Γνωριζοντας τον θεσμο της διαμεσολαβησης

Γράφει η Βασιλική Καρακάση*

Τι είναι η διαμεσολάβηση;

 
Σε μια πρώτη απόπειρα γνωριμίας με την Διαμεσολάβηση, αξίζει να γίνει μία σύντομη εισαγωγή στο ευρύτερο πνεύμα της διαμεσολάβησης, μίας διαδικασίας παλιάς όσο και οι ανθρώπινες κοινωνίες. Μία διαδικασία δηλαδή που ακολουθεί την ιστορία και την εξέλιξη του ανθρώπου μέσα στην κοινωνία. Και αυτό, γιατί όπου ο άνθρωπος συνυπάρχει, λειτουργεί σε κοινωνικές ομάδες, δημιουργεί και εξελίσσεται, αναπτύσσει συσχετισμούς και σχέσεις. Και όπως είναι αναμενόμενο στις σχέσεις αυτές προκύπτουν προβλήματα. Σε αυτό ακριβώς το σημείο έρχεται η διαμεσολάβηση να ψάξει τρόπους προκειμένου να αποκαταστήσει τις διαφορές και να ενώσει. Μέσα από διάφορες ιστορικές διαδρομές η διαμεσολάβηση καθίσταται θεσμός. Η Ευρωπαϊκή Οδηγία 2008/52 μάλιστα δημιουργεί ένα πλαίσιο για τα Κράτη – Μέλη προκειμένου να ενσωματώσουν την διαμεσολάβηση με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και με διαρθρωμένη διαδικασία στο εσωτερικό τους.
 

Πώς λειτουργεί η διαδικασία της διαμεσολάβησης;

 
Η διαμεσολάβηση είναι μια εναλλακτική μέθοδος επίλυσης ιδιωτικών διαφορών, έξω από τις δικαστικές αίθουσες. Μια διαφορά εμπορικής ή αστικής φύσεως μπορεί να επιλυθεί με τον τρόπο που τα δύο μέρη θα θεωρήσουν ως τον πλέον κατάλληλο, μέσα από την διαδικασία της διαμεσολάβησης. Ουσιαστικά διερχόμαστε από φάσεις διαπραγματεύσεων προκειμένου να καταλήξουμε σε μία κοινά αποδεκτή λύση, που θα θεωρηθεί βιώσιμη και από τις δύο πλευρές. Στην διαδικασία αυτήν τα μέρη παρίστανται με τους δικηγόρους τους, ενώ τον ρόλο συντονιστή έχει ο διαμεσολαβητής, ο οποίος είναι ένα τρίτο πρόσωπο, ουδέτερο και αμερόπληπτο, ως προς τα δύο μέρη που έχουν την διαφορά και ο οποίος βρίσκεται εκεί αναλαμβάνοντας ρόλο συντονιστή στην όλη διαδικασία, ΧΩΡΙΣ το δικαίωμα να παίρνει θέση ή να προτείνει λύσεις.
 
Είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι τα μέρη είναι ανά πάσα στιγμή ελεύθερα να αποχωρήσουν από τη διαδικασία χωρίς αιτιολογία ή ποινή. Επιπλέον, η διαμεσολάβηση έχει εμπιστευτικό χαρακτήρα, και για το λόγο αυτό δεν τηρούνται πρακτικά, εκτός αν υπάρξει διαφορετική συμφωνία των μερών.
Και φυσικά έχει κάποιος την απορία πως ξεκινάει μια τέτοια διαδικασία;
 
Η διαμεσολάβηση μπορεί να ξεκινήσει εάν τα ίδια τα μέρη το αποφασίσουν, καθώς επίσης και στην περίπτωση που αποτελεί σύσταση ή εντολή δικαστηρίου ή εάν υποχρεωτικά το επιτάσσει ο νόμος.
 

Τι συμβαίνει με την υποχρεωτική διαμεσολάβηση;

 
Ο Ν. 4512/2018 καθώς και ο Ν.4640/ 2019 επιφέρει σημαντική καινοτομία ως προς το μέχρι σήμερα ισχύον πλαίσιο της διαμεσολάβησης εισάγοντας την υποχρεωτικότητα. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι ο νόμος αναφέρει μια σειρά διαφορών για τις οποίες θα πρέπει υποχρεωτικά τα μέρη να προσφύγουν στην διαμεσολάβηση, ως τρόπο επίλυσης της διαφοράς, τουλάχιστον στο πρώτο στάδιο της υποχρεωτικής πρώτης συνεδρίας, επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης του ενδίκου βοηθήματός τους. Τέτοιες είναι σε μια εντελώς συνοπτική αναφορά, εφόσον τα μέρη έχουν εξουσία διάθεσης του αντικειμένου της μεταξύ τους διαφοράς, οι οικογενειακές διαφορές, εκτός από αυτές που αφορούν το διαζύγιο, την ακύρωση γάμου, την αναγνώριση της ύπαρξης ή της ανυπαρξίας γάμου, καθώς και εκείνες που αφορούν την προσβολή πατρότητας, μητρότητας κ.λπ.. Οι διαφορές που εκδικάζονται κατά την τακτική διαδικασία και υπάγονται στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του Μονομελούς Πρωτοδικείου, αν η αξία του αντικειμένου της διαφοράς υπερβαίνει το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ και Πολυμελούς Πρωτοδικείου, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, καθώς και οι διαφορές για τις οποίες σε έγγραφη συμφωνία των μερών προβλέπεται και είναι σε ισχύ ρήτρα διαμεσολάβησης, όπως αυτές ορίζονται περιοριστικά στο νόμο στο σχετικό άρθρο περί υποχρεωτικότητας.
 
Η υποχρεωτικότητα της διαμεσολάβησης έγκειται στο γεγονός πως τα μέρη αφού ασκήσουν το  ένδικο βοηθήμα τους, παραδείγματος χάριν αφού καταθέσουν την αγωγή, και πριν τη συζήτηση του, οφείλουν να αποπειραθούν να επιλύσουν τη διαφορά τους με τη διαδικασία της διαμεσολάβησης. Διαφορετικά, η συζήτηση της αγωγής κρίνεται ως απαράδεκτη. 
 
Σαφώς η δυνατότητα επίλυσης της διαφοράς με διαμεσολάβηση υφίσταται και πριν την άσκηση της αγωγής,  σε περίπτωση δε επιτυχίας συντάσσεται το πρακτικό επιτυχίας το οποίο επικυρώνεται από το Μονομελές Πρωτοδικείο και αποτελεί τίτλο εκτελεστό.
 
Εάν με άλλα λόγια έχω μια διαφορά γειτονικού δικαίου και θέλω να καταθέσω μια αγωγή, θα πρέπει πριν ή εφόσον καταθέσω την αγωγή μου, να περάσω από την υποχρεωτική αρχική συνεδρία της διαμεσολάβησης και εάν δεν καταφέρω εκεί να βρω λύση ΜΟΝΟ ΤΟΤΕ θα μπορέσω να συνεχίσω την διαδικασία στα δικαστήρια με την συζήτηση της αγωγής.
 
Κρίνεται σκόπιμο στο σημείο αυτό να αναφερθεί ότι ο σκοπός της αρχικής συνεδρίας είναι μόνο ενημερωτικός και η λεγόμενη «υποχρεωτικότητα» της εξαντλείται στην διαδικασία της ίδιας της ενημέρωσης. Από το γεγονός αυτό προκύπτει ότι τα μέρη δεν είναι υποχρεωμένα να καταλήξουν σε συμφωνία.
 
Με την υποχρέωση παράστασης στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία δεν θίγεται ο εκούσιας  χαρακτήρας της διαμεσολάβησης. Ουσιαστικά , στη συνεδρία ενημέρωσης παύει η υποχρεωτικότητα και τα μέρη είναι ελεύθερα, είτε να υπαγάγουν τη διαφορά τους στη διαμεσολάβηση και να αποπειραθούν να τη λύσουν μεταξύ τους, είτε να προσφύγουν στα δικαστήρια.
 

Ποιος ο ρόλος του Διαμεσολαβητή σε μια διαδικασία διαμεσολάβησης;

 
Ο διαμεσολαβητής είναι ο ουδέτερος τρίτος στην όλη διαδικασία. Είναι το πρόσωπο που είναι υπεύθυνο για την διαδικασία. Βρίσκεται εκεί για την διαδικασία, οι δικηγόροι για την τήρηση του νόμου και τα μέρη για την ουσία της διαφοράς. Ο διαμεσολαβητής πρέπει να έχει λάβει την βασική εκπάιδευση από τους φορείς κατάρτισης Διαμεσολαβητών και να είναι Πιστοποιημένος από το Υπουργείο Δικαιοσύνης, κατόπιν επιτυχίας σε γραπτές και προφορικές εξετάσεις.
 
Είναι εξαιρετικά σημαντικό να επιτελεί σωστά τον ρόλο του σε μια διαδικασία, καθώς έχει την υποχρέωση να τηρήσει αρχές όπως αυτή της εμπιστευτικότητας και του απορρήτου. Μέσα στο προστατευμένο περιβάλλον που θα δημιουργήσει ο Διαπιστευμένος Διαμεσολαβητής με τις ειδικές δεξιότητες του, τα μέρη με τους δικηγόρους τους θα αναζητήσουν λύσεις, θα διαπραγματευτούν και με τη βοήθεια του διαμεσολαβητή θα συνεργαστούν προς ένα κοινό σκοπό, να πετύχουν δηλαδή μια αμοιβαία επωφελή συμφωνία.
 
Ο σωστός διαμεσολαβητής είναι ένας καθοριστικός παράγοντας για την επιτυχία της διαδικασίας της Διαμεσολάβησης. Τα μέρη δεν χρειάζονται απλά εναν διαιτητή, χρειάζονται κατανόηση και δημιουργικότητα, χρειάζονται ήθος και στρατηγική από τον διαμεσολαβητή . Βρίσκεται εκεί και δεν είναι απλός «διαιτητής». Δεν μπορεί να εκφράσει την προσωπική του άποψη, δεν μπορεί να προτείνει την ιδανική λύση, ούτε να κατευθύνει, μπορεί ωστόσο με τις κατάλληλες ερωτήσεις να οδηγήσει τα μέρη να καταλάβουν μόνα τους ποιο είναι το δυνατό και το ωφέλιμο για τα ίδια.
 
Προσωπική μου πεποίθηση αποτελεί το γεγονός πως ένας διαμεσολαβητής πρέπει πρωτίστως να είναι ηθικός και αυθεντικός. Νομίζω ότι είναι στοιχεία που θα πρέπει να αναζητούν τα μέρη κατά βάση στον χαρακτήρα ενός διαμεσολαβητή.
 

Ποιος ο ρόλος του δικηγόρου σε μια διαδικασία διαμεσολάβησης;

 
Οι δικηγόροι είναι σημαντικό αρχικά να ενημερώσουν τον πελάτη τους ότι υπάρχει και αυτός ο τρόπος επίλυσης της διαφοράς, έξω από τις αίθουσες των δικαστηρίων. Δεν θα πρέπει να παραβλέψουμε το γεγονός ότι ο Νόμος προβλέπει την υποχρέωση προς ενημέρωση του εν δυνάμει ενάγοντα σε ιδιωτικές διαφορές από τον δικηγόρο, είτε για τη δυνατότητα διευθέτησης της διαφοράς με εκούσια διαμεσολάβηση, είτε για την υποχρεωτική παράσταση στην αρχική συνεδρία,  με το ενημερωτικό έντυπο που αφορά σε όλες τις αγωγές.
 
Η ενημέρωση γίνεται εγγράφως και το ενημερωτικό έντυπο κατατίθεται είτε με την άσκηση της αγωγής είτε με τις προτάσεις επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης της αγωγής.
 
Γίνεται ευνοήτως αντιληπτό ότι οι δικηγόροι είναι αυτοί που θα μπορέσουν να μιλήσουν για τα οφέλη από μια διαμεσολάβηση. Ο ενδιαφερόμενος θα είναι σε θέση να αποφύγει μια δαπανηρή δικαστική διαμάχη, η οποία συνήθως διαρκεί για μεγάλο χρονικό διάστημα, καθώς τα πινάκια των δικαστηρίων είναι συμφορημένα.
 
Πέρα από το δαπανηρό και το εξαιρετικά χρονοβόρο της διαδικασίας ,ο δικηγόρος πρέπει επίσης να περιγράψει την διαμεσολάβηση ως μια διαδικασία που μπορεί να διαφυλάξει τις σχέσεις των μερών. Οι δύο πλευρές, που έχουν την διαφορά δεν θα «σύρονται» στις δικαστικές αίθουσες εξαπολύοντας τις περισσότερες φορές ύβρεις και απειλές. Είναι βασικό το στοιχείο ότι σε μια διαμεσολάβηση διασώζεται με μια ειρηνική διαδικασία η συνέχιση των σχέσεων των δύο μερών.
Όσον αφορά το πρακτικό κομμάτι, πρέπει να διευκρινίσουμε ότι τα μέρη που έχουν μια διαφορά παρίστανται κατά την διαδικασία της διαμεσολάβησης με τους δικηγόρους τους. Οι δικηγόροι είναι υπεύθυνοι για το νομικό κομμάτι της συμφωνίας και ο δικηγόρος κάθε μέρους θα το κατευθύνει στην στρατηγική που θα ακολουθήσει για να διαπραγματευτεί με την άλλη πλευρά.
 
Γίνεται αντιληπτό ότι η παρουσία των δικηγόρων είναι απαραίτητη σε μια διαμεσολάβηση, καθώς αυτοί είναι που θα προετοιμάσουν τον εντολέα τους, θα τον πληροφορήσουν κατάλληλα ώστε να καταλήξει σε μια ενημερωμένη απόφαση. 
 
Θα πρέπει να σημειωθεί πως ο νέος νόμος επρόκειτο να εφαρμοσθεί τον Σεπτέμβριο 2018, ωστόσο το άρθρο ως προς τον υποχρεωτικό χαρακτήρα σε ορισμένες υποθέσεις έλαβε αναστολή στην εφαρμογή του για τον Σεπτέμβριο 2019, ενώ κατόπιν με την δημοσίευση του Ν. 4640/ 2019 για τη Διαμεσολάβηση (Διαμεσολάβηση σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις- Περαιτέρω εναρμόνιση της Ελληνικής Νομοθεσίας προς τις διατάξεις της Οδηγίας 2008/52/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Μαΐου 2008 και άλλες διατάξεις) τίθεται το χρονικό πλαίσιο εφαρμογής των σχετικών διατάξεων. Σύμφωνα με το άρθρο 44, η ισχύς του νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ως εξής:
 
α) από τη 15η Ιανουαρίου 2020 για τις οικογενειακές διαφορές, εκτός από αυτές των περιπτώσεων α΄, β΄ και γ΄ της παραγράφου 1, καθώς και της παραγράφου 2 του άρθρου 592 ΚΠολΔ και
β) από τη 15η Μαρτίου 2020 για τις διαφορές που εκδικάζονται κατά την τακτική διαδικασία και υπάγονται στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του Μονομελούς Πρωτοδικείου αν η αξία του αντικειμένου της διαφοράς υπερβαίνει το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ και του Πολυμελούς Πρωτοδικείου.
Οι αντιδράσεις απέναντι στο κομμάτι της υποχρεωτικότητας ήταν ποικίλες, ωστόσο εναπόκειται να κριθεί πως θα λειτουργήσει ο θεσμός στην πράξη.
 
Ανεξάρτητα από την άποψη κάθε δικηγόρου για τη διαδικασία της Διαμεσολάβησης, καθίσταται επιτακτικό και αναγκαίο ο δικηγόρος να μάθει τι είναι διαμεσολάβηση, να κατανοήσει τη διαδικασία και να γνωρίζει ποιος είναι ο ρόλος του και η συμμετοχή του, τι κάνει δηλαδή σε αυτή την εξωδικαστική διαδικασία, καθώς είναι ένας ρόλος εξίσου σημαντικός αλλά διαφορετικός από εκείνον που επιτελεί στο ακροατήριο ενός  δικαστηρίου.
 
Εξίσου επιτακτικό είναι να μάθει και να αξιολογήσει τα πραγματικά οφέλη του θεσμού τα οποία είναι αδιαμφισβήτητα, όπως για παράδειγμα το γεγονός πως αποτελεί λύση για το τεράστιο πρόβλημα της επιτάχυνσης στην απονομή της Δικαιοσύνης και μάλιστα στο πεδίο των ιδιωτικών διαφορών.
 
Ο Έλληνας δικηγόρος θεωρώ ότι μπορεί να εντάξει την διαμεσολάβηση στα μέσα που έχει προκειμένου να αντιμετωπίσει μια διαφορά, καθώς η διαμεσολάβηση προσδίδει υπεραξία και στην ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει σήμερα ένας δικηγόρος. Δεν πρέπει να παραβλέπουμε άλλωστε το γεγονός πως η διαμεσολάβηση αποτελεί μια λύση, η οποία όπου εφαρμόστηκε διεθνώς έχει να παρουσιάσει θετικά αποτελέσματα.
 

*Η Βασιλική – Μαρία Καρακάση είναι Δικηγόρος του Δικηγορικού Συλλόγου Ροδόπης. Πιστοποιημένη Διαμεσολαβήτρια του Υπουργείου Δικαιοσύνης, με μεταπτυχιακό τίτλο Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Δικαίου της Ενέργειας

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.