Για τη Νομικη της Θρακης

Σκέψεις με αφορμή την ομιλία του καθηγητή κ. Πανούση

Πρόσφατα ο Δικηγορικός Σύλλογος Ροδόπης διοργάνωσε μια ενδιαφέρουσα εσπερίδα με ομιλητή τον κ. Ιωάννη Πανούση, πάλαι ποτέ καθηγητή της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου μας. Η εκδήλωση αφορούσε ένα ζήτημα που μάλλον δεν κέντρισε το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης, πλην, όμως, αφορά τον εγχώριο νομικό κόσμο, συνιστώντας ένα ακανθώδες ακαδημαϊκό πρόβλημα. Ο λόγος για την εξαγγελία ίδρυσης νέας Νομικής Σχολής στην πόλη της Πάτρας.
 
Εν πολλοίς στην κοινωνία της Θράκης είναι γνωστά τα όσα μεσολάβησαν από την ημέρα που ο Υπουργός επί της Παιδείας διακοίνωσε την πρόθεση του για τη δημιουργία ενός νέου τμήματος νομικών σπουδών, κρίνοντας πως οι ήδη υφιστάμενες σχολές έχουν «πλεόνασμα» σε προσωπικό διδασκόντων και διδασκομένων και καιρός είναι να τις αποφορτίσουμε. Και από το όλο πλαίσιο φαίνεται πως η ιδέα της ακαδημαϊκής αποσυμφόρησης υπολαμβάνεται από τους ιθύνοντες ως δυναμικός καταλύτης. Κυρίως για μια ποιοτικότερη παροχή κρατικής ακαδημαϊκής εκπαίδευσης, με άνετες αίθουσες και διδασκαλεία, περιορισμό των εισακτέων, καλύτερη κατανομή της χρηματοδότησης. Όλα αυτά με τη δημιουργία μιας νέας καινοτόμου σχολής (sic). Ας είμαστε, όμως, ρεαλιστές. Οι σκέψεις αυτές προβάλλουν ιδιαιτέρως ιδανικές, για να θεωρηθούν αληθινές, κυρίως σε συσχετισμό με την πραγματικότητα των αγοραίων συνθηκών.
 
Ανεξαρτήτως των αντιλήψεων που εμφορείται ο καθένας για το ζήτημα, εξ απόψεως πολιτικής ή μη σκοπιμότητας, υπαρκτής ή ανύπαρκτης αναγκαιότητας και κυρίως ουσιαστικής αποδοτικότητας ή τροχοπέδησης των υφιστάμενων νομικών σπουδών του δημοσίου πανεπιστήμιου, είναι ηλίου φαεινότερον πως ο μαρασμός της ακριτικής Νομικής Θράκης θα συντελεστεί με σύντομες διαδικασίες. Και θα συντελεστεί, καθώς υπάρχει (και θα υπάρχει) η νομοθετημένη γέφυρα «μεταγραφής» διδασκόντων και διδασκομένων. Κι η γέφυρα αυτή είναι ευκόλως διαβατή, εξ απόψεως κριτηρίων υπαγωγής των ενδιαφερομένων. Και σαφώς δεν χρειάζεται ιδιαίτερος στοχασμός ως προς το ότι ο αγαθότερος όλων θα μπει στον θελκτικό προς τούτο πειρασμό, εξαιτίας της μεγάλης οικονομικής κρίσης, αλλά και της σύγχρονης έξης επιστροφής στο κλεινόν άστυ.
 
Παρά ταύτα, αυτό που περισσότερο πρέπει να μας προβληματίζει έγκειται στην ανυπαρξία ακαδημαϊκού σχεδιασμού στη χώρα μας, η οποία από κάθε όψη είναι πρόχειρη κι ευκαιριακή, γεμάτη αρνητικά. Αυτό, άλλωστε, μπορεί να αποδειχθεί από τη μέχρι τώρα μεταπολιτευτική διαδρομή των «χαρισμάτων» πανεπιστημιακών σχολών αμφίβολων επαγγελματικών δικαιωμάτων, της απουσίας αλλοδαπών φοιτητών στα ελληνικά πανεπιστήμια, της κατασπατάλησης δημοσίου χρήματος σε «ερευνητικούς» σκοπούς.
 
Αλλά, ας επιμείνουμε στα της νομικής επιστήμης. Στην εκδήλωση τονίστηκε, χωρίς συναισθηματισμούς, αλλά με νηφαλιότητα, ότι η περιφερειακή Νομική της Κομοτηνής, η νεότερη των τριών ανά την Ελλάδα, δημιούργησε ένα νέο, αυθύπαρκτο επιστημονικό ρεύμα, ανακαινίζοντας την εγχώρια επιστήμη με νέους ικανούς επιστήμονες. Κι είναι αλήθεια ότι διαπρεπείς επιστημονικοί διδάσκαλοι, δικαστικοί λειτουργοί, αλλά και μάχιμοι δικηγόροι εξήλθαν κι εξέρχονται εκ της Κομοτηνής. Κι αυτή η αλήθεια ορθώς χαρακτηρίστηκε ως η «νομική παράδοση της Κομοτηνής» – εγνωσμένη σήμερα εγχωρίως, αλλά και στα διεθνή πανεπιστημιακά ιδρύματα και fora. Και πρόκειται για μια παράδοση, η οποία ως επί το πλείστον υπηρετεί με συνέπεια το νομικό δόγμα και δεν αρκείται στα εύπεπτα και τα τετριμμένα. Και τούτο μπορούμε να το επιβεβαιώσουμε όσοι εξ ημών παραμείναμε από την εισαγωγή μας εδώ, χωρίς να πάρουμε μετεγγραφή, αγωνιζόμενοι καθημερινά για το Πανεπιστήμιο μας.
 
Πράγματι, πρόκειται για έναν αγώνα γνώσης, υπό συνθήκες υποχρηματοδότησης και αξιακού εκμαυλισμού. Όμως, οι διακρίσεις της σχολής μας είναι και παραμένουν διαρκείς, έστω κι αν η πανεπιστημιακή βιβλιοθήκη αδυνατεί να επικαιροποιηθεί, έστω κι αν οι συνδρομές στα νομικά περιοδικά έχουν μειωθεί δραματικά, έστω κι αν ορισμένοι διδάσκοντες έχουν εγκαταλείψει τις πανεπιστημιακές τους έδρες, χρησιμοποιώντας τον τίτλο του καθηγητή σε άλλους σκοπούς. Κι αυτό γιατί, υπάρχουν άνθρωποι (ευτυχώς, οι περισσότεροι) που δίδουν την ψυχή τους για τη Νομική μας, έστω κι αν οι απολαβές τους είναι οριακές, έστω κι αν νέο επιστημονικό προσωπικό εισέρχεται με το σταγονόμετρο.
 
Το στήσιμο μιας νέας σχολής δεν είναι ούτε εύκολη υπόθεση, ούτε πανάκεια στα προβλήματα της κοινωνίας. Είναι ανόητο να πιστεύουμε ότι οι φοιτητές μπορούν να κινήσουν τις τοπικές οικονομίες, όταν οι οικογένειες των περισσοτέρων βρίσκονται στα όρια των αντοχών αξιοπρεπούς διαβίωσης. Είναι, επίσης, ανόητο να πιστεύουμε ότι το «καινοτόμο» έρχεται από την μία μέρα στην άλλη. Κυρίως, όμως, είναι ανόητο να εμπιστευτούμε δημαγωγίες περί εξορθολογισμού των εισακτέων, την ίδια ώρα που ο κορεσμός από τα συνδικαλιστικά μετερίζια τονίζεται και ξανατονίζεται εις μάτην.  
 
Εντούτοις, το διακύβευμα της υπόθεσης σε συσχετισμό και μ’ όσα αναφέρθηκαν δεν είναι τόσο η ίδια η κυβερνητική εξαγγελία, η οποία ειρήσθω εν παρόδω μπορεί νομοθετικά να υλοποιηθεί οποτεδήποτε, παρά τις όποιες πιέσεις. Η ουσία, κατά την ταπεινή γνώμη του γράφοντος, βρίσκεται στην αναθεώρηση του κρατικού δόγματος περί ακαδημαϊκής παιδείας, η οποία ας σημειωθεί ότι στην επόμενη συνταγματική αναθεώρηση θα έχει εφεξής να αντιμετωπίσει την ιδιωτική πρωτοβουλία.
 
Η νέα Νομική δεν είναι το κοινωνικό ζητούμενο, ούτε τα «πιεσμένα» κατά τον Υπουργό αμφιθέατρα. Η ανάκτηση της χαμένης προ πολλού τιμής του ελληνικού δημοσίου πανεπιστημίου είναι το αληθινό ζητούμενο. Και πρόκειται για μόνιμο αίτημα κι αδήριτη ανάγκη, εφόσον θέλουμε πραγματικά να θωρακίσουμε ως κρατική οντότητα τον δημόσιο χαρακτήρα της παιδείας, σε μια εποχή διεθνών αναταράξεων και συθέμελης αναθεώρησης των ευκαιριών του σύγχρονου ανθρώπου. Με τέτοιες, όμως, εξαγγελίες, οι προβλέψεις για το μέλλον προβάλλουν μάλλον δυσοίωνες και απογοητευτικές. Κυρίως, όμως, καταδεικνύουν ότι η εμμονή στον μικροκομματισμό συνιστά την αρχή μιας νέας εθνικής παρακμής.
 

*Ο Γεώργιος Κ. Καράντζιος είναι φοιτητής της Νομικής Σχολής του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.