Ενα λογοτεχνικο ταξιδι στο παρελθον με οδηγο τη δυναμη της μνημης

Το «Γάλα Μαγνησίας» του Κώστα Ακρίβου παρουσιάστηκε στο αναγνωστικό κοινό της Κομοτηνής

Σκιαγραφώντας τις ζωές, τις αγωνίες, τα όνειρα και τις φιλοδοξίες τεσσάρων εφήβων που ζουν στον Βόλο της δεκαετίας του’70 ο συγγραφέας, κ. Κώστας Ακρίβος «ταξιδεύει» τον αναγνώστη στο χθες, θίγοντας ταυτόχρονα καίρια ζητήματα του σήμερα, όπως το ζήτημα της ενηλικίωσης, του σχολείου, του σχολικού εκφοβισμού, αλλά κατά κύριο λόγο της μνήμης και της αλληλοβοήθειας που παραμένουν επίκαιρα.
 
Ο λόγος για το μυθιστόρημά του με τίτλο «Γάλα Μαγνησίας», ένα έργο που πραγματεύεται τη δύναμη της μνήμης, αλλά και την ενδεχόμενη «αδυναμία» διατήρησης των γεγονότων του παρελθόντος ως έγιναν και παρουσιάστηκε στο αναγνωστικό κοινό της Κομοτηνής με πρωτοβουλία του βιβλιοπωλείου «Δημοκρίτειο» και των εκδόσεων «Μεταίχμιο».
 
Στο τέλος της παρουσίασης οι παρευρισκόμενοι δεν παρέλειψαν να προσεγγίσουν τον συγγραφέα ζητώντας του να υπογράψει αντίτυπα του νέου έργου του, αλλά και να συνομιλήσουν με τον συγγραφέα, Χρήστο Χαρτοματσίδη, το μέλος ΕΔΙΠ του Τμήματος Ελληνικής Φιλολογίας ΔΠΘ, κ. Σπύρο Κιοσσέ και το μέλος ΕΕΠ Γαλλικής Γλώσσας και Πολιτισμού της Νομικής Σχολής ΔΠΘ κ. Στέφανο Γραβάνη που προσέγγισαν το αφήγημα από διαφορετικές σκοπιές.
 
Η εκδήλωση διανθίστηκε με την προβολή παλιών και νεότερων φωτογραφιών από την ιδιαίτερη πατρίδα του κ. Ακρίβου, τον Βόλο, αλλά και μία σύντομη περιγραφή βασικών λογοτεχνικών «σταθμών» του ίδιου, από την «οικοδέσποινα», κ. Ιωάννα Δεμιράκη.

Κώστας Ακρίβος «Η μυθοπλασία ακολούθησε τα δικά της μονοπάτια και έστησε αυτό βιβλίο»

«Η αρχική μου πρόθεση ήταν να αυτοβιογραφηθώ, αλλά από κει και πέρα η μυθοπλασία ακολούθησε τα δικά της μονοπάτια και έστησε αυτό βιβλίο» εκμυστηρεύθηκε ο κ. Ακρίβος μιλώντας στον «ΠτΘ» με αφορμή την επιστροφή του στην ελληνική λογοτεχνία. Θέλοντας να εμβαθύνει στην έννοια της «μνήμης», η οποία, άλλωστε, διατρέχει και το μεγαλύτερο μέρος του έργου του σημείωσε χαρακτηριστικά ότι «όταν κάποιος στον χώρο της λογοτεχνίας αποφασίζει να ασχοληθεί με ένα θέμα, οπωσδήποτε στηρίζεται σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό σε στοιχεία της μνήμης του.
 
Όταν μάλιστα αυτά τα στοιχεία είναι έντονα αυτοβιογραφικά -όπως για παράδειγμα το ότι υπήρξα κι εγώ εσώκλειστος σε εκκλησιαστικό οικοτροφείο- θέλει να αναμετρηθεί με αυτά τα γεγονότα του παρελθόντος». Σε δεύτερη ανάλυση, το «Γάλα Μαγνησίας» θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί και ως ένας «φόρος τιμής» στον τόπο καταγωγής και διαμονής του, τον Βόλο. Από πλευράς του ο ίδιος, μάλιστα, εξήγησε ότι προσπάθησε να αποδώσει λεπτομερώς και διαυγέστατα – στο μέτρο του δυνατού –  την ανθρωπογεωγραφία εκείνης της εποχής, χώρους, τόπους και ανθρώπους.

Την προσωπική του ανάγνωση παρουσίασε ο Σπύρος Κιοσσές

Παρουσιάζοντας κάποιες βασικές παραμέτρους της προσωπικής του αναγνωστικής προσέγγισης ο κ. Κιοσσές στάθηκε στη δομή του έργου που, όπως επεσήμανε, πατά πάνω στις συμβάσεις του είδους, αλλά ταυτόχρονα τις τροποποιεί δημιουργικά, προσθέτοντας μοτίβα αστυνομικής πλοκής, ψυχογραφίας και αστικής ηθογραφίας.
 
Εξετάζοντας εκτενώς τους νεαρούς ήρωες του Ακρίβου ανάδειξε πως διανύουν «μια πορεία μετάβασης από μια δύσκολη, αλλά ανυποψίαστη, παιδική ηλικία προς μια δυσκολότερη και υποψιασμένη -ακόμη και ύποπτη- ζωή ως ενήλικες, κατατρυχόμενοι από αισθήματα ενοχής, ανοχής κι ευθύνης για τις επιλογές τους». Μάλιστα, ως σημαντικό παράγοντα στην πορεία θεώρησε την κυριολεκτική και μεταφορική απομάκρυνσή τους από την οικογενειακή εστία, από τη συναισθηματική ή ψυχολογική ασφάλεια του οικείου, σε έναν χώρο ανοίκειο – εν προκειμένω στην εστία του εκκλησιαστικού οικοτροφείου του Βόλου.
 
Εξίσου, όμως, μεταιχμιακοί είναι και οι αφηγηματικοί τρόποι που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας, συμπλήρωσε ο κ. Κιοσσές. Ο φιλόλογος παρατήρησε πως η αφήγησή του Κώστα Ακρίβου ταλαντεύεται μεταξύ της πρωτοπρόσωπης και της τριτοπρόσωπης εκφοράς· σε δύο χρονικά επίπεδα, παροντικό και παρελθοντικό · ανάμεσα στη συγχρονική καταγραφή του βιώματος και στην αναδρομική ανασύνθεση των συμβάντων μέσω της μνήμης· μεταξύ της ενδοσκόπησης και της εξωτερικής περιγραφής προσώπων και καταστάσεων. «Όσο τουλάχιστον μπορούμε να γνωρίζουμε, ο συγγραφέας κινείται ανάμεσα στην ανάπλαση προσωπικών του βιωμάτων και στην καθαρή μυθοπλασία», σημείωσε χαρακτηριστικά.

Με αναφορές στην γαλλόφωνη λογοτεχνία η προσέγγιση του Στέφανου Γραβάνη

Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα ενηλικίωσης που χρονικά διαδραματίζεται λίγο μετά την πτώση της Χούντας. Η προσωπική ιστορία των τεσσάρων εφήβων πρωταγωνιστών συμβαδίζει με αυτήν της σύγχρονης ιστορίας, ενώ στο μυθιστόρημα «Γάλα Μαγνησίας» παρουσιάζεται ο τρόπος με τον οποίο ορισμένα σύγχρονα ιστορικά γεγονότα επιδρούν τόσο στην παρέα των νέων όσο και στην τοπική κοινωνία του Βόλου.
 
Μέσα από τις σελίδες του σκιαγραφείται η ιστορία της μεταπολίτευσης, μίας προσπάθειας να βγει η χώρα από την κοινωνική, πολιτική και πολιτισμική «χειμερία νάρκη» που επέβαλλε η δικτατορία και το μετεμφυλιακό καθεστώς.
 
Με βάση τα παραπάνω ο κ. Στέφανος Γραβάνης συνέκρινε το μυθιστόρημα του κ. Κώστα Ακριβού με δύο δημιουργίες της γαλλικής λογοτεχνίας με τις οποίες συμπίπτει χρονικά. Πιο συγκεκριμένα αναφέρθηκε στο βιβλίο “Leurs enfants apres eux” για το οποίο ο  Νικολά Ματιέ το βραβείο Γκονκούρ, το σημαντικότερο βραβείο της γαλλόφωνης λογοτεχνίας, καθώς και τις «Ναρκωμένες αναμνήσεις» στις οποίες ο Modiano Patrick περιγράφει σε παρόμοια φόρμα τις αναμνήσεις ενός εφήβου.
 

Χρήστος Χαρτοματσίδης «Ο συγγραφέας λαχταρούσε να μας μεταφέρει στο παρελθόν»

«Πρόκειται για κάποιους νέους που πολλά χρόνια μετά θα συνεχίσουν να βασανίζονται από τύψεις για την συμμετοχή τους σε τραγικό συμβάν, στο οποίο θεωρούνται ύποπτοι φόνου» όπως υπογράμμισε κατά τη διάρκεια της παρουσίασής του ο κ. Χρήστος Χαρτοματσίδης για να σκιαγραφήσει εν συνεχεία τα κοινωνικά πλαίσια, μέσα στα οποία εξελίσσεται η ιστορία του Ακρίβου.
 
«Η ζωή τεσσάρων τροφίμων, που είναι τα “μαύρα πρόβατα”  του ιδρύματος είναι η βάση της δεύτερης και πλουσιότερης αφηγηματικής γραμμής του έργου. Κάπου υποψιάζομαι, πως  ο συγγραφέας λαχταρούσε περισσότερο, το ευχαριστιόταν να μας μεταφέρει στο παρελθόν  – στην καθημερινότητα του οικοτροφείο και στην ατμόσφαιρα όλης εκείνης της εποχής, παρά να μας διηγηθεί την ιστορία με το τραγικό χαμό του παιδιού» συνέχισε ο ίδιος μιλώντας για τον τρόπο με τον οποίο είναι δομημένη η ροή της αφήγησης «σε μια τέτοια πανοραμική ματιά όμως, πάντα υπάρχει ο κίνδυνος η αφήγηση να βγει από την κοίτη της, να πλημμυρήσει κι ο αναγνώστης να χαθεί και να χάσει το ενδιαφέρον του. Γι αυτόν ακριβώς το λόγο  χρειαζόταν  την άλλη ιστορία αστυνομικού περιεχομένου, ώστε να υπάρχει ο σταθερός άξονας, πάνω στον οποίο να δομήσει το ανάγνωσμά του. Το τραγικό συμβάν όμως, προσδιορίζει το θέμα του βιβλίου όπως και τις προεκτάσεις της όλης ιστορίας στον χρόνο».
 
Στο βιβλίο, εκτός από τη δομική λειτουργία, το αστυνομικό στόρι, είναι η αφορμή για να αναπτύξει  ο συγγραφέας το κοινωνικό θέμα που τον απασχολεί, διασαφήνισε προχωρώντας την ανάγνωσή του ο κ. Χαρτοματσίδης. Γίνεται η κατάλληλη καλλιτεχνική φόρμα μια που το θέμα του μυθιστορήματος τελικά είναι η απόδοση της δικαιοσύνης.  Για σύγκριση – στην αστυνομική λογοτεχνία γίνεται το αντίθετο, δηλαδή  τα κοινωνικά φαινόμενα είναι η αφορμή για να αρχίσει δράση ο κακοποιός. Μετά επικρατεί το ενδιαφέρον για την εξέλιξη και την αποκάλυψη της πλάνης ή του μυστηρίου κι όχι για τα κοινωνικά στοιχεία που έχουν διαμορφώσει αυτές τις συμπεριφορές.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.