Η Εννοια της Εξελιξης στις Ανθρωπιστικες Επιστημες

Του Μανόλη Γ. Βαρβούνη*

Σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει σε ιδεολογικά συστήματα που χαρακτηρίζονται για την δογματική ακαμψία τους, η επιστήμη αποτελεί σύνολο ερευνητικών αποτελεσμάτων και παραδοχών κανόνων μεθόδου και θεωρητικών παραδοχών, που βρίσκεται σε διαρκή διαλεκτική σχέση και εξέλιξη. Αυτό σημαίνει πως πράγματα, καταστάσεις και παραδοχές που είχαν καθολική εφαρμογή σε μια εποχή, σε μια άλλη εποχή αναθεωρούνται και δεν είναι εφαρμόσιμα. Εδώ άλλωστε βρίσκεται και μεγάλο μέρος της γοητείας την οποία οι ανθρωπιστικές επιστήμες ασκούν στους λειτουργούς τους.
 
Από την παραπάνω γενική αρχή προκύπτει επίσης η διαπίστωση ότι κάθε άνθρωπος και κάθε έργο πρέπει να κρίνονται με τα μέτρα του καιρού τους. Υπάρχει βεβαίως η εκτίμηση για την προσφορά κάποιου, αυτό όμως που ο ίδιος μπορεί να θεωρούσε ως παρακαταθήκη του συχνότατα έχει σχετική ισχύ στο μέλλον, καθώς οι συνθήκες αλλάζουν. Αποτελεί αυτό βασική θέση της διαλεκτικής αντίληψης του κόσμου και της ιστορίας του πνεύματος, αλλά και της εξέλιξης της επιστημονικής σκέψης, ιδίως στις ανθρωπιστικές επιστήμες, που η έννοια της σχετικότητας έχει βεβαίως μεγαλύτερη εφαρμογή σε σύγκριση με τους κλάδους των θετικών επιστημών, καθώς υπεισέρχονται παράγοντες όπως οι ιδεολογίες κ.λπ.
 
Κι όμως, στις εκδηλώσεις του «εθνοκεντρικού επαρχιωτισμού», και μάλιστα στις εφαρμογές του στις τοπικές σπουδές, στις οποίες έχουμε αφιερώσει και τα προηγούμενα σχετικά άρθρα μας, η αντίληψη της συνέχειας και της αδιατάρακτης ισχύος των ίδιων αρχών και προτύπων δείχνει να κυριαρχεί. Οφείλεται βεβαίως αυτό στην έλλειψη επαρκούς και γόνιμης επαφής με τη βιβλιογραφία και την εξέλιξη και κίνηση των ιδεών, η οποία με τη σειρά της δημιουργεί την ψευδαίσθηση της επάρκειας και εμποδίζει την κατανόηση της διαρκούς αλλαγής και της διαλεκτικής προσέγγισης της ιστορίας και του πολιτισμού.
 
Άλλωστε, πάνω σε αυτήν ακριβώς την ψευδαίσθηση στηρίζεται η δόμηση των «τοπικών αυθεντιών» για τις οποίες μιλήσαμε και σε προηγούμενο άρθρο μας. Των αυθεντιών εκείνων που μοιάζουν να κυριαρχούν στις τοπικές σπουδές, και το έργο των οποίων μπορεί να είναι πολύτιμο ως συλλογή υλικού, όμως δεν χαρακτηρίζεται από επάρκεια και πληρότητα επί ζητημάτων ερμηνείας και κριτικής πρόσληψης όσων αποσκοπούν να εξετάσουν. Με άλλα λόγια καταλήγουμε και πάλι στο γνωστό σχήμα των τοπικών λογίων που παρέχουν πολύτιμο υλικό με ανεπαρκέστατες ερμηνευτικές προσεγγίσεις, και των επιστημόνων που στηρίζονται στο υλικό αυτό και το μελετούν, για να παράγουν επιστημονικό έργο, δηλαδή μελέτες που στηρίζονται σε θεωρία και γίνονται με βάση συγκεκριμένη μέθοδο.
 
Όταν οι δύο αυτοί παράγοντες συνυπάρχουν αρμονικά, οι τοπικές επιστημονικές σπουδές προοδεύουν και δίνουν σημαντικούς καρπούς. Όταν όμως υπάρχουν παραβάσεις των ορίων, που κατά κανόνα μπορούν να αποδοθούν σε έλλειψη της βασικής αρετής της αυτογνωσίας, οι καταστάσεις συγχέονται και προκύπτουν υβριδικές μορφές ενδιάμεσων και γι’ αυτό αμφισβητούμενων καταστάσεων.
 
Οι εκτιμήσεις λοιπόν και οι αρχές στις ανθρωπιστικές επιστήμες είναι προϊόντα της εποχής τους, εξαρτώμενα στενά από τις επικρατούσες οικονομικές, κοινωνικές και πολιτισμικές καταστάσεις, αλλά και από τα εκάστοτε εισαγμένα πολιτισμικά πρότυπα. Για παράδειγμα, η εθνική ιδεολογία ως βασική συνισταμένη της ερμηνευτικής προσέγγισης της ιστορίας και του πολιτισμού ενός τόπου μπορεί σε μια εποχή να επιβάλλεται από τα πράγματα, ενώ σε άλλη να μην κυριαρχεί, ακριβώς επειδή οι συνθήκες έχουν αλλάξει. Αυτό σημαίνει ότι καθώς αλλάζουν τα πρότυπα και οι καταστάσεις, το έργο παλαιότερων μελετητών συνεχίζουμε μεν να το θεωρούμε σημαντικό, δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και με τις προτεραιότητες που έθεσαν στον επιστημονικό και δημόσιο λόγο τους, που πρέπει να εκτιμώνται κατά περίσταση, χωρίς ωστόσο αυτό να μειώνει ούτε το μέγεθός τους, ούτε το μέγεθος της προσφοράς τους.
 
Για να έρθω μάλιστα στα σχετικά με τις λαογραφικές σπουδές, που αποτελούν την επιστημονική μου ειδίκευση, έχω κατά νου την περίπτωση σοφού παλαιότερου καθηγητή και μελετητή με θεμελιώδες έργο, που ωστόσο δέχθηκε αυστηρή κριτική στην επόμενη γενιά – και μάλιστα από την ίδια την κόρη του, ομότεχνή του κατά πάντα – σχετικά με το ότι, όπως εκείνη διαπίστωσε, είχε υποτάξει τις επιστημονικές στις εθνικές προτεραιότητες. Ασφαλώς αυτό πρέπει να συνυπολογιστεί στο τοπίο και στην ιστορική συγκυρία της εποχής του, επειδή πιθανότατα οι συνθήκες αυτές επέβαλλαν αυτήν την επιλογή. Ωστόσο, θα μπορούσε αβασάνιστα η ίδια επιλογή να θεωρηθεί ως κανόνας σε μια άλλη εποχή, διαφορετική αυτής που έζησε εκείνος; Και τούτο δεδομένου φυσικά του ότι η ιστορία ουδέποτε επαναλαμβάνεται, παρά μόνο «ως φάρσα», παραδοχή που ουσιαστικά σημαίνει υπό άλλες συνθήκες και καταστάσεις, οι οποίες και διαφοροποιούν τελικά πλήρως γεγονότα και ερμηνείες.
 
Η κατανόηση αυτών των λεπτών ισορροπιών προϋποθέτει βέβαια την πλήρη επαφή με την εξέλιξη των ιδεών, των θεωρητικών συστημάτων και των μεθοδολογικών εργαλείων. Μια επαφή που είναι ευεργετική για την επιστημονική πληρότητα και την αξιοπιστία των τοπικών σπουδών και των αποτελεσμάτων τους, όμως κατά κανόνα χρειάζεται υπόβαθρο ερευνητικό και στήριγμα επιστημονικής ειδίκευσης για να αναπτυχθεί.
 
Στο σημείο αυτό βρίσκεται η λεπτή ισορροπία που είναι αναγκαία για την ευόδωση των προσπαθειών μελέτης της ιστορίας και του πολιτισμού ενός τόπου: χωρίς ισχυρογνωμοσύνες και πείσματα τοπικιστικών προτεραιοτήτων, χωρίς την αίσθηση ότι κατέχουμε την πλήρη και αναμφισβήτητη αυθεντία αλλά και το δικαίωμα διατύπωσης κρίσεων για τα πάντα κατά το δοκούν, οφείλουμε να δομήσουμε σχέσεις συνεργασίας μεταξύ των τοπικών λογίων και των ειδικών κάθε φορά επιστημόνων. Σχέσεις που θα στηρίζονται την πλήρη κατανόηση των δυνατοτήτων και των ορίων εκάστου, ώστε μέσα από την συνεργασία να προκύψει αποτέλεσμα αξιόπιστο, που δεν θα προορίζεται για «εσωτερική κατανάλωση», αλλά θα μπορεί να σταθεί στον έλεγχο και την επιστημονική βάσανο της ερευνητικής κοινότητας, στην ημεδαπή και την αλλοδαπή.
 
Την πρακτική αυτή διδάσκουμε στο Τμήμα Ιστορίας και Εθνολογίας, και μάλιστα σε μεταπτυχιακό επίπεδο, στο ΠΜΣ «Σπουδές στην τοπική ιστορία: διεπιστημονικές προσεγγίσεις». Καταρτίζουμε μέσα από τα μαθήματα αυτά μια γενιά νέων μελετητών ανάλογων θεμάτων, με επιστημονικό, θεωρητικό και μεθοδολογικό οπλισμό, που θα μπορέσουν να αξιοποιήσουν όσα μαθαίνουν για να αναγεννήσουν και να αναπροσδιορίσουν ενίοτε τις τοπικές σπουδές στους γενέθλιους τόπους τους, ή στις περιοχές που θα εγκατασταθούν, εφόσον βεβαίως θέλουν να αφιερώσουν κόπο και ώρα στη μελέτη της ιστορίας και του πολιτισμού της πατρίδας μας, κάτι στο οποίο προσπαθούμε να τους οδηγήσουμε.
 
Και είναι ιδιαιτέρως σημαντικό το ότι με την ενεργοποίηση του θεσμού του ακροατή των πανεπιστημιακών μαθημάτων από το ΔΠΘ και τη Σχολή μας πολλοί καλής προαιρέσεως και θελήσεως άνθρωποι, οι οποίοι πραγματικά ενδιαφέρονται για τις τοπικές σπουδές, μπορούν πλέον να παρακολουθούν τα μαθήματα αυτά, και να ωφελούνται αναλόγως, ώστε να ξεφύγουν, αν χρειάζεται, από τυχόν απολιθωμένα στερεότυπα του παρελθόντος, να εκσυγχρονίσουν τις γνώσεις και τις θεωρήσεις τους, και τελικά να φανούν ιδιαιτέρως χρήσιμοι στην ιδιαίτερη πατρίδα τους.
 
*Ο Μανόλης Γ. Βαρβούνης είναι Καθηγητής Λαογραφίας και Πρόεδρος του Τμήματος Ιστορίας και Εθνολογίας του ΔΠΘ

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.