμερα δεν καλλιεργούμε κατάλληλες ποικιλίες. Επίσης σήμερα έχουμε έλλειμμα σε ποικιλίες και οι γεωργοί έχουν μάθει να προτιμούν τις ξένες ποικιλίες, που έχουν γίνει για άλλα περιβάλλοντα και άρα δεν είναι ό,τι καταλληλότερο για τα δικά μας περιβάλλοντα. Συνηθίζω να λέω ότι η ποικιλία είναι το βασικό θεμέλιο για μια καλλιέργεια. Άλλωστε και η λαϊκή παροιμία λέει «ό,τι σπείρεις θα θερίσεις». Αυτό είναι που λείπει σήμερα από την ελληνική γεωργία.
 
ΠτΘ: Τι πρέπει να γίνει για την αντιστροφή της υφιστάμενης κατάστασης; Και μπορεί να συμβάλει σε αυτή την αλλαγή το επιστημονικό κομμάτι;
Ι.Τ.:
Εκείνο που θα πρέπει να κάνει η ελληνική πολιτεία είναι να εφαρμόσει μια μεσοπρόθεσμη στρατηγική που θα μας εξασφαλίσει τουλάχιστον για τα βασικά είδη ότι θα έχουμε επάρκεια μετά από κάποια χρόνια. Πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στη δημιουργία νέων ποικιλιών στα κλασικά είδη και από εκεί και πέρα θα πρέπει να επενδύσουμε σε αυτό που λέμε ότι «έχουμε το καλύτερο περιβάλλον για να παράγουμε ποιοτικά προϊόντα». Αυτό το βάζω σαν δεύτερο όμως γιατί πρώτα πρέπει να διασφαλίσουμε την επιβίωσή μας. Και το τρίτο είναι ότι έχουμε κάποια μοναδικά προϊόντα, προϊόντα που παράγουμε δηλαδή μόνο εμείς, όπως η μαστίχα Χίου, ο κρόκος Κοζάνης ή η φάβα Σαντορίνης, τα οποία θα πρέπει να δώσουμε ώθηση. Τα πανεπιστήμια θα μπορούσαν να έχουν συμβολή σε αυτό το εγχείρημα, παρέχοντας τεχνογνωσία αλλά δυστυχώς δεν έχουν τη δυνατότητα να κάνουν ολοκληρωμένα προγράμματα και να εξασφαλίσουν νέες ποικιλίες για την ελληνική γεωργία. Δεν είναι ο ρόλος τους αυτός. Τα πανεπιστήμια κάνουν βασική έρευνα και όχι εφαρμοσμένη έρευνα όπως είναι η δημιουργία ποικιλιών.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.